Η κούρσα του Γκίγκς και η μαγεία του Ανρί

Στα τέλη της δεκαετίας του 90′, τότε που οι περισσότεροι οπαδοί της Τσέλσι ήξεραν έναν Ρώσο όλο κι όλο, τον τερματοφύλακα τους εκείνη την εποχή Ντιμίτρι Καρίν, και η Μάντσεστερ Σίτυ ήταν σύλλογος-ασανσέρ μεταξύ της πρώτης, της δεύτερης αλλά και της τρίτης κατηγορίας, στο αγγλικό ποδόσφαιρο δυο ομάδες μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον: η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Άρσεναλ. H κυριαρχία των δυο εκείνα τα χρόνια ήταν τόσο μεγάλη που από το 1996 έως το 2005 δεν υπήρξε χρονιά στην οποία να μην τερμάτισαν και οι δυο στην πρώτη τριάδα της Πρέμιερ Λιγκ.

Όπως είναι φυσιολογικό η σχέση των δυο σταθερών μονομάχων του τίτλου δεν ήταν και η καλύτερη δυνατή. Και όλα ξεκινούσαν από τους πάγκους. Ο Φέργκιουσον δεν συμπάθησε εξ αρχής τον Βενγκέρ και ο Αλσατός δεν είχε καμία διάθεση να του αλλάξει τη γνώμη. Το παραδοσιακό ποτό των προπονητών μετά τα ματς ήταν ένα από τα πρώτα θέματα διαμάχης. “Δεν έρχεται ποτέ για να μοιραστούμε ένα ποτό μετά το ματς. Είναι ο μόνος προπονητής στο πρωτάθλημα που δεν έρχεται. Θα ήταν καλό γι’αυτόν να αποδεχθεί την παράδοση” έλεγε όλο παράπονο ο ‘παλιός’ Φέργκιουσον. Ακολούθησαν πολλά ακόμα. Όταν ο Σερ Άλεξ δήλωσε ότι η Γιουνάιτεντ παίζει την καλύτερη μπάλα στη χώρα, ο Βενγκέρ σχολίασε “όλοι πιστεύουν ότι έχουν την ομορφότερη γυναίκα στο σπίτι τους”. Όταν οι δημοσιογράφοι εκθείασαν τις γλωσσολογικές ικανότητες του Αλσατού ο Σκοτσέζος απάντησε: “Λένε ότι είναι έξυπνος επειδή μιλάει 5 γλώσσες. Έχω ένα 15χρονο παιδί από την Ακτή Ελεφαντοστού που μιλάει 5 γλώσσες”. Και τα γραφικά σκηνικά δεν έχουν τελειωμό.

Ευτυχώς όμως, και σε αντίθεση με την Ελλάδα, οι μεγάλες κόντρες στην Αγγλία δεν περιορίζονται στις δηλώσεις. Τα ‘χρυσά’ εκείνα χρόνια των δυο αντιπάλων η ποιότητα των παικτών τους ξεχείλιζε από παντού. Τα ντέρμπι Γιουνάιτεντ-Άρσεναλ ήταν μια κανονική ποδοσφαιρική γιορτή που τις περισσότερες φορές στο τέλος της σου άφηνε τουλάχιστον μια-δυο πολύ δυνατές αναμνήσεις. Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι δυο από τα ομορφότερα γκολ που έχουν μπει στο αγγλικό ποδόσφαιρο (και χωρίς καμία δόση υπερβολής, δυο από τα ωραιότερα γκολ που έχουμε δει στην Ευρώπη) σημειώθηκαν σε παιχνίδια των δυο συγκεκριμένων αντιπάλων εκείνη την εποχή.

Στα μέσα Απρίλη του 1999 Άρσεναλ και Γιουνάιτεντ μονομαχούσαν πόντο-πόντο για τον τίτλο. Την ίδια ακριβώς περίοδο η μοίρα τις έφερε αντιμέτωπες στον ημιτελικό του Κυπέλλου στο ουδέτερα Βίλα Παρκ του Μπέρμιγχαμ. Μετά από ένα στείρο 0-0 το ραντεβού ανανεώθηκε για τρεις ημέρες αργότερα, στο ίδιο γήπεδο. Η Γιουνάιτεντ προηγήθηκε με τον Μπέκαμ στο πρώτο ημίχρονο όμως η Άρσεναλ ισοφάρισε με τον Μπέργκαμπ στην επανάληψη, έμεινε με παίκτη παραπάνω στο τελευταίο 15λεπτο και έφτασε μια ανάσα από τον τελικό στο τελευταίο λεπτό του αγώνα όταν ο Πάρλουρ κέρδισε πέναλτι. Ο Μπέργκαμπ σημάδεψε δεξιά, ο Σμάιχελ έπεσε σωστά, η τεράστια ευκαιρία χάθηκε και το ματς οδηγήθηκε στην παράταση. (Αυτό ήταν και το τελευταίο πέναλτι που εκτέλεσε στην καριέρα του ο Μπέργκαμπ!)

Στο δεύτερο ημίχρονο της παράτασης ο Βιειρά έδωσε μια αδικαιολόγητη λάθος πάσα στο κέντρο, η μπάλα κατέληξε στα πόδια του Ράιαν Γκίγκς και εκείνος ξεκίνησε την πιο ιστορική κούρσα της καριέρας του, περνώντας αμυντικούς με την ίδια άνεση και χάρη που ο Άιρτον Σένα προσπερνούσε μονοθέσια μέσα στη βροχή, στο Ντόνινγκτον Παρκ το 1993. Το τελείωμα με το σουτ στον ‘ουρανό’ των διχτυών, ο πανηγυρισμός με τη μετατροπή της φανέλας σε έλικα ελικοπτέρου και την αποκάλυψη του δασύτριχου στήθους – βγαλμένο από σώμα Έλληνα “greek kamaki” προηγούμενων δεκαετιών – και η είσοδος εκστασιασμένων οπαδών στο χόρτο ήταν το κερασάκι που χρειαζόταν για να εξυψωθεί άμεσα η φάση σε επίπεδα “μύθου”.

To γκολ εκείνο δεν καθόρισε μόνο τον ημιτελικό αλλά και όλη τη χρονιά. Μια εβδομάδα μετά η Γιουνάιτεντ κέρδιζε τη Γιουβέντους με επική ανατροπή μέσα στο Τορίνο και έφτανε στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Ένα μήνα αργότερα πανηγύριζε το κύπελλο, το Τσάμπιονς Λιγκ και το πρωτάθλημα, στο οποίο τερμάτισε ένα πόντο πάνω από την Άρσεναλ. “Πιστεύω αυτό το γκολ τους έδωσε το τρέμπλ εκείνης της χρονιάς. Ήταν σαν τραύμα για εμάς. Ακόμα ακούω τις φωνές των οπαδών τους που πανηγύριζαν εκείνη τη νίκη, δεν το πίστευαν γιατί έπαιζαν με 10. Πιστεύω ότι αυτό το κύμα ευφορίας που τους προκάλεσε τους βοήθησε να πάρουν μετά και τον τίτλο” δήλωνε πέρσι ο Βενγκέρ.

Ενάμιση χρόνο μετά από την τρελή κούρσα του Ουαλλού, τον Οκτώβρη του 2000, η Άρσεναλ υποδεχόταν τη Γιουνάιτεντ στο Χάιμπουρι. Σε μια ανύποπτη στιγμή, οι γηπεδούχοι εκτέλεσαν ένα φάουλ με κοντινή πάσα και ο Γκριμαντί πέρασε τη μπάλα στον Τιερί Ανρί, που βρισκόταν στα δυο μέτρα από τη μεγάλη περιοχή, με πλάτη στην εστία και με τον Ντένις Έργουιν κολλημένο πάνω του, μια κατάσταση στην οποία ποτέ, κανένας δεν θα μπορούσε να τον αποκαλέσει “άμεση απειλή για την εστία”. Κι όμως, δυο δευτερόλεπτα και δυο επαφές της μπάλας μετά όλο το γήπεδο βρισκόταν στο πόδι και ο Ανρί πανηγύριζε μπροστά στον πάγκο της ομάδας του, έχοντας σκοράρει με μια ασύλληπτη έμπνευση και ένα συνδυασμό τεχνικής, ενστίκτου, ευφυίας και φαντασίας που θα μπορούσε να προκαλέσει σε κάποιον ακόμα και Σύνδρομο Σταντάλ, μια ψυχοσωματική ασθένεια που προκαλεί ταχυπαλμία και ταραχή σε ανθρώπους που είναι εκτεθειμένοι σε ασυνήθιστα καλλιτεχνικά επιτεύγματα.

Το ότι ακόμα και κάτω από τόσο δύσκολες συνθήκες ο Γάλλος βρήκε τρόπο να στείλει τη μπάλα όχι απλά στην εστία, αλλά συγκεκριμένα στο πλαϊνό μέρος των διχτυων, ένα σημείο που συνήθως κατέληγαν τα φημισμένα αριστοτεχνικά πλασέ του, είναι μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια που ανεβάζει το γκολ ακόμα πιο ψηλά στην ιεραρχία των ομορφότερων στιγμών που έχουμε δει στο ποδόσφαιρο.

“Πριν το ματς ο Σερ Άλεξ μας είχε προειδοποιήσει ότι η Άρσεναλ τροφοδοτεί τον Ανρί με κοντινά φάουλ. Πριν το καταλάβουμε όμως την είχε ήδη σηκώσει και την είχε στείλει στα δίχτυα. Ήταν από τα καλύτερα γκολ” εκμυστηρεύτηκε χρόνια μετά ο Πολ Σκόουλς. Ήταν τόσο καλό που τελικά ψηφίστηκε από τους οπαδούς της Άρσεναλ ως το 2ο ωραιότερο στην ιστορία της ομάδας. (Η απάντηση στην ερώτηση που μόλις δημιουργήθηκε στο κεφάλι σου είναι “φυσικά το ζογκλερικό του Μπέργκαμπ απέναντι στη Νιούκαστλ”.)

Πηγή: www.sombrero.gr