La la land ~ Κριτική Ταινίας

Έτος: 2016

Σκηνοθεσία: Damien Chazelle

Πρωταγωνιστούν: Ryan Gosling, Emma Stone

Διάρκεια: 2ω 8λ

 

Στο σινεμά πλέον δεν υπάρχει παρθενογένεση. Υπάρχει όμως πρωτοτυπία. Και εκτός αυτού υπάρχουν τεχνικές που πλέον δεν χρησιμοποιούνται, όχι επειδή δεν είναι καλές ή ωραίες, αλλά επειδή τα τωρινά στάνταρ, στα οποία κινούνται οι ταινίες, έχουν μια τάση στην ‘ευκολία’. Ή μπορεί οι σύγχρονοι σκηνοθέτες να μην τις χρησιμοποιούν για να μην φανεί ότι αντιγράφουν. Από τη στιγμή όμως που δεν έχουν βρεθεί καινούργιες, δεν είναι κακό να ανατρέχουμε στα παλιά ώστε το επίπεδο και η ποιότητα μιας ταινίας να ανεβαίνει.

Αυτή η ‘ευκολία’ που προανέφερα δεν αφορά μόνο τη σκηνοθεσία αλλά και την ηθοποιία. Τα συνεχόμενα, ενιαία πλάνα έχουν αντικατασταθεί από το συνεχές μοντάζ. Είναι πιο εύκολο για έναν ηθοποιό και έναν σκηνοθέτη να γυρίσει μια σκηνή λίγων δευτερολέπτων παρά πενταλέπτου. Έτσι λοιπόν, οι σημερινές ταινίες κατακλύζονται από αυτό το στυλ και οι θεατές το έχουν συνηθίσει, λησμονώντας τον παλιό, καλό, ‘ασπρόμαυρο’ καιρό. Και εδώ είναι το πεδίο που το La La Land υπερτερεί και διδάσκει πως δεν είναι κακό οι ταινίες να γυρνάνε στις ρίζες τους, όπως κακό δεν είναι και ο μαθητής να μιμείται τον δάσκαλο.

Δυο νέοι άνθρωποι, ένας πιανίστας παθιασμένος με την jazz και μια κοπέλα που θέλει να γίνει ηθοποιός, στο σημερινό Los Angeles, γνωρίζονται και ερωτεύονται, ενώ ταυτόχρονα ο καθένας προσπαθεί να κυνηγήσει το όνειρό του και την επερχόμενη επιτυχία. Το σενάριο της ταινίας είναι φαινομενικά κοινότυπο και συνηθισμένο, ένα ακόμα love story του Hollywood. Φαινομενικά. Γιατί αποδεικνύεται εν τέλει πως η ιστορία που έχει να πει παρουσιάζει μια, κατά κάποιο τρόπο, πρωτοτυπία για ρομαντικό δράμα. Είναι πραγματική, ρεαλιστική, πως η ζωή έτσι είναι. Και είναι και εξαιρετικά καλογραμμένο, παρουσιάζοντας αλληγορικά τα στάδια της σχέσης τους με τις εποχές του χρόνου.

Και πάμε στη σκηνοθεσία και τη φωτογραφία (cinematography). Το κομμάτι που η ταινία πραγματικά αφήνει σαγόνια να κρέμονται και βάζει τα γυαλιά στους σύγχρονους σκηνοθέτες. Γιατί δεν χρησιμοποιεί τις αναμασημένες τωρινές τεχνικές, αλλά ταπεινά και χωρίς κόμπλεξ, γυρνάει πολλά χρόνια πίσω και παρουσιάζει στο σήμερα την τέχνη του τότε. Ο τρόπος που παίζει με τα φωτισμό είναι καταπληκτικός. Τον χρησιμοποιεί σαν δεύτερη κάμερα. Και αυξομειώνει το φως κατά τη διάρκεια των μακροσκελών του πλάνων. Κίνηση της κάμερας μέσα στη δράση, σωστή χρήση του μοντάζ και της κοντινής εστίασης, για να αποθανατίσει το συναίσθημα των ηθοποιών, αλλά και εικόνες μαγευτικές, που θα μείνουν και θα γίνουν κλασικές. Αυτή είναι η διαφορά της. Η κίνηση της κάμερας μέσα στη δράση, σε συνδυασμό με μακροσκελή συνεχόμενα πλάνα και ο τρόπος που χρησιμοποιεί το φως. Είναι απλό σκεπτικό και δύσκολο στην εφαρμογή του, καθώς έχει πολλές απαιτήσεις και από τους ηθοποιούς, αλλά αποζημιώνει στο μέγιστο. Οι ερμηνείες είναι άψογες, με βάθος και συναίσθημα, τόσο από την Emma Stone όσο και από τον Ryan Gosling. Εξαιρετικοί ηθοποιοί και οι δυο τους, δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό και ανταποκρίνονται με συνέπεια και τελειότητα στις απαιτήσεις των ρόλων τους, μιας και ο Ryan έπρεπε να παίξει ο ίδιος πιάνο.

Η μουσική ονειρική, συναισθηματική, συγκινητική, ενώ οι χορογραφίες είναι εξαιρετικές και πολύ όμορφες.

Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Damien Chazelle απέδειξε το 2014 το ταλέντο του, αλλά και την αγάπη του για τη jazz, με την πρώτη του ταινία, το καταπληκτικό και εκρηκτικό Whiplash. Θα είναι άραγε ο Damien ένας καλλιτέχνης του σινεμά που θα δημιουργεί διαφορετικά αριστουργήματα ή θα τον καταπιεί το ρεύμα της εποχής; Ο χρόνος θα δείξει. Το La La Land είναι μια ταινία που βγάζει έντονο συναίσθημα. Μια ταινία που χρειαζόμασταν, για να θυμηθούμε πώς είναι το διαφορετικό, το ποιοτικά και τεχνικά ανώτερο, αλλά και να μας δείξει πως η ζωή δεν είναι πάντα ‘ρομαντική’. Φόρος τιμής στον παλιό κινηματογράφο, που έθεσε τα θεμέλια και τους πρώτους ορόφους ενός κτιρίου, που όσο ψηλώνει ‘ασχημαίνει’, στο όνομα του καινούριου και του εναλλακτικού. Δεν λέω πως τώρα δεν υπάρχουν αριστουργήματα εκεί έξω. Υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Άπλα σπανίζουν. Γιατί το καλούπι, στο οποίο αναφέρθηκα στην αρχή, που κινούνται οι ταινίες, είναι εύκολο να οδηγήσει σε κάτι πραγματικά καλό, αλλά όχι απαραίτητα ξεχωριστό και ανώτερο από το συνηθισμένο.

 

Κριτική: 9,3/10

Γράφει  ο Δημήτρης Αδαλάκης