Ο Κάρλο Τσιπόλα και οι βασικοί νόμοι της ανθρώπινης ηλιθιότητας
Γράφει ο Θανάσης Μπαντές
Ο Κάρλο Τσιπόλα στο δοκίμιο «Οι βασικοί νόμοι της ανθρώπινης ηλιθιότητας» από την εισαγωγή ακόμα, είναι ξεκάθαρος: «Τα ανθρώπινα όντα έχουν το προνόμιο να είναι υποχρεωμένα να υπομείνουν ένα επιπλέον φορτίο – ένα πλεόνασμα βασάνων που δημιουργούνται καθημερινά από μια ομάδα ατόμων μέσα στο ίδιο το ανθρώπινο είδος. Αυτή η ομάδα είναι πολύ πιο ισχυρή από τη Μαφία, το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα ή το διεθνή κομμουνισμό – είναι μια ανοργάνωτη και αχαρτογράφητη ομάδα που δε διαθέτει αρχηγό ή πρόεδρο, δε διέπεται από κανονισμούς και ωστόσο κατορθώνει να δρα με άψογο συντονισμό, σαν να κατευθύνεται από κάποιο αόρατο χέρι, κατά τρόπο που η δράση του κάθε μέλους συμβάλλει δραματικά στην ενίσχυση και στην αύξηση της αποδοτικότητας των δραστηριοτήτων όλων των άλλων μελών». (σελ. 18). Η ηλιθιότητα ως πανίσχυρος παγκόσμιος συνασπισμός κινείται στα όρια του ανίκητου, ακριβώς χάρη στην ανοργάνωτη και αχαρτογράφητη υπόστασή του. Γιατί το αυθόρμητο δεν έχει καμία οργανωτική ανάγκη, όταν καταφέρνει να ταυτίζεται με το αυτονόητο. Και η ηλιθιότητα είναι αυθόρμητη. Το (φαινομενικά) οργανωμένο προσωπείο του ηλίθιου είτε αυτό είναι η σοβαρότητα, είτε οι πολιτικές ιδεολογίες, είτε ο συντηρητισμός, είτε η ψευτοπρόοδος, είτε οτιδήποτε, δεν πρέπει να ξεγελά. Ο ηλίθιος κρύβεται πάντα αυθορμήτως πίσω από κάτι, γιατί αδυνατεί να προσδιορίσει από μόνος του τον εαυτό του. Γι’ αυτό και ταυτίζεται με το προσωπείο του. Δεν ανέχεται καμία αμφισβήτηση. Η επιλογή προσωπείου – σχεδόν νομοτελειακά – είναι επιβαλλόμενη από τον κοινωνικό περίγυρο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι ηλίθιοι υιοθετούν τους απολύτως ενδεδειγμένους τρόπους συμπεριφοράς. Η ευπρέπεια, η ευυποληψία και ο καθωσπρεπισμός αποτελούν ιδεολογικές παντιέρες για τον ηλίθιο. Αν όμως ο κοινωνικός μικρόκοσμος της συναναστροφής κινείται σε ιδέες μειοψηφίας, ο ηλίθιος προσκολλάται αναγκαστικά σ’ αυτές και συνήθως είναι ο φανατικότερος. Με το δικό του ιδιόμορφο τρόπο αντλεί αυτοπεποίθηση. Νιώθει ψαγμένος, διαφορετικός, υποψιασμένος, εκτός της αδαούς μάζας. Κάθε ομάδα, κοινωνική, ιδεολογική, πολιτική, καλλιτεχνική, επιστημονική κτλ, είναι καταδικασμένη να φέρει στους κόλπους της τους δικούς της ηλίθιους.
Τελικώς, μ’ έναν τρόπο σχεδόν μαγικό οι ηλίθιοι συνασπίζονται. Αποτελούν μια ολότητα. Ο Νίκος Δήμου στο κείμενο «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» ταυτίζει εσφαλμένα την ηλιθιότητα με τη συντήρηση και την ευφυΐα με την πρόοδο, αλλά αντιλαμβάνεται ορθά την τάση σύμπλευσης που έχουν πάντα οι ηλίθιοι ανεξαρτήτως καταγωγής, ιδεολογικής τοποθέτησης, επαγγελματικής δραστηριότητας κλπ: «Ο συντηρητικός είναι καχύποπτος και φοβισμένος. Δεν εμπιστεύεται κανένα, δεν ανοίγεται, δεν τολμάει. Την εξυπνάδα που του λείπει, την αναπληρώνει με πονηριά» και «Οι συντηρητικοί είναι κάτι τούβλα – ο θεός να μας φυλάει! Στυλώνουν τα πόδια και κρατάνε κόντρα. Αυτό είναι το μόνο που ξέρουν. Να λένε: μη, όχι, ποτέ, έτσι τα βρήκαμε, προσοχή, κίνδυνος, όχι πειράματα, όχι ανοίγματα, φύλαγε τα ρούχα σου, κτλ. κτλ.». Η αλήθεια είναι ότι ο ηλίθιος δεν είναι κατ’ ανάγκη συντηρητικός. Μπορεί οι συντηρητικοί χώροι να έχουν ένα προβάδισμα στις προτιμήσεις των ηλιθίων (η πεπατημένη είναι ο βασικός τους μπούσουλας), αλλά ουκ ολίγοι ηλίθιοι και στους προοδευτικούς χώρους. Το σίγουρο είναι ότι στυλώνουν τα πόδια. Το προς ποια κατεύθυνση το κάνουν αυτό, είναι απλώς θέμα περιτυλίγματος. Ο Δήμου όμως, έχει δίκιο όταν λέει: «Και είναι περίεργο: ένας συντηρητικός της δεξιάς συγγενεύει περισσότερο μ’ έναν συντηρητικό της αριστεράς – παρά με έναν προοδευτικό της δικής του παράταξης». Αν αντικαταστήσουμε τις λέξεις συντηρητικός και προοδευτικός με τις λέξεις ηλίθιος και ευφυής βρισκόμαστε μπροστά σε μια επικίνδυνη αλήθεια. Οι βλάκες, με τρόπο καθαρά αντανακλαστικό, συμπορεύονται. Ενώνονται. Κι αν λάβουμε υπόψη ότι «η ισχύς εν τη ενώσει» δεν μένει παρά να φτάσουμε στην αποκρυσταλλωμένη διαπίστωση του Τσιπόλα που θέλει τους ηλίθιους να αποτελούν ομάδα πιο ισχυρή κι από τη Μαφία.
Ο Νίκος Δήμου είναι καταλυτικός: «Εδώ πρέπει να θυμηθούμε το παλιό ρητό: “η ισχύς εν τη ενώσει”. Ενώ οι έξυπνοι είναι ατομικιστές – οι βλάκες, που δεν εμπιστεύονται τον εαυτό τους, βρίσκουν και άλλους “συναδέλφους” και οργανώνονται. Αισθάνονται ασφαλείς μόνο σαν ομάδα. Δημιουργούν ένα συμπαγές τείχος πάνω στο οποίο προσκρούουν όλες οι προσπάθειες των έξυπνων. Οι κουτοί δικτυώνονται από γραφείο σε γραφείο, από υπηρεσία σε υπηρεσία, από υπουργείο σε υπουργείο. Γράφουν τους νόμους, τις διατάξεις και δεν αφήνουν τίποτα να περάσει που να μην είναι κατανοητό σ’ αυτούς – δηλαδή βλακώδες. Διευθύνουν τους κομματικούς μηχανισμούς (κι αυτή γραφειοκρατία είναι). Οι κουτοί οργανώνουν παντού τη λογοκρισία, την αστυνόμευση, την προπαγάνδα». Ο συνασπισμός των ηλιθίων που τελικά καταφέρνει να κυριαρχεί διεισδύοντας στους πιο νευραλγικούς μηχανισμούς της κοινωνίας είναι η επιβεβαίωση του Πρώτου Βασικού Νόμου της Ανθρώπινης Ηλιθιότητας, όπως διατυπώνεται από τον Τσιπόλα: Πάντα και νομοτελειακά όλοι υποτιμούν τον αριθμό των ηλίθιων ατόμων που κυκλοφορούν στην κοινωνία. Η υποτίμηση της πληθώρας των ηλιθίων δίνει την ψευδαίσθηση ότι όλα βαίνουν προς το καλό, ότι τίποτε δεν μπορεί να αντισταθεί στην ανθρώπινη ευφυΐα. Κι εδώ ακριβώς βρίσκονται οι ρίζες της τραγωδίας, αφού με την λανθασμένη εκτίμηση του αριθμητικού μεγέθους – κι ως εκ τούτου της ισχύος – των ηλιθίων διαπιστώνεται εν τέλει ότι η κοινωνία καπελώνεται αναπόδραστα απ’ αυτούς. Οι θέσεις κλειδιά έχουν καταληφθεί, οι αποφάσεις έχουν παρθεί. Τα πάντα τείνουν στο αμετάκλητο.
Και το ζήτημα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, αν αναλογιστούμε το Δεύτερο Βασικό Νόμο της Ανθρώπινης Ηλιθιότητας: Η πιθανότητα να είναι ηλίθιο ένα συγκεκριμένο άτομο είναι ανεξάρτητη από οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό αυτού του ατόμου. Ο Τσιπόλα αναφέρεται κυρίως στα εξωγενή χαρακτηριστικά του ατόμου, επικαλούμενος τη δύναμη της φύσης, που όπως διατηρεί συγκεκριμένες αναλογίες ανάμεσα στα αρσενικά και τα θηλυκά, έτσι διατηρεί και το ίδιο ποσοστό ηλιθιότητας ανάμεσα στους ανθρώπους. Η φύση δε λειτουργεί ρατσιστικά. Επιφυλάσσει τις ίδιες πιθανότητες ηλιθιότητας και στους Εσκιμώους και στους Ασιάτες και στους Ευρωπαίους και σ’ όλους. Ο παράγων μορφωτικό επίπεδο που επηρεάζει τους δείκτες της ευφυΐας, αφήνει τον Τσιπόλα ασυγκίνητο. Δίνοντας στο ποσοστό των ηλιθίων την ονομασία η επικαλείται την προσωπική του σπουδή μέσα στα πανεπιστήμια: «Ο πληθυσμός τους μπορεί να διαχωριστεί σε πέντε βασικές ομάδες: τους εργάτες, που δουλεύουν με μεροκάματο και κάνουν χειρωνακτικές εργασίες, τους καταρτισμένους υπαλλήλους, τους φοιτητές, το διοικητικό προσωπικό και τους καθηγητές. Κάθε φορά που εξέταζα τους εργάτες, ανακάλυπτα ότι ένα κλάσμα η του πληθυσμού τους ήταν ηλίθιοι. Καθώς η τιμή του η ήταν μεγαλύτερη απ’ όσο περίμενα (Πρώτος Νόμος), και συντασσόμενος με την επικρατούσα αντίληψη, αρχικά θεώρησα πως ο αποκλεισμός, η φτώχεια και η έλλειψη εκπαίδευσης ευθύνονταν γι’ αυτό. Όμως, ανεβαίνοντας τα σκαλιά της κοινωνικής ιεραρχίας, ανακάλυψα πως το ίδιο ποσοστό υπήρχε και μεταξύ των ειδικευμένων υπαλλήλων και των φοιτητών. Ακόμη πιο εντυπωσιακά ήταν τα αποτελέσματα στην ομάδα των καθηγητών. Είτε εξέταζα ένα μεγάλο πανεπιστήμιο ή ένα μικρό κολλέγιο, ένα φημισμένο ίδρυμα ή ένα άσημο, ανακάλυπτα πως το ίδιο κλάσμα η του πληθυσμού των καθηγητών ήταν ηλίθιοι». (σελίδες 30 – 31).
Φυσικά δεν μπορούμε να εκλάβουμε τον Τσιπόλα ως επιστημονικό ντοκουμέντο, αφού ούτε τον τρόπο έρευνάς του εξηγεί, ούτε τα πανεπιστήμια που ερεύνησε αναφέρει, ούτε καν ποιο ακριβώς είναι αυτό το ποσοστό η. Όμως, μη βιαστεί κανείς να πει ότι αυτές είναι οι αστικές θεωρίες που απαξιώνουν την εκπαίδευση ανάγοντας τα πάντα στη φύση, για να συγκαλύψουν τον άδικο εκπαιδευτικό αποκλεισμό που δήθεν δεν επηρεάζει τη νοητική ανάπτυξη του ανθρώπου, γιατί ο Τσιπόλα είναι ο απόλυτος αρνητής όλων των αστικών κατοχυρώσεων του κοινωνικού κύρους, αφού καμία αστική περγαμηνή – μορφωτικό επίπεδο, πολιτικό ή στρατιωτικό αξίωμα, πνευματικό ή καλλιτεχνικό βραβείο, κτλ. – δεν αποτελεί εγγύηση ευφυΐας. (Θα λέγαμε ότι κατακρημνίζει όλες τις καθιερωμένες αστικές αξίες). Ο Τσιπόλα είναι ηλίου φαεινότερο ότι παίζει. Όμως μέσα απ’ αυτή την παιχνιδιάρικη διάθεσή του ερχόμαστε κατάφατσα με μια αμείλικτη πραγματικότητα. Οι ηλίθιοι μπορούν να παρεισφρήσουν παντού, δεν υπάρχει κανένας κοινωνικός μηχανισμός που να μπορεί να τους εμποδίσει κι – ως εκ τούτου – όλοι είναι παντελώς απροστάτευτοι απέναντί τους. Κι όταν λέμε όλοι, εννοούμε όλοι, ακόμη και οι ίδιοι οι ηλίθιοι, που πολλές φορές αποδεικνύονται καταστροφικοί και για τον εαυτό τους. Γιατί ο Τρίτος Βασικός Νόμος της Ανθρώπινης Ηλιθιότητας δεν αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις: Ηλίθιος ονομάζεται το άτομο που οι πράξεις του προκαλούν ζημιές σε ένα άλλο άτομο ή σε μια ομάδα ατόμων, χωρίς το ίδιο να αποκομίζει κέρδη, ενώ πιθανά να υφίσταται ακόμη και ζημιές.
Υπό αυτή την έννοια, η απόλυτη κακία, που μόνο ως ανιδιοτελής πρόκληση συμφοράς μπορεί να εκληφθεί, δεν είναι παρά η πιο ξεκάθαρη απόδειξη της ηλιθιότητας. Γιατί ο επαγγελματίας κακοποιός, που από θέση αρχής προξενεί συμφορές, τουλάχιστον καρπώνεται προσωπικά ως όφελος το αντίτιμο της συμφοράς που προξένησε. Ο έξυπνος κακοποιός είναι αυτός που με τη δυνατότερο μικρότερη συμφορά εξοικονομεί τεράστιο προσωπικό κέρδος. Ο ηλίθιος κακοποιός είναι αυτός που με τη μέγιστη συμφορά πετυχαίνει πενιχρά κέρδη. (Ο κακοποιός που ληστεύει με μαχαίρι τη γιαγιά στη στάση, ρισκάροντας πολλά χρόνια φυλακή για ένα εικοσάευρω, είναι πέρα για πέρα ηλίθιος). Ο ζηλόφθων, ο κομπλεξικός, αυτός που επιθυμεί τη συμφορά του άλλου μόνο και μόνο ως ηθική ικανοποίηση της κατωτερότητάς του, είναι ο πιο αφιλοκερδής – υλικά τουλάχιστον – κακός. Η συναισθηματική του ανταγωνιστικότητα μετατρέπεται σε πνευματική αναπηρία, αφού, σχεδόν μαθηματικά, τον οδηγεί σε ανόητες συμπεριφορές. Αναμφισβήτητα, κατατάσσεται σε περίοπτη θέση ανάμεσα στους ηλίθιους, όσο μορφωμένος ή καταξιωμένος ή πετυχημένος κι αν είναι. Ο Τσιπόλα αναφέρει ότι το ποσοστό ηλιθιότητας η παραμένει σταθερό ακόμη κι ανάμεσα στους κατόχους Νόμπελ. Και φυσικά, δεν πρέπει να μας διαφύγει η κατηγορία των εντελώς ηλίθιων, των ανθρώπων που προξενούν ανυπολόγιστες ζημιές χωρίς να το παίρνουν χαμπάρι. Αυτό το είδος μπορεί να διέπεται και από καλοκαγαθία. Είναι η αριστοκρατία της ηλιθιότητας. Είναι οι άνθρωποι που υποχρεώνουν τον Τσιπόλα να διατυπώσει τον Πέμπτο Βασικό Νόμο της Ανθρώπινης Ηλιθιότητας: Ο ηλίθιος άνθρωπος είναι το πιο επικίνδυνο είδος ανθρώπου. Και ο νόμος αυτός έχει και πόρισμα: Ο ηλίθιος άνθρωπος είναι πιο επικίνδυνος από τον κακοποιό. Αν παραδεχτούμε ότι επικίνδυνος είναι αυτός απ’ τον οποίο δεν ξέρουμε πώς να φυλαχτούμε, ο Τσιπόλα έχει δίκιο. Αν σκεφτούμε όμως ότι ακόμη πιο επικίνδυνος είναι ο άνθρωπος από τον οποίο δεν γνωρίζουμε ότι κινδυνεύουμε, ο νόμος του Τσιπόλα παίρνει διαστάσεις αιώνιου αποφθέγματος. Ο ηλίθιος είναι ένας πραγματικός δημόσιος κίνδυνος, πράγμα που οι ευφυείς δεν θα συνειδητοποιήσουν ποτέ, όπως επιβεβαιώνει ο Τέταρτος Βασικός Νόμος της Ανθρώπινης Ηλιθιότητας: Οι μη ηλίθιοι άνθρωποι πάντα υποτιμούν την καταστροφική ισχύ των ηλίθιων ατόμων. Συγκεκριμένα, οι μη ηλίθιοι άνθρωποι συνέχεια παραβλέπουν πως η συναναστροφή και/ή ο συγχρωτισμός με ηλίθια άτομα απαρέγκλιτα αποδεικνύεται μοιραίο λάθος, ανεξάρτητα από τη χρονική στιγμή, την τοποθεσία και τις συνθήκες.
Η υποτίμηση του ηλίθιου είναι σχεδόν νομοτελειακή, αφού, επί της ουσίας, αποτελεί συγκοινωνούν δοχείο με το δυσδιάκριτο. Ο σύγχρονος πολιτισμός της ομοιοποίησης των ανθρώπων είναι το τέλειο καμουφλάζ του ηλίθιου. Μέσα στο πλαίσιο της καθορισμένης κοινωνικής συμπεριφοράς – που περιλαμβάνει τις επαγγελματικές ασχολίες, την κοινώς αποδεκτή ενδυμασία, την καλουπωμένη ευγένεια, ακόμη και τις διατροφικές συνήθειες – ο βλάκας κρύβεται υπέροχα, ως πραγματικός χαμελέων. Ο κουστουμαρισμένος ηλίθιος που μοστράρει πίσω απ’ το μεγάλο γραφείο είναι ακαταμάχητος. Ο Χαριτόπουλος στο «Εγχειρίδιο Βλακείας» τα λέει έξω απ’ τα δόντια: «Ο πολιτισμός ευνοεί το βλάκα. Στην πρωτόγονη κατάσταση τα πράγματα ήταν απολύτως ξεκαθαρισμένα. Αυτόν που αργούσε να καταλάβει γιατί τρέχουν οι άλλοι τον είχε αρπάξει η αρκούδα. Στην εποχή μας ο κάθε καθυστερημένος μπορεί να είναι κυβερνητικό στέλεχος ή αυτός που σε έχει ναρκωμένο στο χειρουργικό κρεβάτι. Οι τεχνικές και διοικητικές υποδομές που δημιουργήθηκαν με τη γιγάντωση των κοινωνιών άφησαν μεγάλα περιθώρια να καταλαμβάνουν υψηλές θέσεις στην κοινωνική κλίμακα και κάθε λογής σπουδαγμένοι φελλοί. Έτσι καλύπτεται μια πραγματική ανάγκη όχι μόνο γιατί οι έξυπνοι δεν επαρκούν ή δεν σπουδάζουν όλοι, αλλά και γιατί οι πιο ανεξάρτητοι από αυτούς προτιμούν να στρέφονται σε περισσότερο ελεύθερες και δημιουργικές ασχολίες από το να εγκλωβιστούν σε ένα στεγνό επαγγελματικό χώρο. Για ορισμένα ελεύθερα πνεύματα είναι προτιμότερο να ανοίξουν μπαράκι σε κάποιο νησί παρά να κλειστούν με κοστουμιά, τσάντα και γυαλί απ’ το πρωί ως τη νύχτα στην πολυεθνική». (σελίδες 67 – 68).
Ο ευφυής που υποτιμά το βλάκα, θεωρώντας δεδομένη την προσωπική του υπεροχή λόγω πνευματικής ανωτερότητας, δεν είναι ευφυής. Ο ευφυής οφείλει να γνωρίζει το ανίκητο του βλάκα. Ο ευφυής οφείλει να μη συμπεριφέρεται αλαζονικά. Η υποτίμηση του βλάκα έγκειται κυρίως στην αδιαφορία για τον εντοπισμό του. Ο ευφυής, αν αρχίσει να αναλώνεται με το διαρκές ξεψάχνισμα των ανθρώπων για τον εντοπισμό του βλάκα, πέρα από το χάσιμο του χρόνου του, αναγκαστικά θα γίνει καχύποπτος και πονηρός, θα αποκτήσει δηλαδή ξεκάθαρα συμπτώματα βλακείας, καθότι «όποιος μπλέκεται με τα πίτουρα τον τρων οι κότες». Ο ευφυής, αν θέλει να παραμείνει ευφυής, οφείλει να προσπεράσει το βλάκα. Αν πάλι ο ευφυής πρέπει να ανταγωνιστεί το βλάκα, ας πούμε σε μια επαγγελματική προαγωγή, είναι σχεδόν αδύνατο να τον νικήσει, αφού ο βλάκας είναι διατεθειμένος να χρησιμοποιήσει μέσα – γλειψίματα, τραπεζώματα, ρουφιανιές, κλπ – που ο ευφυής αδυνατεί να παρακολουθήσει. Μοιραία ή πρέπει να κάνει τα ίδια, δηλαδή να συμπεριφερθεί σαν ηλίθιος ή να αποσυρθεί. Η παραίτηση του ευφυή είναι μονόδρομος κι αυτή ακριβώς είναι η ήττα (τουλάχιστο σε κοινωνικό επίπεδο) που μοιραία μετατρέπεται σε απαξίωση, δηλαδή υποτίμηση, ως στοιχειώδης μηχανισμός άμυνας, ο οποίος όμως έχει ξεκάθαρες ρεαλιστικές βάσεις (δεν είναι μόνο παρηγοριά), αφού ο ευφυής μπορεί να χάνει τη θέση, αλλά διασώζει τον εαυτό του. Η ηλιθιότητα καταπολεμάται μόνο με ηλιθιότητα. Αν οι ευφυείς αποφασίσουν να εξοβελίσουν τους βλάκες πρέπει να γίνουν και οι ίδιοι βλάκες. Όμως, μια κοινωνία αποκλειστικά ηλιθίων δεν μπορεί να υπάρξει. Η έννοιες ευφυΐα και ηλιθιότητα είναι καταδικασμένες να συνυπάρχουν, αφού η καθεμία νοηματοδοτείται μόνο μέσα από την άλλη και η εξαφάνιση της μιας αποτελεί την αυτόματη εξαφάνιση και της άλλης. Κι αυτός είναι ένας ακόμη νόμος που καθιστά την ηλιθιότητα ανίκητη.
Κάρλο Τσιπόλα «Οι βασικοί νόμοι της ανθρώπινης ηλιθιότητας», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, Αθήνα 2012
Διονύσης Χαριτόπουλος «Εγχειρίδιο Βλακείας», εκδόσεις ΤΟΠΟΣ, Αθήνα 2008
Το κείμενο του Νίκου Δήμου «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή κειμένων του Νίκου Δήμου που φέρει τον τίτλο «Οι Έλληνες», εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα 1981
Πηγη: eranistis.net