Μια από τις πλέον σιχαμένες εκφράσεις έτσι όπως έχουμε μάθει να τα γελοιοποιούμε όλα. Πάσχα στο χωριό λοιπόν, λες και η Αθήνα ή οι μεγάλες πόλεις της χώρας μπορούν να συγκριθούν με τις αντίστοιχες άλλων χωρών. Λες και θα έρθει η “Μαίρη Κλέρ” με τα ταγιέρ της (τυχαίο παράδειγμα κάποιας που χρησιμοποιεί την έκφραση) για επίσκεψη από την Καλιφόρνια.
“Πάσχα στο χωριό” και για τους χωριάτες και για τους πολίτες – χωριάτες. Το ίδιο είναι, ένα καζάνι που μέσα βράζουμε όλοι, γι’αυτό please, ας μην χρησιμοποιήσουμε στο εξής γελοίους όρους. Να μην διαχωριστούμε λέω εγώ καλύτερα.
Μεγάλη εβδομάδα για τον ελληνορθόδοξο και Πάσχα που τον κάνει να νιώθει περηφάνια, δεν είναι τίποτε άλλο πια εκτός από: καφέ, μαλλί, καφέ, ρούχα, καφέ, ούζα, καφέ, πέτσα από αρνί, καφέ, ποτό μέχρι το ξημέρωμα, πονοκέφαλος, καφέ, πάλι από την αρχή. Ξέχασα την πασαρέλα. Σημαντική παράλλειψη. Ουσία μηδέν. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια κι ένα ισχυρότατο έθιμο μας έχασε παντελώς την αξία του. Έμειναν μόνο με τα μάτια ορθάνοιχτα τα δεκάδες χιλιάδες σφαγμένα αρνιά να μας κοιτάζουν με απορία.
Θυμάμαι κάποτε στο χωριό (όλη η Ελλάδα είναι χωριό) που έφτανε μεγάλο Σάββατο και περίμεναμε τον Χριστό να αναστηθεί. Αλήθεια. Είχαμε περάσει την Μ. εβδομάδα συμμετέχοντας σε όλα τα έθιμα. Το ζούσαμε και ήταν όμορφα. Υπήρχε επικοινωνία ουσιαστική, προσμονή, χαρά, αγάπη μεταξύ των ανθρώπων και γλέντι απ’την καρδιά και για την καρδιά. Όχι για τα μάτια. Τα αρνιά δεν μας κοιτούσαν με τέτοια απορία.
Θυμάμαι τότε που ήμουν παιδί. Ίσως τελικά αυτό να φταίει, ότι δεν είμαστε πλέον παιδιά. Γι’αυτό δεν θα γράψω άλλο. Μόνο σας παρακαλώ, όχι άλλες ηλίθιες εκφράσεις, όχι άλλη τζάμπα περηφάνια και επίδειξη. Δεν είμαστε για να περηφανεύομαστε για κάτι. Μόνο να θυμόμαστε, πως κάποια έθιμα με τα οποία είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε με την διατήρησή τους, είχαν ως στόχο την κοινωνική επαφή. Πέρα από αντιλήψεις, πιστεύω κλπ, αν το καλοσκεφτείς υπήρχε νόημα. Το νόημα που χάθηκε κάπου στον δρόμο έπειτα..
*Η φωτογραφία είναι από ένα Πάσχα μακρινό, στο Γελήνι Κορινθίας. Πολύ πιτσιρικάς, ανάμεσα σε αγαπημένους ανθρώπους που άλλοι είναι εδώ και άλλοι όχι.
Γράφει ο Στάθης Ντάγκας