Πήρα στα χέρια μου τις εξετάσεις και ακόμη ήταν πρωί. Είχα ξυπνήσει ναι, όμως ποτέ δεν είναι αρκετά ημέρα για τέτοια πράγματα και δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε πως το εννοώ. “Όλα τέλεια” μου λέει η μικροβιολόγος “ετούτη τη φορά”. “Έχεις καταφέρει να κρατήσεις μια καλή υγεία, αλλά, για πες μου, πότε κοίταξες τελευταία τον θυροειδή σου”; Ο θυροειδής είναι, από όσα έχω μάθει τα προηγούμενα χρόνια μέχρι σήμερα, ένας αδένας ιδιαιτέρως σημαντικός για τη λειτουργία του οργανισμού. Ένα “μηλαράκι” κάπου εκεί κοντά στη βάση του λαιμού, εσωτερικά, το οποίο ρυθμίζει βιολογικές μα και πολλές φορές ακόμη και συναισθηματικές ή νοητικές – ψυχολογικές εργασίες. Κάπου εδώ, με την ευκαιρία της -πέρασε απ’ έξω και δεν ακούμπησε – ιατρικής ανάλυσης που επιχειρήθηκε παραπάνω, να σημειώσω ότι το συγκεκριμένο όργανο το έχω αγαπήσει. Ναι, καλά διαβάσατε. Ο λόγος δεν είναι άλλος από τη ποικιλία των όσων προσφέρει ή δεν προσφέρει, και ακόμη περισσότερο, χωρίς να θέλω να σας φανώ παράξενος, για την ιδιοτροπία του. Γιατί σου λέει πως όταν νιώθει ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά με το περιβάλλον, με το μυαλό σου, την τοξικότητά, το dna, με την κληρονομιά και την τύχη σου τη μαύρη, γυρνάει και επιτίθεται στον εαυτό του! Γυρνάει και επιτίθεται στον εαυτό του, με τέτοιο τρόπο και τόσο βίαιο που μερικές φορές, σε σύντομο χρονικό διάστημα, δεν υπάρχει άλλος εαυτός του για να επιτεθεί. Εδώ δηλαδή μιλάμε για το πλέον χρήσιμο μα παράλληλα αυτοκαταστροφικό όργανο του ανθρώπινου οργανισμού.
Έκλεισα το χαρτί, χαμογέλασα ευγενικά και αποχώρησα από το μικροβιολογικό εργαστήριο. Καρφωμένη στο μυαλό μου η έκφραση της ιατρού, αλλά και μια ανάμνηση ότι εσχάτως όλο πνίγομαι. Ακόμη και οι μπλούζες που φοράω με πνίγουν. “Έχω την αίσθηση ότι έχεις αναπτύξει όζους, καθότι όλες οι υπόλοιπες μετρήσεις πλην των αντισωμάτων είναι οκ”, “γι’ αυτό να το δεις άμεσα καθώς δεν ξέρουμε σε τι μπορεί να εξελιχθεί”. Μπήκα στο αυτοκίνητο και προχώρησα στη δουλειά μου. Σταμάτησα στο μαγαζάκι που αγοράζω καφέ όπως κάθε ημέρα, χωρίς πολλά λόγια αυτή τη φορά και κάπως σκεπτικός. Έπειτα όμως από λίγη ώρα και καθώς ταξίδευα, άρχισα να νιώθω πάλι εκείνη την αγάπη για το θυροειδή αδένα μου. Μα πως τα καταλαβαίνει όλα αυτό το σκοροφαγωμένο πια μηλαράκι; Πως γίνεται όταν δεν είμαι καλά ψυχολογικά, όταν για κάποιο διάστημα νιώθω θλίψη, απόγνωση και βασανιστικές σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό μου, εκείνο να επιτίθεται στον εαυτό του με τόση δύναμη; Τι θέλει να μου διδάξει; Κι αν δεν θέλει ή δεν έχει σκοπό να μου προσφέρει μάθηση, τι πιστεύει ότι θα καταφέρει τελικά με έναν τέτοιο πόλεμο εναντίον του;
Η θυρεοειδίτιδα Χασιμότο είναι πάθηση που ανήκει σε μια μεγάλη κατηγορία νοσημάτων που λέγονται αυτοάνοσα νοσήματα. Η χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα ή νόσος Χασιμότο αποτελεί την πιο συχνή μορφή μη ειδικής θυρεοειδίτιδας και την πιο συχνή αιτία υποθυρεοειδισμού και βρογχοκήλης. Προσβάλει εννέα φορές περισσότερο τις γυναίκες σε όλες τις ηλικίες με μεγαλύτερη όμως συχνότητα σε γυναίκες μέσης ηλικίας. Αρκετά συχνά υπάρχει οικογενής επίπτωση. (Πηγή: Βικιπαίδεια).
Τώρα, καθισμένος εδώ και αρκετά πιο ήρεμος από το πρωί, προσπαθώ να εντοπίσω το νόημα πίσω από το γραπτό που διαβάζετε. Ενδόμυχα επιθυμώ να βρω κάτι εξαιρετικά λογοτεχνικό και γουστόζικο για να κλείσω τη σύντομη ιστορία, που την ονόμασα κάπως βιαστικά, το ομολογώ, “ένα χαλασμένο μήλο”. Δεν βρήκα κάτι. Έτσι λοιπόν θα κλείσω κάπως κοινά, λέγοντας αρχικά πως όταν το σώμα πονάει μάλλον πρώτα φταίει το μυαλό. Αλλά αυτό το γνωρίζετε νομίζω ήδη. Κατά δεύτερο και κλείνω με αυτό, θα πω ότι ένας χαλασμένος κατά τα φαινόμενα και τις μετρήσεις θυροειδής, όσο επικίνδυνος κι αν μπορεί να εξελιχθεί, τόσο καλός δάσκαλος μπορεί να γίνει. Το γιατί θα το αφήσω να το σκεφθεί ο καθένας από το δικό του μετερίζι, από τη δική του σκοπιά και διάθεση. Κι επειδή δάσκαλοι δεν υπάρχουν πια, όπως έλεγε κάποτε ο μεγάλος Λιαντίνης, ας μην ψάχνουμε άσκοπα τριγύρω να τους βρούμε. Καλύτερα να παρατηρήσουμε με μεγαλύτερη προσοχή το σώμα μας, το περιβάλλον, τα πράγματα….
Οι απαντήσεις, η γνώση και όλα τα γιατί του κόσμου βρίσκονται σε αφθονία εκεί.
Σ.Ν. “Chinaski”
Υ.Γ.: Μπόνους ένα τραγουδάκι. Σήμερα φορέσαμε ζακέτα ή νομίζω;