Τις τελευταίες ημέρες επιχειρώ τακτικά ένα διαχωρισμό. Έχει να κάνει με την εποχή προ virus από τη μια πλευρά και με την εποχή που διανύουμε right now από την άλλη. Ξέρετε, για τις συνήθειες που είχε το σύνολο της κοινωνίας, για τα πράγματα που έκανε, για τη συμπεριφορά του, για τα social media, για την οικονομία και για πολλά ακόμη. Θα σας απογητεύσω όπως απογοητεύτηκα κι εγώ, που ενώ στην αρχή της καραντίνας πίστευα πως θα βγει σε καλό (δεν αναφέρομαι στο κομμάτι της υγείας αυτό καθαυτό), τώρα, με την εμπειρία αυτής, θεωρώ πως χάθηκε τσάμπα χρόνος.
Διορθώστε με μα υγεία δεν είναι μόνο τα νοσοκομεία και η παρεμπόδιση ενός φονικού ιού που απειλεί την ανθρωπότητα. Υγεία είναι το να μη σμπαραλιάζεται το δημόσιο σύστημα υγείας και την κρίσιμη στιγμή να μη “φορτώνεται” η ευθύνη στους πολίτες. Υγεία δεν είναι μόνο η σωματική. Ξεκινά πολλές φορές από το μυαλό και καταλήγει στο υπόλοιπο σώμα. Ε λοιπόν στο μυαλό αυτή η χώρα και οι άνθρωποί της νοσούν χρόνια ολόκληρα. Πιθανώς κι άλλες πολλές χώρες και οι ανθρώποι τους να νοσούν το ίδιο, όμως εγώ αναφέρομαι στη δική μας, λόγω “εμπειρίας”.
Νομίζω πως υπήρξαν στιγμές τις περασμένες εβδομάδες που καραντινιαζόμαστε, που είδα κόσμο να συμπεριφέρεται στον διπλανό του (με απόσταση ασφαλείας πάντοτε βάση των οδηγιών) όπως θα συμπεριφέρονταν στην εποχή της εξάπλωσης της λέπρας. Τρόμος. Και ο τρόμος ήταν ανέκαθεν ο χειρότερος σύμβουλος.
Διάβαζα ένα αρθρο χθες περί μετριότητας σε κάθε επίπεδο, η οποία απειλεί ή μάλλον έχει καταφέρει να επικρατήσει. Μετριότητα στη σκέψη, στη ζωή, στις σχέσεις, στην εργασία, στην προσφορά, στην τέχνη, στα πάντα. Ο αιώνας μας θα μπορούσε πολύ ωραία να περιγραφεί ως ο “αιώνας της μετριότητας”. Δεν ξέρω αλήθεια γιατί ξεκίνησα να γράφω αυτές τις γραμμές και γνωρίζω πως κινδινεύω να χαρακτηριστώ γραφικός, το λιγότερο. Όμως, με συγχωρείτε, κάτι δεν πάει καλά εδώ πέρα.
Μένουμε σπίτι, οκ. Με ασφάλεια, με συνείδηση. Γιατί δεν μπορούμε λοιπόν μέσα από το σπίτι μας να κλείσουμε την πόρτα σε μερικές αθλιότητες που αποδεδειγμένα χρόνια τώρα δρουν σαν ιός φονικός στην ίδια μας την ύπαρξη; Γιατί ας πούμε να μη κλείσουμε την πόρτα στις ειδήσεις των 8 και μισή; Γιατί είναι δύσκολο να κλείσουμε την πόρτα στις γελοίες “ειδήσεις” του διαδικτύου; Γιατό αδυνατούμε να κλείσουμε οριστικά την πόρτα στο αποτυχημένο πολιτικό σύστημα και τους αδίστακτους εκφραστές του; Είναι τόσο δύσκολο να κλείσουμε την πόρτα στην υποκουλτούρα που βαπτίζεται τέχνη; Σίγουρα θα είναι δύσκολο να διαβάσουμε ένα ωραίο βιβλίο του τάδε συγγραφέα από τα 1800. Πιθανώς να μας είναι δύσκολο να μην ξεβρακωνόμαστε στο instagram γιατί “τι θα γίνει τότε με τους followers μας και την υπέρμετρη αυταρέσκεια μας”; Πως θα ήταν άραγε αν δοκιμάζαμε να είμαστε άνθρωποι, να αγαπούσαμε αληθινά, να μην ψάχναμε για αρπαχτές, να μέναμε πιστοί σε μια ιδέα ή μια αγάπη; Πως θα ήταν ένα πιάτο φαγητό χωρίς upload κάπου που θα έπιανε πραγματικά τόπο αν το προσφέραμε. Χωρίς φανφάρες, έτσι απλά, ένα πιάτο φαγητό, ένα ποτήρι νερό, μια γαμημένη τσίχλα. Πως θα ήταν ένας κόσμος με περισσότερη ανθρωπιά ρε; Έχουμε τελικά εικόνα; Η συνηθίσαμε στη μαλακία που μας έμαθαν και οκ προχωράμε, όποιος μείνει έμεινε;
Κάτι τέτοιες σκέψεις κάνω συνέχεια και έρχομαι να υποθέσω πως με έχει πειράξει ο εγκλεισμός. Σε λίγο να δεις που θα πάθω και κανέναν ιδρυματισμό και δεν θα μπορώ να κυκλοφορήσω καθόλου εκεί έξω. Ευτυχώς όμως που η εργασία μου είναι τέτοια που δεν μου επιτρέπει να μένω σπίτι. Ίσως να ανήκω κι εγώ στους ήρωες της πρώτης γραμμής που λένε τελευταία. Ει, μανατζερ, τι λες να το διαφημίσουμε λιγάκι;
Πάνε δέκα χρόνια κρίσης πια και θα μου επιτρέψετε να μη διαχωρίσω την παρούσα κατάσταση από αυτά τα χρόνια. Δέκα γαμημένα χρόνια, από τη ζωή μας, ίσως τα πιο δημιουργικά για μερικές γενιές όπως η δική μου. Νούμερα, ποσοστά, faκε news, ρατσισμός, πόλεμοι κάθε είδους, φτώχεια ατελείωτη και από την άλλη πλούτος και ιλουστρασιόν φωτογραφίες στο insta. Φτώχεια και θλίψη, ξεριζωμός και από την άλλη μπουκάλια σε οικτρά ξενυχτάδικα. Θάλασσες με φουρτούνες και να μην έχουμε ακόμη καταλάβει τίποτα. Αν όχι ούτε τώρα, τότε πότε;
Γι’ αυτό δεν θα γράψω τίποτε άλλο απόψε. Θα αφήσω ένα τραγουδάκι για καληνύχτα εδώ και θα φύγω. Όνειρα γλυκά και είθε μια ημέρα να έρθει η ομορφιά και να βασιλέψει τον κόσμο. Δημοκρατικά, για να μην παρεξηγούμαστε κιόλας.
Γράφει ο Στάθης Ντάγκας “Chinaski”.