Ο Σ.Ν. "Chinaski" επιθυμεί να διατηρήσει το τετράδιο του γεμάτο με διάφορες ιστορίες. Λογοτεχνία, προσπάθεια έκφρασης, φωτογραφίες, μουσική και διάφορα άλλα που κάνουν τη ζωή να κυλάει πιο ανάλαφρα. Στείλτε κι εσείς τις δικές σας ιδέες, με χαρά του να τις φιλοξενήσει.
Όμως στην άκρη αυτής της σκιάς είναι αναπόφευκτο να υπάρχει ένα φως, που το μαντεύουμε κιόλας και δεν έχουμε τίποτα άλλο να κάνουμε παρά να αγωνιστούμε για να συνεχίσει να υπάρχει. Πέρα από τον μηδενισμό, όλοι μας, ανάμεσα στα ερείπια, προετοιμάζουμε μια αναγέννηση. Αλλά λίγοι το ξέρουν..
Με αφορμή τον αδόκητο θάνατο του σπουδαίου συνθέτη Νότη Μαυρουδή, ο δημοσιογράφος Πέτρος Κατσάκος θυμήθηκε και μοιράστηκε στο Facebook ένα παλαιότερο ρεπορτάζ του από το 1997-98 για το πρώτο λεωφορείο της ημέρας
Ειδικότερα, όπως σημειώνει ο ίδιος, τότε ήταν ρεπόρτερ στο Mega κι ένα από τα θέματα που θα μείνει για πάντα χαραγμένο στην καρδιά του ήταν αυτό για το «πρώτο λεωφορείο», το οποίο κι έντυσε μουσικά με το «Πρωινό Τσιγάρο» του Νότη Μαυρουδή, να παίζει ως «χαλί» στην ιστορία του.
«Ένα πρωινό τσιγάρο που ακόμα καπνίζει
Θα ήταν 1997 ή 1998 αν θυμάμαι καλά. Ρεπόρτερ στο Mega ήμουν τότε. Κι ένα από τα θέματα που έκανα για το κανάλι και θα μείνει για πάντα χαραγμένο στην καρδιά μου ήταν αυτό για το “πρώτο λεωφορείο”. Ένα μικρό αφιέρωμα στον κόσμο του μεροκάματου που νύχτα ακόμα περιμένει σε μια παγωμένη στάση το πρώτο λεωφορείο για τη δουλειά. Δεν ξέρω γιατί αλλά όταν μπήκα στο μοντάζ σιγομουρμούριζα συνέχεια μέσα από τα χείλη μου τα στιχάκια του Αλκαίου στην μελωδία του Μαυρουδή. Τόλμησα και έβαλα το “Πρωινό Τσιγάρο” χαλί στην ιστορία του πρώτου λεωφορείου και έτσι αυτή την μικρή ιστορία την αγάπησα όσο καμία άλλη» γράφει χαρακτηριστικά.
Στο συγκλονιστικό ρεπορτάζ ακούμε τους βιοπαλαιστές που καθημερινά μοιράζονται τις ίδιες θέσεις, να μιλούν για το πρώτο λεωφορείο της μέρας.
«040 τ΄όνομά του, ένα λεωφορείο γεμάτο μεροκάματα, μεροκάματα σε εργοστάσια, οικοδομές, ναυπηγεία και λερωμένες σκάλες πολυκατοικιών»
Το ρεπορτάζ κλείνει ως εξής:
«Άραγε, τι να μπορείς να ονειρευτείς αυτήν την ώρα με το κεφάλι σου γερμένο στον ώμο; Ίσως ένα μεροκάματο καλύτερο, ίσως ακόμα ένα δευτεριάτικο πρωινό που ο ήλιος θα σε βρει σ’ ένα ζεστό κρεβάτι να έχεις χάσει το λεωφορείο αλλά να μην σε νοιάζει».
Για τους σημερινούς νέους το όνομα Ελβιέλα μάλλον θα θυμίζει πρωταγωνίστρια μεξικάνικου σίριαλ, αλλά οι «παλιοσειρές» ξέρουν την αλήθεια.
Από την δεκαετία του ’50 και μετά οι Ελβιέλες αποτέλεσαν ένα πραγματικό φαινόμενο που συνεπήρε τους πιτσιρικάδες της εποχής, βάζοντας στα… πόδια τους τα πρώτα παπούτσια τύπου σνίκερς που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα και κατέκλυσαν την αγορά.
Το ζητούμενο εκείνα τα χρόνια ήταν ένα σχετικά φτηνό, ευκολοφόρετο και άνετο παπούτσι, που θα μπορούσαν να φορούν τα παιδιά στο σχολείο, στη γυμναστική ή στις επιδείξεις (που ήταν τότε της μόδας), χωρίς να ματώνουν τα πέλματά τους από τα άβολα και σκληρά τυπικά δερμάτινα υποδήματα που κυκλοφορούσαν τότε.
Ακόμη και τα περίφημα «σπορτέξ» που κυριάρχησαν αργότερα, δεν υπήρχαν ούτε ως έννοια ή όρος καταγεγραμμένα στο μυαλό των Ελλήνων. Τόσο παλιές είναι οι Ελβιέλες!
Και τόσο έντονη η παρουσία τους που «βάφτισαν» για δεκαετίες αυτό το είδος παπουτσιού με την λαστιχένια σόλα και την πάνινη επένδυση, το οποίο αποτέλεσε μια ιδέα των Νικολάου Μαυροφίδη και Νικολάου Αγινάδη, δυο συνεταίρων με καταγωγή από την Μικρά Ασία, που διατηρούσαν την Ελληνική Βιομηχανία Ελαστικού. Δηλαδή την ΕΛ(ληνική) ΒΙ(ομηχανία) ΕΛΑ(στικού) ή απλά –όπως μαρτυρά το αρκτικόλεξο- την ΕΛ.ΒΙ.ΕΛΑ!
Το εργοστάσιό τους στην οδό Καλυψούς στην Καλλιθέα λειτουργούσε από το 1928 κιόλας, όμως ανέστειλε τη λειτουργία του την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής. Η επιστροφή του όμως μετά τον όλεθρο υπήρξε εντυπωσιακή και εξαιρετικό παράδειγμα της ανόδου, της πτώσης και τελικά της αναγέννησης μιας μίνι… αυτοκρατορίας.
Πλέον μοναδικοί ιδιοκτήτες της επιχείρησης ήταν οι γιοι του Νικολάου Μαυροφίδη, Αιμίλιος και Στέφανος, οι οποίοι το κράτησαν ανοιχτό μέχρι το 1961, όταν και τα χρέη σε τραπεζικά ιδρύματα και ιδιώτες «γονάτισαν» το εργοστάσιο. Μπορεί εκείνο, λοιπόν, τελικά να έκλεισε, δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τις Ελβιέλες καθώς ένας από τους πιστωτές, η υποδηματοποιία «Αλυσίδα» (που είχε ιδρυθεί το 1932 ως «Ηνωμένα Εργοστάσια Καουτσούκ Ο.Ε.»)αγόρασε και απορρόφησε την εταιρεία, αλλάζοντας για χάρη της ακόμη και όνομα. Γεννήθηκε η «Αλυσίδα-ΕΛΒΙΕΛΑ» που κυριάρχησε στην αγορά.
Η εταιρεία είχε έδρα την Θεσσαλονίκη και από την συμπρωτεύουσα έμελε να ξεπηδήσει και ο ανταγωνισμός που τελικά νίκησε τις Ελβιέλες και τις έθεσε εκτός παιχνιδιού. Ήταν ο Νίκος Κατράντζος, όνομα συνδεδεμένο με τον Άρη, που έφερε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τα «Sportex», όταν ακόμα οι γνωστές σε όλους μας μάρκες αθλητικών ειδών δεν είχαν καταγραφεί στο λεξιλόγιο του Έλληνα. Αυτά τα γαλλικής προέλευσης παπούτσια είχαν ένα σημαντικό αυτού. Έβγαιναν και σε άλλα χρώματα!
Όταν ο ανταγωνισμός έγινε ακόμη μεγαλύτερος με την είσοδο στην αγορά και των «Ζίτα», του πρώην παράγοντα της ΑΕΚ, Ζαφειρόπουλου, οι Ελβιέλες πέρασαν οριστικά στο περιθώριο και «επιβίωσαν» για λίγα χρόνια ακόμα μόνο μέσα στα στρατόπεδα του Ελληνικού Στρατού, όπου κάθε νεοσύλλεκτος εφοδιαζόταν την πρώτη μέρα της παρουσίας του με τα άσπρα και μπλε πάνινα παπούτσια, τα οποία τελικά έδωσαν το όνομά τους σε ολόκληρο το είδος.
Ακόμη και το 1983 όταν και έφτασαν μέχρι την χώρα μας τα γνωστά σε όλους μας All-Star, ως αμερικάνικες Ελβιέλες εμφανίστηκαν! Φυσικά, για έναν κολοσσό όπως είναι η Converse (αλλά και οι άλλες μεγάλες φίρμες σαν την Nike, την Adidas ή την Puma) ο εν ελλάδι ανταγωνισμός υπήρξε ένα πολύ χαμηλό εμπόδιο το οποίο με ευκολία ξεπέρασαν, πετώντας οριστικά εκτός αγοράς κάθε άλλο παπούτσι.
Για τους παλιούς βέβαια, ούτε τα All-Star ούτε καν τα Nike Air μπορούν να συγκριθούν με την παλιά, καλή, παραδοσιακή Ελβιέλα. Στο κάτω-κάτω της γραφής, καμία από αυτές τις μάρκες δεν μπορεί να φτιάξει σύνθημα σαν το περίφημο «Έλβις Πρίσλεϊ ξαναέλα με παπούτσια Ελβιέλα»!
Τον σπουδαίο Κορίνθιο Προπονητή Γιάννη Κόλλια τιμούν ο Δήμος Κορινθίων και η ομάδα που ο ίδιος οδήγησε στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1998, η Εθνική Ελπίδων και Δευτεραθλήτρια Ευρώπης U21 του 1998.
Προς τιμήν του Γιάννη Κόλλια θα διεξαχθεί ποδοσφαιρικός αγώνας μεταξύ της Εθνικής Ελπίδων του 1998 με τον ΠΑΣ Κόρινθος. Αρκετοί αθλητές της ελπίδων του 1998, να σημειώσουμε πως συμμετείχαν με την Εθνική ανδρών το 2004 στο Euro που όλοι θα θυμόμαστε. Ονόματα όπως αυτά του Δέλλα, Καραγκούνη, Μπασινά, Λάκη και άλλων, τη Δευτέρα θα πατήσουν το χορτάρι του σταδίου στην Κόρινθο και οι μνήμες θα ζωντανέψουν ξανά.
Ο αγώνας θα διεξαχθεί την Δευτέρα 14 Νοεμβρίου στις 4 το απόγευμα στο Δημοτικό Στάδιο Κορίνθου με ελεύθερη είσοδο για το κοινό.
Σκεφτείτε για λίγο την εικόνα: Μια παρέα φίλων που έχει μόλις τελειώσει το κλασικό, εβδομαδιαίο παιχνίδι της στα 8Χ8 χαζολογάει πίνοντας μπύρες. Πάνω στο χαβαλέ και την ικανοποίηση από το πως εξελίχθηκε το ματσάκι κάποιος πετάει μια ιδέα: “Και γιατί να μην κάνουμε κι εμείς μια κανονική ομάδα; Μια χαρά τα πάμε στα τουρνουά που παίρνουμε μέρος. Πού ξέρεις, μπορεί κάποτε να φτάσουμε να παίξουμε και στις μεγάλες κατηγορίες”. Κάποιοι γελάνε, κάποιοι του πετάνε ξηρούς καρπούς αλλά στο τέλος, χάρη και στη βοήθεια του αλκοόλ, όλοι ενδίδουν. “Γιατί όχι; Φάση θα έχει”.
Σύντομα η ομάδα ιδρύεται και εντάσσεται στις πιο χαμηλές κατηγορίες του τοπικού. Ένα μόνο χρόνο αργότερα, αυτή η παλιοπαρέα φουλ ερασιτεχνών βγαίνει στον αγωνιστικό χώρο του ‘Αλεχάντρο Βιγιανουέβα’ και ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει μπροστά σε 35.000 κόσμο την πρωταθλήτρια της χώρας, Αλιάνσα Λίμα, στο πλαίσιο ενός αγώνα της πρώτης κατηγορίας! Η ιστορία είναι φανταστική, μοιάζει αδιανόητα ακραία αλλά, όσο κουλό κι αν ακούγεται, τυπικά είναι εφικτή. Μπορεί να γίνει. Πώς; Καλώς ήρθατε στον μαγικό κόσμο του Κόπα Περού.
To Κόπα Περού ακούγεται και μοιάζει με διοργάνωση κυπέλλου αλλά δεν είναι. Έχει μέσα του ένα σύστημα διεξαγωγής που θυμίζει πολύ ένα κλασικό πρωτάθλημα αλλά δεν είναι ούτε αυτό. Το Κόπα Περού είναι κάτι άλλο, κάτι μοναδικό, κάτι που δεν χωράει σε μια λέξη, πιθανόν και σε μια πρόταση. Το Κόπα Περού είναι μια τρέλα, σε μια ήπειρο που εδώ και πολλές δεκαετίες κάνει έναν άτυπο διαγωνισμό για το ποιος θα σκεφτεί και θα υλοποιήσει την καλύτερη, την μεγαλύτερη, την πιο ακραία.
Η εισαγωγική και μόνο πρόταση της περιγραφής του αρκεί για να πειστείς: Κανείς δεν ξέρει πόσες ομάδες συμμετέχουν στο Κόπα Περού. Αρκετοί έχουν προσπαθήσει κατά καιρούς να τις μετρήσουν. Ελάχιστοι τα κατάφεραν. Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι το πόρισμα τους ήταν σωστό. Πριν λίγα χρόνια ένας θαρραλέος χρήστης του twitter με πάρα πολύ ελεύθερο χρόνο έβγαλε τις ομάδες εκείνης της χρονιάς κάτι παραπάνω από 22.000! Είκοσι δυο χιλιάδες. Ένας άλλος, μια άλλη χρονιά τις έφτασε στις 25.000 και κάτι ψιλά. Όπως και η ηλικία όμως, το νούμερο των ομάδων που συμμετέχουν δεν έχει σημασία. Είναι απλά ένας αριθμός. Σημασία έχει η τρέλα. Κι από αυτή άλλο τίποτα.
Στο Κόπα Περού συμμετέχουν όλοι. Χωρίς καμία δόση υπερβολής. Όποιος θέλει φτιάχνει μια ομάδα πριν να ξεκινήσει η διοργάνωση, της δίνει ό,τι όνομα μπορεί να φανταστεί (“Ομάδα Χουάν Ρομάν Ρικέλμε”, “Ομάδα Χο-Τσι-Μιν”, “Οι γατοφάγοι”, ό,τι θέλει. Μια από τις αγαπημένες ασχολίες κάποιων γραφικών Περουβιανών είναι να ψάχνουν κάθε χρόνο τα πιο αστεία ονόματα, που αρκετές φορές θυμίζουν κωμικές εμπνεύσεις παρέας που λαμβάνει μέρος σε τουρνουά 5Χ5 με έπαθλο ένα μπουκάλι στην Πάολα) την καταχωρεί στο μητρώο της ΠΟ του Περού και είναι έτοιμος να λάβει μέρος στον πιο μεγάλο ποδοσφαιρικό μαραθώνιο του πλανήτη. Οι μόνες ομάδες που εξαιρούνται είναι αυτές που συμμετέχουν στις δυο πρώτες κατηγορίες του Περού, καθώς ο στόχος όλων είναι αυτές. Ο δεύτερος του τουρνουά κερδίζει αυτόματα την άνοδο στην δεύτερη κατηγορία της χώρας. Και ναι, όπως πιθανόν το φανταστήκατε ήδη, ο νικητής της διοργάνωσης κερδίζει την απ’ευθείας άνοδο στην Πριμέρα Ντιβιζιόν! Αν η ερώτηση είναι “Παράλογο;” η απάντηση είναι “Λατινοαμερικάνικο!”.
Δεν έχει σημασία από πόσο χαμηλά ξεκινήσατε, αν το ρόστερ της ομάδας σας έχει 14 παίκτες όλους κι όλους, αν το γήπεδο σας είναι ένα χωράφι σε κάποιο χωριό ψηλά στις Άνδεις, αν το μπάτζετ σας είναι πιο μικρό κι από αυτό ελληνικής οικογένειας το 2022 ή αν τις φανέλες τις πλένει η μάνα του αρχηγού στη σκάφη. Αν με κάποιον μαγικό τρόπο η ομάδα σας κερδίζει τα παιχνίδια μέσα στο γήπεδο (ή και έξω από αυτό) μπορεί μέσα σε λιγότερο από 12 μήνες να φτάσει να παίζει στην υψηλότερη κατηγορία, σε μεγάλα γήπεδα, απέναντι σε διεθνείς ποδοσφαιριστές!
Το τουρνουά ξεκινάει κάθε χρόνο τον Φεβρουάριο από το επίπεδο γειτονιάς και έχει ουσιαστικά πέντε στάδια. Τους πρώτους τρεις μήνες γίνεται το ξεσκαρτάρισμα στην “Συνοικιακή φάση”, κοινώς παίζουν οι ομάδες των πόλεων μεταξύ τους. Μιας και κάθε πόλη ή περιοχή έχει άλλο αριθμό ομάδων, λόγω διαφορετικού πληθυσμού, κάποια από αυτά τα τουρνουά (ειδικά στις μεγάλες πόλεις) έχουν εξτρά κατηγορίες και εξτρά νοκ άουτ και κάπου εδώ χάνεται εύκολα η μπάλα αν θέλει κάποιος να καταγράψει όλα τα παιχνίδια. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο οι ομάδες που προκρίθηκαν παίζουν στην ‘Επαρχιακή Φάση’, κοινώς αντιμετωπίζουν και ομάδες που απέχουν μερικά χιλιόμετρα από την έδρα τους.
Στην 3η φάση, που φτάνει μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού περίπου, το τουρνουά ανοίγει λίγο ακόμα και οι ομάδες αντιμετωπίζουν τους υπόλοιπους νικητές της περιφέρειας τους. Μιας και η χώρα έχει 25 περιφέρειες, οι δυο πρώτες κάθε επιμέρους τουρνουά προκρίνονται στην “Εθνική Φάση”, εκεί που το πράγμα σοβαρεύει αρκετά αφού το ενδιαφέρον είναι πλέον πανεθνικό. Είναι πολύ συχνό φαινόμενο σε αυτό το στάδιο να διαβάσεις ειδήσεις πως κάποια ομάδα βρήκε ξαφνικά νέους χορηγούς και ανακοίνωσε μέσα σε μια μέρα 5, 10 ή 15 μεταγραφές εν όψει του πρωταθλήματος της “Εθνικής Φάσης”! Σε αντίθεση με τις προηγούμενες φάσεις, που οι αγώνες συνήθως είναι νοκ άουτ, σε αυτό το επίπεδο γυρνάμε σε ένα φορμάτ πρωταθλήματος. Αν θέλεις να το αποκαλέσεις έτσι. Που πιθανόν να μην θέλεις.
Η κάθε μια από τις 50 ομάδες παίζει τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο 6 αγώνες. Τρεις εντός έδρας, τρεις εκτός έδρας. Ερωτήσεις όπως πώς επιλέχθηκε το 6, πώς βγαίνουν οι αντίπαλοι της και πώς κρατιόμαστε για να μην κατουρηθούμε από τα γέλια δεν πρόκειται να απαντηθούν. Όλα τα αποτελέσματα συγκεντρώνονται σε μια ενιαία βαθμολογία και στο τέλος των 6 αυτών περίεργων αγωνιστικών οι 32 πρώτες συνεχίζουν σε μια κλασική φάση νοκ άουτ. Μετά από τους αγώνες των 32, των 16 και των 8, οι τέσσερις ομάδες που θα φτάσουν ως τα ημιτελικά θα προχωρήσουν στην 5η και τελική φάση, που αποκαλείται “La Finalísima”.
Σε αντίθεση με αυτό που περιμένεις να ακούσεις (κάτι που λογικά δεν σου προκαλεί καμία απολύτως έκπληξη εφόσον έχεις φτάσει ως εδώ – και μπράβο σου γι’αυτό), η “La Finalísima” δεν είναι δυο ημιτελικοί και ένας τελικός. Είναι ένα μικρό πρωταθληματάκι, όπου όλοι παίζουν με όλους σε ένα ουδέτερο γήπεδο. Ο δεύτερος της βαθμολογίας κερδίζει την άνοδο στη δεύτερη κατηγορία, ο πρώτος παίρνει το τρόπαιο και ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει την επόμενη σεζόν τους ‘μεγάλους’ της χώρας.
Σε όλο αυτό το χαοτικό σύστημα η παράνοια κάνει πάρτι, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά που συνοδεύουν μια τέτοια κατάσταση. Στους πρώτους μήνες όπου ο ερασιτεχνισμός αγγίζει ταβάνι, τα ευτράπελα είναι αμέτρητα και ο σοβαρός έλεγχος εκ μέρους των διοργανωτών σχεδόν ανύπαρκτος. Οι ιστορίες που προκύπτουν στα χιλιάδες παιχνίδια ανά τη χώρα δεν μπορούν εύκολα να συμβαδίσουν με τη σκέψη ότι ο νικητής του τουρνουά μπορεί την επόμενη χρονιά να διεκδικήσει το πρωτάθλημα του Περού.
Υπάρχουν αγώνες που έχουν διακοπεί γιατί το γήπεδο έγινε πέρασμα αγελάδων ή… χώρος ανακούφισης (Μετάφραση: Τουαλέτα) άλλων ζώων, υπάρχουν παιχνίδια στις πρώτες φάσεις που διεξήχθησαν για λόγους ανωτέρας βίας σε αυτοσχέδια γήπεδα στην πλατεία χωριού, δίπλα σε αυτοκίνητα και μαγαζιά, υπάρχουν κωμικοτραγικά σκηνικά με κατηγορίες για στησίματα συμπαικτών μπροστά στις κάμερες, υπάρχουν γήπεδα σε τεράστια υψόμετρα στις Άνδεις στα οποία κάποιοι φιλοξενούμενοι τα φτύνουν μέσα σε μερικά λεπτά (για παράδειγμα στη φετινή “Εθνική Φάση” υπάρχουν 21 ομάδες με έδρα σε υψόμετρο σαν του Ολύμπου και μια που το γήπεδο της βρίσκεται στα 4.330 μέτρα!), υπάρχουν περιπτώσεις που μια ομάδα παίρνει στο κυνήγι τον διαιτητή που ξεφεύγει πηδώντας φράχτες, υπάρχουν περιπτώσεις που και οι δυο ομάδες παίρνουν στο κυνήγι τον διαιτητή, υπάρχουν περιπτώσεις που η μια ομάδα παίρνει στο κυνήγι την άλλη ομάδα, υπάρχουν περιπτώσεις που μια ομάδα φεύγει από το γήπεδο με το λεωφορείο της αστυνομίας, υπάρχουν αγώνες που δεν ξεκίνησαν στην ώρα τους γιατί ο διαιτητής ήταν τόσο ντίρλα που δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος.
Υπάρχει μπόλικο ξύλο από αυτά που, δυστυχώς, συναντάς σε ντέρμπι τοπικών κατηγοριών. Υπάρχουν άπειρα δολοφονικά τάκλιν, κατσαπλιάδες αμυντικοί που θεωρούν πιο εύκολο και μαθηματικά λογικό να σημαδέψουν τα πόδια (ή το… κεφάλι) παρά τη μπάλα, και γήπεδα που ο αγωνιστικός χώρος μοιάζει με χρησιμοποιημένο ναρκοπέδιο. Γι’αυτό κιόλας το τουρνουά αποκαλείται συχνά και “El Fútbol Macho”. Το ποδόσφαιρο των αρσενικών. Το Κόπα Περού σου δίνει μια τρελή ευκαιρία να φτάσεις από τον πάτο στην κορυφή του ποδοσφαίρου της χώρας μέσα σε λίγους μήνες. Αλλά για να το καταφέρεις αυτό είναι δεδομένο ότι θα υποφέρεις.
Το πιο αξιοπερίεργο ίσως δεδομένο πίσω από όλη αυτή την συμπυκνωμένη γραφικότητα είναι ότι αρκετές φορές οι ομάδες που ξεπετάγονται από το τουρνουά δεν αντιμετωπίζονται ως σάκος του μποξ στη μεγάλη κατηγορία. Σε ένα από τα πιο ακραία παραδείγματα μάλιστα, η Ντεπορτίβο Μπινασιονάλ, μια ομάδα που ιδρύθηκε στα τέλη του 2010, κατάφερε το 2017 να κατακτήσει το Κόπα Περού και μέσα στα επόμενα τρία χρόνια πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα και έπαιξε στο Κόπα Σουνταμερικάνα και στο Κόπα Λιμπερταδόρες! Μια ομάδα που έγινε ουσιαστικά επαγγελματική το 2018, χάρη στο Κόπα Περού. Εκτός από τις ομάδες που γίνονται διάσημες από το πουθενά μέσα σε ελάχιστο χρόνο, το τουρνουά αναδεικνύει νέους, ικανούς προπονητές και νέα ποδοσφαιρικά ταλέντα που φτάνουν να παίξουν μέχρι και στην εθνική και υπό άλλες συνθήκες πιθανόν να σπαταλούσαν αρκετά χρόνια παίζοντας σε τοπικό επίπεδο ή να μην εντοπίζονταν ποτέ και να χανόνταν για πάντα.
Όπως είναι λογικό, ένα τόσο περίεργο εγχείρημα έχει αρκετούς φίλους, που απολαμβάνουν αυτό το μείγμα γραφικότητας, κωμωδίας και (ας το πούμε) ρομαντισμού και άλλους τόσους εχθρούς που στέκονται κυρίως στις ακρότητες που λαμβάνουν χώρα στις πρώτες φάσεις (είτε μιλάμε για βια, είτε για μιλημένα παιχνίδια) με πρόφαση την πιθανή μελλοντική αναγνωρισιμότητα και το όνειρο μιας θέσης στην πρώτη κατηγορία. Η φετινή πάντως θα είναι η τελευταία σεζόν που ο νικητής θα πάρει αυτόματα το εισιτήριο για την Πριμέρα Ντιβιζιόν. Από του χρόνου, ο τίτλος θα συνδυάζεται με μια άνοδο στη 2η κατηγορία, ώστε να είναι λίγο πιο λογική και σταδιακή η μετάβαση ενός συλλόγου από φουλ ερασιτεχνικός σε φουλ επαγγελματικός. Ακόμα και έτσι όμως, το όνειρο διατηρείται ζωντανό για αμέτρητους ερασιτέχνες Περουβιανούς που περνάνε τα σ/κ τους κυνηγώντας μια μπάλα. Ο σύντομος δρόμος για τις επαγγελματικές κατηγορίες παραμένει ανοιχτός. Το… μόνο που χρειάζεται να κάνουν είναι να ξεχωρίσουν από τις υπόλοιπες ομάδες.
Αν αναρωτιέστε τι συμβαίνει, δεν είναι άλλο από το ότι ο άνθρωπος σήμερα έχει απωλέσει την ανθρώπινη υπόσταση του. Πρόκειται για τον πόλεμο της εποχής μας, στον οποίο έχουμε μπει χωρίς όπλα και προς το παρόν χάνουμε με κάτω τα χέρια. Χαμογελαστές φωτογραφίες και πρότυπα λαμπιρίζουν, χαράσσουν γραμμές σε ένα βρόμικο χάρτη, την ίδια στιγμή που το μέσα κενό μεγαλώνει. Και το κενό για να κλείσει χρειάζεται μοίρασμα. Αυτό είναι που συμβαίνει.
Τι γίνεται άραγε με τις στιγμές όταν φεύγουν; Με όλα εκείνα τα συναισθήματα; Ο πόνος, η χαρά, το δάκρυ, το χαμόγελο, μια ωραία σκέψη, μια έξυπνη ατάκα, ένα παιχνίδισμα του ηλίου στη θάλασσα, η απόγνωση, το ψέμα, η αλήθεια; Τι γίνεται με τον χρόνο που περνάει; Αποθηκεύεται κάπου; Επιστρέφει σε εμάς και τα πράγματα με μια άλλη μορφή; Κι αν ναι, τότε γιατί ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να ξεχνάει ή να θυμάται έστω επιλεκτικά; Τι γίνεται με τις στιγμές που φεύγουν; Ακόμη δεν έμαθα τίποτα..
Χρησιμοποιούμε cookies για να διασφαλίσουμε ότι σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στον ιστότοπό μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι είστε ικανοποιημένοι με αυτόν.