Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω..

Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω γιατί η μνήμη είναι το σπουδαιότερο πράγμα σε ετούτο τον κόσμο. Την μνήμη δεν μπορεί κανεις να σου την πάρει, κανεις πέρα από τον ίδιο σου τον εαυτό. Το νου σου τέλος πάντων. Μπορεί να την διαστρεβλώσει, να την λασπώσει, να την κιτρινίσει, όμως είναι κάτι ολότελα δικό σου και αυτό μετράει.

Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω όλους εκείνους που λησμονήθηκαν στον δρόμο για τις περισπούδαστες κατακτήσεις. Εκείνους με το ατόφιο χαμόγελο και την ειλικρινή προσφορά. Την ανιδιοτελή. Όσους δεν περιμένουν ανταλλάγματα για να δώσουν γιατί έχουν ψυχικό περρίσευμα και δεν τους καίγεται καρφάκι.

Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω ποτέ όσους πήραν αμέριστη βοήθεια και την μετέτρεψαν σε παλιανθρωπιά, για λίγη δόξα, “για μια χούφτα δολλάρια” όπως θα έγραφε κι ο Σέρτζιο Λεόνε. Εκείνους με τα βαθυστόχαστα τσιτάτα που τα βράδια βλέπουν εφιάλτες επειδή γνωρίζουν πως η αξία τους είναι μηδενική.

Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω όσους μπήκαν στο παιχνίδι στηριζόμενοι σε πλάτες αγνές αλλά δυνατές. Μπήκαν στο παιχνίδι για να το βρωμίσουν και να καπαρώσουν μια ψεύτικη θέση στην μνήμη των ανθρώπων.

Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω κανένα πρόσωπο των όμορφων ημερών, θέλω να τα κρατήσω μέσα μου ως φωτεινούς φάρους αλήθειας και μαγκιάς. Είναι ελάχιστα, είναι λίγα σε σχέση με όσα θα έπρεπε, αλλά η ζωή έτσι είναι φτιαγμένη. Οι ελάχιστοι, οι λίγοι κάνουν τη γη να γυρίζει ακόμη.

Θα προσπαθήσω να μην ξεχάσω και εσείς να θυμόσαστε επίσης, ότι δεν είναι ανάγκη να έχεις τον πρώτο ρόλο για να πρωταγωνιστείς. Το φως βρίσκεται εκεί που δεν ψάχνεις για να το βρείς.

 

Γράφει ο Στάθης Ντάγκας

Χρόνια πολλά Rory..

Ο Ρόρι Γκάλαχερ ήταν άνθρωπος που λατρεύτηκε από το ροκ κοινό της χώρας μας. Κατά την ταπεινή μου άποψη επίσης υπήρξε ο κορυφαίος μπλουζίστας όλων των εποχών. Τεράστια κομμάτια του διαχρονικά στον χρόνο μας κρατούν ακόμη συντροφιά. Αυθεντικός, Ιρλανδός με τα όλα του και με ότι συνεπάγεται αυτό, με μια κιθάρα (την φημισμένη στρατοκάστερ) για μια ζωή, άφησε ανεξίτηλο στίγμα στον κόσμο της μουσικής.


Ένα μικρό βιογραφικό παρακάτω από το sansimera.gr

Ιρλανδός μουσικός του μπλουζ – ροκ. Μέγας δεξιοτέχνης της ηλεκτρικής κιθάρας, με πολλούς και πιστούς θαυμαστές και στη χώρα μας.

Ο Γουίλιαμ Ρόρι Γκάλαχερ (Willian Rory Gallagher) γεννήθηκε στις 2 Μαρτίου 1948 στο Μπαλισάνον και μεγάλωσε στο Κορκ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας. Ο πατέρας του εργαζόταν στην τοπική ηλεκτρική εταιρεία και ενθάρρυνε τον Ρόρι και τον αδελφό του Ντάνιελ στις μουσικές τους αναζητήσεις.

Ο Ρόρι έμαθε κιθάρα και μετά το σχολείο έπαιζε σε τοπικές μπλουζ μπάντες. Το 1963 σχημάτισε το συγκρότημα «Fontana» και στη συνέχεια τους «Impact», με τους οποίους έδωσε συναυλίες και εκτός των ιρλανδικών συνόρων. Το 1966 δημιούργησε τους «Taste», με τη συμμετοχή του ντράμερ Τζον Γουίλσον και του μπασίστα  Ρίτσαρντ ΜακΚράκεν. Το 1968 μετακόμισαν στο Λονδίνο, όπου έως το 1970 που διαλύθηκαν, ηχογράφησαν για την Polydor μία σειρά από άλμπουμ, με σημαντικότερο το «On The Boards» του 1970.

Όταν ο ΜακΚράκεν και ο Γουίλσον αποχώρησαν για να φτιάξουν τους «Stud», ο Ρόρι προχώρησε το 1971 στη δημιουργία ενός προσωπικού σχήματος, με τη συμμετοχή των Τζέρι ΜακΑβόι στο μπάσο και του Γουίλγκαρ Κάμπελ στα ντραμς. Μέσα στο χρόνο κυκλοφόρησαν δύο άλμπουμ («Rory Gallagher», «Deuce»), που δεν πέρασαν απαρατήρητα. Μεγαλύτερη επιτυχία είχε το «ζωντανό» άλμπουμ του 1972 «Live In  Europe», καθώς είχε αρχίσει να δημιουργεί όνομα με τις συναυλιακές εμφανίσεις του. Την ίδια χρόνια, ο Ρόρι συμμετείχε στο άλμπουμ του Μάντι Γουότερς «In London».

Το 1973 o Ροντ Ντε Αθ αντικατέστησε τον Κάμπελ στα ντραμς, ενώ στο σχήμα προστέθηκε και ο Λου Μάρτιν στα κίμπορντς, που επηρέασε ιδιαίτερα τον ωμό και σκληρό ήχο του Γκάλαχερ. Το συγκρότημα του Γκάλαχερ ως κουαρτέτο πλέον θα ηχογραφήσει τα άλμπουμ «Blueprint» (1973), «Tattoo» (1973), «Irish Tour ’74» (1974), «Against the Grain» (1975) και «Calling Card» σε παραγωγή του Ρότζερ Γκλόβερ των Deep Purple (1976). Ενδιάμεσα είχε αλλάξει δισκογραφική εταιρεία, υπογράφοντας στην Chrysalis, το 1975.

Οι εσωτερικές αλλαγές στο γκρουπ του συνεχίστηκαν. Μετά την αποχώρηση των Ντε Αθ και Μάρτιν και την προσθήκη του ντράμερ Τεντ ΜακΚίνα, ηχογράφησε ως τρίο τα άλμπουμ «Photo-Finish» (1978), «Top Priority» (1979) και το λάιβ «Stage Struck» (1980). Στις 12 Σεπτεμβρίου 1982 εμφανίστηκε για πρώτη φορά ενώπιον του αθηναϊκού κοινού στο στάδιο της Νέας Φιλαδέλφειας, σε μία αλησμόνητη όσο και επεισοδιακή συναυλία.

Ο Γκάλαχερ συνέχισε να ηχογραφεί, αν και πιο αραιά, λόγω και των προβλημάτων υγείας που παρουσίαζε. Διατήρησε, πάντως, την επαφή του με το κοινό του στην Ευρώπη με μία σειρά από συνεπή, αλλά και προβλέψιμα άλμπουμ: «Jinx» (1982), «Defender» (1987) και «Fresh Evidence» (1990).

Ωστόσο, η μακροχρόνια κατανάλωση αλκοόλ, σε συνδυασμό με τα φάρμακα που έπινε για να καταπολεμήσει τον φόβο του για τα αεροπορικά ταξίδια, του προκάλεσε ανεπανόρθωτη βλάβη στο ήπαρ, με αποτέλεσμα στην τελευταία του συναυλία στην Ολλανδία στις 10 Ιανουαρίου 1995 να είναι εμφανή τα σημάδια της κόπωσης. Λίγο αργότερα εισήχθη σε νοσοκομείο του Λονδίνου και στις 14 Ιουνίου ο σπουδαίο ιρλανδός ρόκερ άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 47 ετών.


 

Επιμέλεια: Στάθης Ντάγκας

Άνοιξη καρδιά μου!

Χρίστος Λάσκαρης,
«Διαβάζοντας ένα ποίημα»
Διάβαζα ένα ποίημα για την άνοιξη
όταν την είδα να έρχεται από μακριά: μισή γυναίκα, μισή όνειρο.
Κατέβαινε το μονοπάτι κάτω στεφανωμένη με άνθη κερασιάς.
Τότε κατάλαβα τι δύναμη έχουν τα ποιήματα.
(Από τη συλλογή «Τέλος του προγράμματος», 1997 –συγκεντρωτική έκδοση «Χρίστος Λάσκαρης – Ποιήματα», εκδ. Γαβριηλίδης, 2004)

John Wick 1 ~ Κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Chad Stahelski, David Leitch

Πρωταγωνιστούν: Keanu Reeves, Michael Nyqvist, Alfie Allen, Willem Dafoe Διάρκεια: 1ω 41λ

 

To 2014 κυκλοφόρησε η ταινία “John Wick” με πρωταγωνιστή τον κάποτε σπουδαίο Keanu Reeves. Μια ταινία όπου ο καλύτερος δολοφόνος της Ρωσικής μαφίας επιστρέφει, αφού είχε αποσυρθεί για να αφοσιωθεί στη γυναίκα που αγάπα, για να πάρει εκδίκηση καθώς ο γιος του πρώην αφεντικού του εισβάλει στο σπίτι του John, σκοτώνει το σκυλί του, που του είχε αφήσει η γυναίκα του για να ξεπεράσει το θάνατο της, και κλέβει το αγαπημένο του αμάξι. Είναι μια ταινία εκδίκησης όπου η υπόθεση αλλά και οι χαρακτήρες φαντάζουν αρκετά cliché. Τα φαινόμενα όμως απατούν. Ναι μεν η υπόθεση δεν έχει να μας δώσει κάτι καινούριο αλλά τόσο οι χαρακτήρες όσο και η σκηνοθεσία απογειώνουν την ταινία, δίνοντας της μια αρτιστική ατμόσφαιρα γκανγκστερικού θρίλερ, ένα είδος που μπορούμε να πούμε ότι η ποιότητά του εκλείπει, αφού οι ταινίες αυτές αναλώνονται σε πολλές και ανούσιες κυκλοφορίες .

Ο John Wick είναι ο απόλυτος δολοφόνος με το κουστουμάτο του στυλ που σπέρνει το θάνατο προκειμένου να φτάσει το στόχο του. Cliché; Όχι. Γιατί ο John Wick μπορεί να έχει το ίδιο στυλ με πολλούς πρωταγωνιστές πολύ κατώτερων ταινιών του είδους, με τη διαφορά όμως ότι ο John Wick ματώνει. Δεν είναι από αυτούς τους χαρακτήρες που αντιμετωπίζουν τους κακούς καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας και φεύγουν με μια γρατζουνιά. Τον χτυπούν, τον αιχμαλωτίζουν, τον μαχαιρώνουν, τον πυροβολούν. Έχει τρομερές ικανότητες αλλά πάνω από όλα είναι άνθρωπος όπως οι αντίπαλοι του και μπορεί να πάθει ότι και αυτοί και η ταινία αυτό το δείχνει. Επιπλέον οι χαρακτήρες έχουν βάθος και ουσία ενώ οι διάλογοι είναι αυτοί που πρέπει χωρίς περιττές κουβέντες και φανφαρολογίες.

Η σκηνοθεσία είναι πολύ προσεγμένη και απεικονίζει άψογα τις σκηνές δράσεις, αποφεύγοντας κουραστικά κοντινά και υπερκινητικά πλανά. Οι σεναριογράφοι ξέρουν ότι το σενάριο τους θα είναι cliché, οπότε εστιάζουν στους χαρακτήρες αλλά και τον κόσμο του John Wick, για να δημιουργήσουν κάτι πρωτότυπο με γερά θεμέλια. Δημιουργεί έναν εντελώς καινούριο κόσμο με τους κανόνες του, το στυλ του, τους χαρακτήρες του, αποκτώντας έτσι την δίκη της ταυτότητα. Ως αποτέλεσμα έχουμε μια ταινία που μας δείχνει κάτι καινούριο με cliché τρόπο, δημιουργώντας έναν νέο κόσμο με ουσιώδεις χαρακτήρες και δράση στο κόκκινο, υπενθυμίζοντάς μας γιατί κάποτε αγαπήσαμε τον Keanu Reeves και γιατί πρέπει να το ξανακάνουμε.

Κριτική: 7.5/10

Γράφει ο Δημήτρης Αδαλάκης

Όλα γύρω είναι λάθος κι όμως άξιζε..

Κάθεσαι συχνά σε μια άκρη και ξεχνιέσαι. Αδιάφορο το που βρίσκεται αυτή η άκρη. Στην θάλασσα, στο γυμναστήριο, στο δωμάτιο, στη  δουλειά, οπουδήποτε. Ξεχνιέσαι και είναι σα να βουτάς στη μηχανή του χρόνου. Πηγαίνεις πίσω, έχεις πια τρέξει έναν ικανό αριθμό χρόνων ώστε να μπορείς να “ταξιδέψεις” πάλι σε αυτά. Βλέπεις πως ήσουν, πως έγινες, τι έγινες. Άξιζε τον κόπο; Ή πήγανε στράφι οι προσπάθειες; Άξιζε τον κόπο που έμεινες εδώ να παλεύεις διαρκώς με τους δαίμονες; Γιατί οι δαίμονες δεν τελειώνουν, κυκλοφορούν τριγύρω και όσο ο χρόνος περνάει από πάνω σου πολλαπλασιάζονται. Ναι οι γαμημένοι. Δεν αλλάζουν. Μονάχα εσύ παρατηρείς το πρόσωπό σου που σιγά – σιγά παίρνει να γεμίζει με γραμμές, εκείνες τις ρυτίδες εννοώ, αχνοφαίνονται. Όσο κουλ κι αν είσαι, τρομάζεις στην ιδέα της αντίστροφης μέτρησης που όπου να’ναι ξεκινά.

Άξιζε που έμεινες εδώ χωρίς να πάρεις απολύτως τίποτα πέρα από καθαρή συνείδηση απορρίπτωντας οτιδήποτε “προωθητικό”; Σε ρωτώ ευθέως αυτή τη φορά. Σημαίνει κάτι για εσένα που έχεις 3 μήνες να πιεις έστω μια μπύρα σε ένα μπαρ και που όταν κυκλοφορείς παθαίνεις αγοραφοβία; Άξιζε που ένω το κούτελό σου είναι πεντακάθαρο εσύ απόμεινες μόνος; Γιατί κούτελο καθαρό και πολυκοσμία δεν πάνε ποτέ μαζί. Στις σύγχρονες κοινωνίες – καρμανιόλες όχι.

Καλέ μου φίλε εσένα κάπου σε ξέρω. Νομίζω ότι σε γνωρίζω καλά, δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, είσαι ο εαυτός μου. Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα γνωρίζω ήδη πια θα είναι, αλλά δεν στη λέω. Δεν έχει νόημα. Τώρα είναι αργά για συμπεράσματα και αιτιολογήσεις. Η ζωή είναι πιο πρακτικό πράγμα, χειροπιαστό. Έρχεται και φεύγει κατά το δοκούν, δεν σε ρωτά. Το μόνο που είναι δικό σου απέναντί της, στο βάθος, είναι η ιδεούλα της συνείδησης. Για αυτή τη συνείδηση εγώ σου λέω ότι άξιζε ρε μάγκα. Και πάντα θα αξίζει όσο αναπνέεις και δεν την πουλάς. Το να ξεφεύγει κανεις από τον σωρό σήμερα, με οποιονδήποτε τρόπο, θέλει κότσια και ηρωϊσμό. Άγνωστες λέξεις. Γι’αυτό άξιζε. Η μοναξιά, τα λίγα λεφτά, τα πουλήματα και οι προδοσίες που σου έκαναν, το ότι έμεινες εδώ ενώ θα μπορούσες “υψηλές πτήσεις” και το ήξερες.. Άξιζαν. Η ελευθερία απαιτεί θυσίες αιματηρές.

Η δικιά μου ελευθερία λοιπόν βρίσκεται στις αλήτικες σόλες των παπουτσιών μου, που θα έλεγε και το Κατερινάκι. Δεν σκοπεύω να την πουλήσω για όλο το χρυσάφι του κόσμου. Για όλη την υποτιθέμενη χαρά που σου προσφέρει η κοινή σου πορεία με τον κόσμο. Με το ορθό που καθόλου ορθό δεν είναι αλλά έτσι το είπε η TV.

Άξιζε μάγκα μου. Και γουστάρω πολύ που έχω έναν τέτοιο εαυτό. Όσο σκληρός κι αν έχω υπάρξει απέναντί του κατα καιρούς.

Ψάξτο λίγο κι εσύ, μήπως τελικά γίνεις πιο άνθρωπος. Μήπως τελικά οι κρίση αξιών τελειώσει κάποια στιγμή κι ας πήγαμε χαμένοι. Τίποτα δεν πάει χαμένο..

 

Βασίλης Γεωργιάδης: Ο δάσκαλος και ανανεωτής έλληνας σκηνοθέτης..

Απλός, σεμνός, αλλά και αυστηρός, μια ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ο Βασίλης Γεωργιάδης ανανέωσε τον ελληνικό κινηματογράφο του ’50 και του ’60, με τη δική του σκηνοθετική μαστοριά, και αναβάθμισε με τις τηλεοπτικές σειρές του την ελληνική τηλεόραση. Έτσι, κατέκτησε τον τίτλο του «δάσκαλου» παράλληλα με το σεβασμό και την αναγνώριση, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.

Γεννήθηκε στα Δαρδανέλια της Μικράς Ασίας, αλλά με τη Μικρασιατική καταστροφή η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στο Ξυλόκαστρο. Το 1951 αποφοίτησε από την Ακαδημία Κινηματογραφικών Σπουδών, αλλά νωρίτερα είχε ξεκινήσει την καριέρα του στη Φίνος Φιλμ, σαν βοηθός σκηνοθέτης: του Νίκου Τσιφόρου στις ταινίες «Χαμένοι Άγγελοι» (1948) και «Τελευταία Αποστολή» (1949), του Φρίξου Ηλιάδη στην ταινία «Νεκρή Πολιτεία» (1951), του Ντίνου Δημόπουλου στις ταινίες «Χαρούμενο Ξεκίνημα» (1954), και «Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» (1955), και του Νίκου Κούνδουρου στην ταινία «Μαγική Πόλις» (1956). Έτσι, η Φίνος Φιλμ ήταν για τον Βασίλη Γεωργιάδη ένα μεγάλο κινηματογραφικό σχολείο. Το 1956 ωστόσο, θέλοντας να μείνει μακριά από τις εξαρτήσεις των μεγάλων στούντιο, σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία, «Οι Άσσοι του Γηπέδου», σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη, την οποία χρηματοδότησε ο ίδιος. Μια πρωτοποριακή ταινία με στοιχεία ιταλικού νεορεαλισμού, στην οποία έπαιζαν αληθινοί ποδοσφαιριστές, αλλά και η σταρ της Τσινετσιτά, Συλβάνα Παμπανίνι. Στις δέκα ταινίες του που ακολούθησαν ως το 1962, ήταν φανερή η εξελικτική του πορεία, κι έτσι η δουλειά του κέρδισε το σεβασμό, την εκτίμηση και τις καλές κριτικές.

Ωστόσο, η μεγάλη καταξίωση του ήρθε με την ταινία «Τα Κόκκινα Φανάρια» (Βίων Παπαμιχάλης – Δαμασκηνός Μιχαηλίδης, 1963), στην οποία συνδυάζει την ποίηση με τον ρεαλισμό. Η ταινία αναγνωρίστηκε διεθνώς, προτάθηκε για Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών και για  Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, το οποίο τελικά κέρδισε με μικρή διαφορά το «Οκτώμισι» του Φελίνι. Το 1966, νέα έκπληξη του Βασίλη Γεωργιάδη ήταν η ιστορική ταινία σε σενάριο Νίκου Φώσκολου, «Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο» (Φίνος Φιλμ – Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης), η οποία προτάθηκε κι αυτή για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Επίσης, η ταινία του «Κορίτσια στον Ήλιο» (1968) προτάθηκε για Χρυσό Φοίνικα.

Συνολικά σκηνοθέτησε πάνω από 20 ταινίες για τον κινηματογράφο – δύο εκ των οποίων της Φίνος Φιλμ («Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο», «Αγάπη για Πάντα») ενώ συμμετείχε σαν ηθοποιός στην ταινία της FF «Το Λεβεντόπαιδο». Οι περισσότερες ταινίες του κέρδισαν διακρίσεις στα Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, τη δεκαετία του ’70 έδωσε μεγαλύτερο βάρος στην τηλεόραση με εξαιρετικές σειρές, σπουδαιότερες των οποίων είναι οι μεταφορές των λογοτεχνικών έργων «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» (1975), «Οι Πανθέοι» (1977), «Γιούγκερμαν» (1978), «Συνταγματάρχης Λιάπκιν» (1979), «Μαρία Πάρνη (1981). Σε επτά από τις ταινίες του έπαιξε και ο ίδιος σε μικρούς ρόλους.

Το 1991 του δόθηκε η θέση του συμβούλου κινηματογράφου στο Υπουργείο Πολιτισμού και τιμήθηκε από την πολιτεία για το σύνολο του έργου του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Το 1997, ο Γεωργιάδης μοντάρισε ξανά την πρώτη του ταινία, «Οι Άσσοι του Γηπέδου», τη φρεσκάρισε και την ξαναπαρουσίασε με τον τίτλο «Κυριακάτικοι Ήρωες».

Ο Γεωργιάδης έδωσε πολύ καλά, έως υψηλά, δείγματα γραφής σε μια μεγάλη θεματολογική γκάμα, από το μελόδραμα μέχρι την ηθογραφία, με ταινίες όπως «Κρυστάλλω», «Ασοι των γηπέδων» – η πρώτη του το 1956 – «Γάμος αλά ελληνικά», «Η κατάρα της μάνας», «Η μάχη της Κρήτης» κ.ά. Τη δεκαετία του ’70 εγκατέλειψε τον κινηματογράφο – τουλάχιστον σαν σκηνοθέτης – και στράφηκε στην τηλεόραση, γράφοντας «χρυσές» σελίδες στην ΕΡΤ, με τηλεοπτικές σειρές – «σταθμούς» για την εγχώρια παραγωγή, όπως «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», «Γιούγκερμαν» και «Οι Πανθέοι».

Εκτοτε θα εξαφανιστεί, ακολουθώντας την «πεπατημένη» και άλλων ταλαντούχων αυτής της χώρας, που δεν «εννοούν» να κάνουν εκπτώσεις στην αισθητική και τις αρχές τους χάριν μιας επιτυχίας που παραπέμπει στην «αρπαχτή». Σύμφωνα με τον Γιώργο Μυλωνά, πρόεδρο του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Δημιουργών Οπτικοακουστικών και Θεατρικών Εργων και φίλου του σκηνοθέτη, ούτε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ούτε τα τηλεοπτικά κανάλια έδωσαν δημιουργικές ευκαιρίες στον σκηνοθέτη. Οι πόρτες ήταν «απλά» κλειστές. Αυτή η αδιαφορία επιχειρήθηκε να «εξαργυρωθεί» στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου ήταν το τιμώμενο πρόσωπο αργότερα. Αλλά ο «γερόλυκος» του ελληνικού κινηματογράφου φαίνεται πως δεν ήθελε να αποτελέσει «άλλοθι» για κανέναν και …έφυγε από το Φεστιβάλ αθόρυβα, όπως και ζούσε, αφήνοντας ένα μάλλον πικρό σημείωμα, με το οποίο ευχαριστούσε για την αναγνώριση της δουλιάς του… Αναλόγως μπορεί να εκληφθεί – δηλαδή σαν άλλοθι μιας κυνικής εξουσίας – η θέση του συμβούλου Κινηματογράφου στο υπουργείο Πολιτισμού το 1991. «Εχω βαρεθεί να με φωνάζουν δάσκαλο και να μου δίνουν κύπελλα και κανείς να μη με φωνάζει για δουλιά», εκμυστηρεύτηκε στον Γ. Μυλωνά.

Ο τάφος του μεγάλου δάσκαλου του ελληνικού κινηματογράφου, που έφυγε από την ζωή στις 30 Απριλίου του 2000, ανήμερα του Πάσχα, βρίσκεται στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, όπως επίσης και το ανοιχτό Θέατρο “Βασίλης Γεωργιάδης” στην Μαρίνα της πόλης, για να μας θυμίζει πάντα όσα εκείνος προσέφερε στην τέχνη και τον πολιτισμό.

Πηγές: Ιστότοπος της Φίνος Φιλμς, rizospastis.gr

Επιμέλεια: Στάθης Ντάγκας

Η κεντρική φωτογραφία είναι από μια εξαιρετική σχολική παρουσιάση για τον ελληνικό κινηματογράφο από την σελίδα: http://slideplayer.gr/slide/1952551/

Μάνος Χατζιδάκις: «Οι βρικόλακες επιστρέφουν»

Σαν σήμερα το 1993 η Ορχήστρα των Χρωμάτων υπό τη διεύθυνση του ιδρυτή της Μάνου Χατζιδάκι δίνει συναυλία διαμαρτυρίας κατά του Νεοναζισμού με έργα Βάιλ, Λιστ και Μπάρτοκ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Στο έντυπο πρόγραμμα της συναυλίας με τον υπότιτλο «Οι βρικόλακες επιστρέφουν» κατέθετε και τις δικές του «σκέψεις και παρατηρήσεις για το αναζωογονημένο φαινόμενο του Νεοναζισμού». Σκέψεις πολύτιμες, σε μια εποχή που το ναζιστικό μόρφωμα της «Χρυσής Αυγής», αναδεικνύεται σε στήριγμα και μηχανισμό ενός συστήματος, που δε χρησιμοποιεί μόνο το καρότο, αλλά και το μαστίγιο.
Μεταξύ άλλων σημείωνε ο Μάνος Χατζιδάκις: «Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δύο μορφές. ‘Η προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα, που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους, ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερος ο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού κι ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.
Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα ΜΜΕ ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία των ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία με τεράστια και αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέροντα. Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός, η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακριά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας.

Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από την συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας. Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας – που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ωσπου να βρεθεί ο κατάλληλος “αρχηγός” που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα ‘ναι αργά για ν’ αντιδράσουμε».

Πηγή: Νομικά Ανάλατα

Αθήνα – Ξυλόκαστρο σε λιγότερο από μία ώρα!

Ο κύβος ερρίφθη για την δεύτερη παράδοση τμημάτων στον υπό κατασκευή αυτοκινητόδρομο Κόρινθος-Πάτρα της Ολυμπίας Οδού.

Σύμφωνα με το ypodomes.com, μετά την πρώτη παράδοση του τμήματος μέχρι το Κιάτο και την ανεπίσημη λειτουργία επιπλέον χιλιομέτρων, σε μερικές ημέρες θα έχουμε ακόμα μία «κορδέλα» μιας και πρόκειται να δοθεί στην κυκλοφορία το υπόλοιπο τμήμα μέχρι το Ξυλόκαστρο (επιπλέον 5χλμ) αλλά και οι Σήραγγες Παναγοπούλας.

Με την συγκεκριμένη παράδοση αυξάνεται το επίπεδο ασφάλειας στην Κορίνθου-Πατρών και ιδιαίτερα στην περιοχή της Παναγοπούλας. Με την παράδοση του τμήματος μέχρι το Ξυλόκαστρο και της Παναγοπούλας μειώνεται αισθητά το υπολειπόμενο προς ολοκλήρωση τμήμα καθώς θα απομένει το τμήμα Ριο-Ξυλόκαστρο μήκους περίπου 90χλμ.

Το τμήμα Κιάτο-Ξυλόκαστρο ξεκινά από τον ανισόπεδο κόμβο Κιάτου μέχρι φτάνει μέχρι τον ανισόπεδο κόμβο Ξυλοκάστρου. Είναι τμήμα 14 χιλιομέτρων που περιλαμβάνει 4 άνω διαβάσεις, 8 κάτω διαβάσεις, 5 γέφυρες, 3 lane covers και cut& covers και 1 κόμβο.

Οι σήραγγες της Παναγοπούλας

Αφορά το μεγαλύτερο τεχνικό έργο στον αυτοκινητόδρομο της Ολυμπίας Οδού. Πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη οδική σήραγγα της χώρας με μήκος 4χλμ (στο ρεύμα προς Αθήνα) πίσω από την Μεγάλη Σήραγγα Τεμπών (6χλμ) και την Σήραγγα Δρίσκου (4,5χλμ) στην Εγνατία. Η ιδιομορφία στο συγκεκριμένο τεχνικό έργο είναι πως στην κατεύθυνση προς Πάτρα εχουμε 1 Σήραγγα 3.179 μέτρων ενώ στο τμήμα προς Αθήνα 3 συνεχόμενες Σήραγγες 548μ. + 581μ. + 4.033 μέτρα. Με την λειτουργία τους θα εξασφαλίσουν την ασφαλή διέλευση των οδηγών από την επικίνδυνη λόγω κατολισθητικών φαινομένων περιοχή της Παναγοπούλας.

Με την λειτουργία και των νέων τμημάτων τις επόμενες ημέρες από τα 120χλμ θα έχουν δοθεί περίπου 43χλμ. Οι Σήραγγες Παναγοπούλας καλύπτουν μήκος περίπου 5χλμ.

Πότε ολοκληρώνεται ο αυτοκινητόδρομος;

Μετά από αυτές τις παραδόσεις σύμφωνα πάντα με το ypodomes.com, το σύνολο του έργου αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία μέχρι το τέλος Μαρτίου. Τότε, θα πρέπει να λειτουργήσει όλος ο αυτοκινητόδρομος από την Κόρινθο μέχρι το Ρίο με τον όρο «λειτουργικός». Οι μεγάλες δυσκολίες από την ταυτόχρονη κατασκευή και λειτουργία του δρόμου έχουν δημιουργήσει επιφυλάξεις για το τελικό αποτέλεσμα στην λειτουργία των τμημάτων του δρόμου.

Από εκεί και έπειτα θα υπολείπονται τμήματα στο Καμάρι Κορινθίας, οι Καμάρες Αχαϊας, τα Αραχωβίτικα και τμήμα του Υπέρ-Κόμβου Ρίου. Μετά τον Αύγουστο αναμένεται η πλήρης ολοκλήρωση του Υπέρ-Κόμβου Ρίου που αποτελεί και το δεύτερο μεγαλύτερο τεχνικό έργο της Ολυμπίας Οδού.

Πηγή: economy365.gr

Ο έρωτας στα χρόνια της εργασιακής κρίσης (έρευνα)

Μία διαδικτυακή έρευνα, σε Έλληνες εργαζόμενους από 18 έως 60 ετών, αναζητώντας απαντήσεις για τη σχέση του έρωτα με τη δουλειά μας, σε όλα τα επίπεδα πραγματοποίησε το kariera.gr, με αφορμή τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου.

Οπως προκύπτει από την έρευνα, οι περισσότεροι δεν αγαπάμε τη δουλειά που κάνουμε και οι κύριοι λόγοι είναι ο χαμηλός μισθός, η έλλειψη ευκαιριών εξέλιξης, οι ώρες εργασίας και οι αποστάσεις που πρέπει να διανύουμε καθημερινά, από και προς τα γραφεία μας.

Πάντως, οι περισσότεροι δηλώνουν ερωτευμένοι «αυτή τη στιγμή» και διευκρινίζουν ότι οι δουλειές αφήνουν περιθώριο για ισορροπημένες σχέσεις κι ότι δεν έχουν πρόβλημα να κάνουν σχέση με κάποιον που δεν δουλεύει.

Τα αποτελέσματα της έρευνας:

1. Αγαπάς τη δουλειά σου;
Θα την άλλαζα για κάτι καλύτερο 46,80%
Ναι, δεν θα την άλλαζα με τίποτα 37,40%
Πολύ λίγο, αλλά δεν υπάρχουν πολλές επιλογές  9,80%
Καθόλου, αν μπορούσα θα είχα φύγει από χθες  6%

2. Τι αγαπάς περισσότερο στην εργασία σου;
Το αντικείμενο της δουλειάς μου 52,40%
Το εργασιακό κλίμα 25,20%
Τον μισθό και τις παροχές 18,20%
Την πολύ καλή σχέση με τον manager μου 4,20%

3. Τι δεν αγαπάς περισσότερο στην τωρινή σου δουλειά;
Τον μισθό που παίρνω 23,08%
Την έλλειψη ευκαιριών εξέλιξης 18,54%
Το ωράριο 16,99%
Την απόσταση που πρέπει να διανύσω για να πάω στην δουλειά μου 15,15%
Την ανώτερη διοίκηση 10,78%
Το εργασιακό κλίμα 8,83%
Το αντικείμενο της δουλειάς 5,73%

4. Εχεις ερωτευτεί ποτέ συνάδελφο/συνεργάτη σου;
Όχι, ποτέ 64,60%
Ναι, μία φορά 26,60%
Ναι, παραπάνω από μία φορές 8,80%

5. Θα έκανες σχέση με κάποιον συνάδελφο/συνεργάτη σου;
Όχι 56,4%
Είμαι ανοιχτός σε προτάσεις 28,40%
Εννοείται 15,20%

6. Όταν είσαι ερωτευμένος
Δεν επηρεάζει τη δουλειά μου 56%
Δουλεύω καλύτερα 38,4%
Δεν μπορώ να δουλέψω 5,60%

7. Η δουλειά σου σού αφήνει περιθώριο να διατηρείς μία ισορροπημένη σχέση;
Ναι 78%
Όχι 22%

8. Θα έκανες σχέση με κάποιον που δεν εργάζεται;
Ναι, δεν παίζει κανέναν ρόλο 47,20%
Ναι, αν έψαχνε ενεργά για εργασία 25,20%
Ναι, εφόσον υπήρχε οικονομική ευχέρεια 10%
Όχι, σε καμμία περίπτωση 9%
Όχι, θα με έφερνε σε δύσκολη θέση 2,40%
Όχι, θα δημιουργούσε ρήξεις 6,20%

9. Είσαι ερωτευμένος/η αυτή τη στιγμή;
Ναι 63%
Όχι, δεν είμαι ερωτευμένος/η 16,60%
Όχι, αλλά είμαι σε σχέση 10%
Μπορεί, δεν είμαι σίγουρος/η 8,60%
Ναι, αλλά με άλλο άτομο από αυτό που έχω σχέση 1,80%

Επι μέρους συμπεράσματα

* Από το 37,40% του δείγματος που δηλώνει ότι δεν θα άλλαζε με τίποτα τη δουλειά του, το 62,03% είναι γυναίκες, το 17,11% δουλεύει στην εκπαίδευση, το 13,37% σε ξενοδοχεία/εστίαση και το 10,16% σε υγεία/κοινωνική φροντίδα.
* Από το 38,4% του δείγματος που δηλώνει ότι δουλεύει καλύτερα όταν ειναι ερωτευμένος/η, το 56,25% είναι γυναίκες.
* Οι τομείς με τους οποίους ασχολούνται αυτοί που δηλώνουν ότι εργάζονται καλύτερα όταν είναι ερωτευμένοι:

–  13%  Ξενοδοχεία/εστίαση
–  13%  Εκπαίδευση
–  8,85%  Τέχνες/Ψυχαγωγία και ΜΜΕ
–  8,33%  Εμπόριο
–  7,29%  Δημόσιοι υπάλληλοι/στρατιωτικοί

Ο Αιώνιος διάλογος..

Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

                        
Κι ο άντρας είπε: πεινώ.
Κι η γυναίκα του έβαλε ψωμί στο τραπέζι.

Κι ο άντρας απόφαγε.
Κι η γυναίκα τον κοίταζε πάντα.

Κι η γυναίκα είπε: είσαι δυνατός, μα δεν σε τρομάζω.
Κι ο άντρας είπε: είσαι όμορφη και όμως φοβάμαι.

Κι ο άντρας έδειξε το κρεβάτι τους.
Κι η γυναίκα ανέβηκε, σαν έτοιμη για θυσία.

Κι ο άντρας είπε: διψώ. Κι εκείνη σήκωσε σαν πηγή τον μαστό της.
Κι ο άντρας την άγγιξε. Κι η γυναίκα επληρώθη.

Κι η γυναίκα ακούμπησε ταπεινά το κεφάλι της στα πλευρά του.
Και κείνος κοίταζε πέρα, πολύ μακριά.

Κι ο άντρας είπε: θα ΄θελα να ΄μαι θεός.
Κι η γυναίκα είπε: θα γεννήσω σε λίγο.

Κι η γυναίκα αποκοιμήθηκε.
Κι ο άντρας αποκοιμήθηκε.

Και μια μέρα καινούργια ξημέρωσε.

”’Τάσος Λειβαδίτης”’

couple_by_namecchan-d4opt7g

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΩΝΙΟΣ

Η πόρτα έτριξε, κι ο άντρας μπήκε στο σπίτι.
Η γυναίκα ακούμπησε στο τραπέζι ένα πιάτο φακή.

Χιόνιζε.

Ο άντρας σηκώθηκε κι αγνάντεψε απ’ το παράθυρο.

Η γυναίκα πήρε το πιάτο του άντρα, κι αργά, άρχισε να τρώει το λίγο φαΐ που’ χε απομείνει.

Όταν πλάγιασαν ο άντρας της χούφτωσε τα στήθεια.
Ήθελε να ξεχάσει.

Η γυναίκα έκανε να τον αποφύγει.
Μα ήταν νέα ακόμα.

Τελείωσαν
Χωρίς κάν να φιληθούν.

Ο άντρας έμεινε λίγο με τα μάτια ανοιχτά μές στο σκοτάδι

κι αποκοιμήθηκε .


Η γυναίκα σηκώθηκε αθόρυβα, και πηγαίνοντας στην άκρη της κάμαρας, απόμερα έκλαψε.

Έξω, όλο χιόνιζε.

”’Τάσος Λειβαδίτης”’

 

by Αντικλείδι , http://antikleidi.com