I Walk The Line..

Ήμουν ακόμη μαθητής δημοτικού όταν ξεκίνησα να περπατώ, κάνοντας ισορροπία πάνω στην γραμμή του τρένου. Δεν είναι ότι κατοικούσα σε ένα σπίτι δίπλα απ’τις ράγες, ήταν απλά αυτή η παράξενη αίσθηση πως αν πέσεις απ’την γραμμή κάτι κακό θα συμβεί που με προκαλούσε. Έστω κι αν η απόσταση από το έδαφος ήταν μόλις μερικά εκατοστά. Τότε στα παιδικά μάτια μου έμοιαζε χάος. Έπεφτα συχνά, έχανα την ισορροπία. Σήμερα στα ανδρικά μάτια μου μοιάζει πάλι χάος. Όσες φορές να το επιχειρήσω ξαναπέφτω συχνά. Χάνω την σταθερότητα.

Πιθανότατα να σιχαίνομαι την σταθερότητα. Ακόμη και σαν έκφραση, σαν λέξη, σαν έννοια μου προκαλεί αηδία. Να μένεις ίδιος, να μη σε επηρεάζουν οι συνθήκες και οι καιροί. Να αδιαφορείς για ότι συμβαίνει δίπλα σου και να μένεις πάνω στη γραμμή, απλά για να μην πουν ότι έπεσες, για να μη σε δει κανείς να γκρεμοτσακίζεσαι. Δίπλα σου μπορεί να σκάνε βόμβες αλλά εσύ στην ευθεία σου. Να προχωράς, τα μάτια μπροστά, ψυχρά, να βλέπεις μόνο την κορυφή στο τέλος του δρόμου.

Δεν την μπόρεσα ποτέ την σταθερότητα που να με πάρει. Όλο έπεφτα μετά από μερικά βήματα και έχω φτάσει να είμαι γεμάτος σημάδια. Σταματούσα στις βόμβες που σκάγανε δίπλα μου, δεν είχα τη διάθεση να κοιτάξω το τέλος του δρόμου. Μα ήταν και είναι αδιάφορο που φτάνει αυτός ο δρόμος. Σημασία έχει το ταξίδι, έτσι δεν έλεγε ο ποιητής; Όταν τριγύρω όλα είναι σκατά τι να την κάνω την κορυφή; Δεν με απασχολεί ή κορυφή, μου προκαλεί εμετό. Τα ψηλά επίπεδα καταξίωσης έτσι όπως έχουν τεθεί απ’τις ανθρώπινες κοινωνίες, είναι μια πλάνη.

Ακόμη περπατώ πάνω στις ράγες και βρίσκομαι στον κόσμο τον δικό μου. Μπορεί να μην έχει τόση βαβούρα έδω, αλλά είναι καθαρά, είναι ήσυχα. Δεν χρειάζομαι άλλους κόσμους, δεν του θέλω. Τους γνώρισα και τους σιχάθηκα.

 

Στάθης Ντάγκας

I walk the line

05/02/17

Εμένα οι φίλοι μου…

…είναι διαφορετικοί μετά την κρίση. Τα γέλια, οι χειρονομίες, τα βλέμματα, οι αγκαλιές, όλα αλλάξανε, λιγοστέψανε, κρυφτήκανε σε ένα θλιβερό καβούκι ανασφάλειας. Εκείνο το χαρακτηριστικό χτύπημα στην πλάτη που έδειχνε μια εξ αρχής ανάγκη να αισθανθείς τον άλλο, χάθηκε κι αυτό. Στη θέση του μπήκε η ελεγχόμενη απόσταση, σαν την ελεγχόμενη χρεοκοπία. Λες και κουβαλάμε όλοι ένα νέο είδος αρρώστιας που μας αποτρέπει από το να πλησιάζουμε τους υπόλοιπους ανθρώπους, μήπως και κολλήσουμε κανένα μικρόβιο. Είναι σα να φοράμε εκείνες τις μάσκες με τις οποίες κυκλοφορούνε οι κάτοικοι περιοχής που έχει υποστεί πυρηνική καταστροφή. Μάσκες. Πολλές μάσκες. Η μάσκα του φόβου, η μάσκα της υποκρισίας, η μάσκα του πόνου, όλοι φορέσαμε κι από μια διαφορετική και βγήκαμε να ξεφαντώσουμε σε τούτο το καρναβάλι της τρέλας, ενώ κανείς δεν μπορεί να δει τα χαρακτηριστικά του άλλου καθαρά. Εμένα οι φίλοι μου…

…φύγανε για τα ξένα. Αφήσανε τη χώρα τούτη καθώς βουλιάζει σαν καράβι πολυτελείας που στην πορεία αποδείχθηκε σάπιο και σαθρό. Φύγανε, όχι γιατί το θελήσανε, αλλά γιατί σπρωχτήκανε με το στανιό στα βαγόνια της ξενιτιάς, αφήνοντας πίσω μανάδες να στέλνουν πάλι γράμματα. Αφήσανε όμως και τους φίλους τους πίσω. Και η ξενιτιά είναι διπλή όταν ξεριζώνεσαι από τη γη των φίλων. Τι να σου κάνουν τα ρομποτικά ταχυδρομεία, τα άψυχα προσωπάκια σε οθόνες από σκονισμένους υπολογιστές, σε σχέσεις “εξ αποστάσεως”, που ποτέ δεν καλύπτουν τις άμεσες στιγμές σου, εκείνες που θέλεις να ξεσπάσεις, εκείνες που επειγόντως έχεις ανάγκη να βρεις κάποιον και να μιλήσεις. Και χτυπιέσαι και καταριέσαι τη χώρα σου γιατί σου πήρε το μισθό, τη δουλειά, την αξιοπρέπεια, αλλά περισσότερο σε πονά που σου πήρε και τα πρόσωπα εκείνα που μπορούσες να εμπιστευτείς και να ανοιχτείς και να φανερώσεις τα εσώψυχά σου. Εμένα οι φίλοι μου…

…δεν ανοίγονται πια. Καθώς μιλάς μαζί τους, βλέπεις ότι ο νους τους ταξιδεύει μακρυά, και κουνάνε συγκαταβατικά το κεφάλι, αλλά στην πραγματικότητα δεν λένε τίποτα και δεν ακούνε τίποτα από όσα τους λες. Προσποιούνται ότι συζητάνε, ενώ στην ουσία δε συνομιλούνε με κανέναν άλλο παρά μόνο με τον εαυτό τους. Και τους ρωτάς τις επόμενες ημέρες για εκείνο το γεγονός που σε είχε σακατέψει, που σε προβλημάτιζε, και εκείνοι δεν θυμούνται σχεδόν τίποτα. Και προσπαθείς να προσεγγίσεις την αγωνία τους, να βρεις τα κουμπιά εκείνα που θα ξεκλειδώσουν τις ταμπουρωμένες γωνιές τους, αλλά τότε κλείνονται ακόμα περισσότερο στις μύχιες σκέψεις τους. Είναι λες και δειλιάζουν να δείξουν τις πληγές τους, να τις βγάλουν στο φως, μήπως και θεωρηθούν κι εκείνοι ευάλωτοι, εύθραυστοι και πληγωμένοι. Όχι, δεν γουστάρουν καμία θεραπεία, γιατί, στην τελική, ποιος νομίζεις ότι είσαι εσύ που θα τους θεραπεύσεις; Εμένα οι φίλοι μου…

…δεν έχουν χρόνο για φιλίες. Στο λαχανητό της επιβίωσης, η φιλία κατήντησε περιττό περίσσευμα. Θυμίζει πια εκείνα τα παραπανίσια ψώνια που έριχνες στο καλάθι του σούπερ μάρκετ, εκείνες τις εποχές που τα συναισθήματα και τα πορτοφόλια ήταν παχυλά. Ναι εκείνα τα χαζά και άχρηστα που εσύ τα ψώνιζες σχεδόν ψυχαναγκαστικά για να έχεις την αίσθηση ότι ψωνίζεσαι πλήρως. Οι επαφές των ανθρώπων πλέον μικρύνανε, από καρότσι γίνανε καλάθι, χωράνε πολύ λιγότερους και για σύντομα χρονικά διαστήματα. Μετά τον ελεύθερο χρόνο, το χρόνο για πολιτισμό, για έρωτα, λιγόστεψε και ο χρόνος για τους φίλους. Εδώ δεν έχουμε πια χρόνο για να ασχοληθούμε με τον εαυτό μας, θα σπαταλήσουμε λεπτά και ώρες και δευτερόλεπτα σε ανούσιες φιλικές ενασχολήσεις; Εμένα οι φίλοι μου…

…συμπιέζονται ανάμεσα σε όνειρα και εφιάλτες. Από το πρώτο πρωινό τους ξύπνημα, κουβαλάνε ένα βάρος στην καρδιά, στα βλέφαρα, στην ψυχή τους. Βαραίνουν τα πόδια τους τα ίδια, πάνω στο στίβο του “υγιούς” ανταγωνισμού, των συγκρίσεων και των συγκρούσεων. Τι κατάφερες εσύ, τι δεν πρόλαβα εγώ, σε πόσα τετραγωνικά θέλεις να μετρηθούμε, εντάξει, πως κάνεις έτσι, ήταν ένα απλό πισωγύρισμα αυτό, άλλοι πεθαίνουνε για ένα κομμάτι ψωμί, δεν είναι δα και σπουδαίο που γύρισα πίσω στους γονείς μου, τι στο διάολο θέλεις πια και δήθεν ενδιαφέρεσαι για ΄μένα και με ψάχνεις συνεχώς για να πιούμε έναν γαμημένο αγχωτικό καφέ και να τα πούμε και να μου πεις ότι χάθηκα, ότι χάνεσαι, ότι έχουμε χαθεί. Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά. Και πετάνε.

Και χάνονται.

Το κείμενο είναι του Πάνου Μουχτερού και το αναδημοσιεύουμε από το “Κακώς Κείμενα”.

kakoskeimena.net

Ο ρομαντικός εκτελεστής του παγκοσμίου ποδοσφαίρου έχει σήμερα γενέθλια..

Η λατρεία μας για την Λατινική Αμερική είναι δεδομένη, την μαρτυρά άλλωστε και το όνομα που έχουμε δώσει στο περιοδικό και είναι το revista. Η λατρεία μας για το πραγματικό ποδόσφαιρο, εκείνο των πρωταγωνιστών είναι επίσης γνωστή πλέον. Λίγο παραπάνω και ύστερα από τα τοπικά πρωταθλήματα, αγαπάμε το calcio και τους Αργεντίνους ποδοσφαιριστές.

Σήμερα έχει γενέθλια ο μεγάλος στράϊκερ μιας άλλης εποχής που μοιάζει μακρινή, ο Γκαμπριέλ Ομάρ Μπατιστούτα. Γεννημένος μια ημέρα σαν τη σημερινή το 1969 στην Ρεκονκίστα της Αργεντινής, ο ρομαντικός εκτελεστής με τα καταπράσινα μάτια και τα ξανθά μακριά μαλλιά, ήρθε στον κόσμο για να αφήσει το στίγμα του για τα καλά. Σε καμία περίπτωση όταν βρίσκονταν σε μικρή ηλικία δεν επιθυμούσε να γίνει ποδοσφαιριστής. Του άρεσε η φύση, το ψάρεμα και ήταν ένα ήσυχο παιδί. Τελικά όμως η μοίρα είχε άλλα σχέδια για εκείνον.

Ξεκίνησε την καριέρα του από την Νιούελς το 1988 και όλα από εκεί και ύστερα είναι ιστορία. Από την Νιούελς στη Ρίβερ και από εκεί στην Μπόκα, μέχρι να έρθει τελικά το άλμα στην Ευρώπη με την Φιορεντίνα να τον κάνει δικό της. Εννέα ολόκληρα χρόνια στους “Βιόλα” ήταν ικανά να τον κάνουν τον αθλητή σύμβολο του συλλόγου. Εκατοντάδες γκολ σε καμπιονάτο και Ευρώπη, με τους “μωβ” της Φλωρεντίας εκείνη την εποχή να κάνουν υψηλές πτήσεις σε ευρώπη και Ιταλία και συμπαίκτες κάτι τύπους όπως ο Ρούι Κόστα. Στην Εθνική Αργεντίνης σύντομα έπιασε στην πρώτη θέση των σκορερ τον μεγάλο Ντιέγκο Μαραντόνα, που μαζί συνέθεσαν για κάποια χρόνια ένα φοβερό δίδυμο τύπου Κανίγια – Μαραντόνα.

Το στυλ του διαφορετικό. Ένα μοντέλο κλεισμένο στις 4 γραμμές ενός γηπέδου, με τον γυναικείο πληθυσμό να παραμιλάει για την ομορφιά του και τον ανδρικό με τα καμώματά του στο χορτάρι. Έχει πετύχει μερικά γκολ που δεν πρόκειται να ξαναδούμε, μοναδικής έμπνευσης και πέρα από την ανθρώπινη φαντασία.

Μετακόμισε στη Ρόμα ύστερα από 9 χρόνια στην Φλωρεντία κι ενώ είχε ακολουθήσει την ομάδα της καρδιάς του ακόμη και στην serie B όταν χρειάστηκε. Στη Ρώμη παρέα με τον ποιητή Τόττι, τον Ντελβέκιο, τον Νταμιάνο Τομάζι, τον αεροπλανίνο Μοντέλα, κατάφερε να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα. Οι επόμενοι σταθμοί στην καριέρα του ήταν και οι τελευταίοι με τους Ίντερ για λίγο ως δανεικός αλλά και στο Καταρ, να έχουν την δυνατότητα να τον απολαύσουν.

Ο τελευταίος ρομαντικός πρίγκιπας του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, έκανε ακόμη και τα σίδερα να λυγίσουν όταν αποκάλυψε πως σε όλη την καριέρα του υπέφερε από ατέλειωτους πόνους στα πόδια και τους αστραγάλους. Αρκετές εγχειρήσεις και ιατρικές προσπάθειες που δεν έλυναν τον πρόβλημα της σπάνιας ασθένειας και η σκέψη του ακόμη και για ακρωτηριασμό, ήταν μερικά από τα δεδομένα που μας κάνουν να τον λατρέψουμε ακόμη περισσότερο.

Μεγάλε Μπάτιγκολ, χρόνια πολλά και πάντα χαμογελαστός. Θα σε θυμόμαστε πάντα εμέις των 90΄s, γιατί όσα μας χάρισες ποδοσφαιρικά δεν συγκρίνονται με τίποτα σημερινό.

 

Στάθης Ντάγκας

Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέπτη / Αργύρης Χιόνης

«ο δρόμος από κάπου αρχινά, κάπου τελειώνει. Όσοι τον διανύουν πάνε κάπου, ο ίδιος δεν πάει… Λες να φοβόμαστε στο βάθος ότι δεν υπάρχει δρόμος, ότι δεν υπάρχουν παρά σπίτια ή χωράφια ή δάση δεξιά κι αριστερά από μιαν έμμονη ιδέα που τη λέμε δρόμο;»

Sunday, Bloody Sunday: Η ματωμένη Κυριακή του 1972

Στις 30 Ιανουαρίου 1972, η «Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα της Βόρειας Ιρλανδίας» διοργανώνει πορεία διαμαρτυρίας. Αιτία αποτέλεσε η κατάσταση που επικρατούσε όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα ενώ, βασικοί στόχοι ήταν, η αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και η αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από την Β. Ιρλανδία.

Φοιτητές, εργάτες και οργανώσεις είχαν συγκροτήσει την Ένωση, η οποία κυρίως υποστήριζε την ισοτιμία όλων των πολιτών, την απόσυρση των νόμων που επέβαλλαν διακρίσεις, τη δίκαιη λύση των στεγαστικών ζητημάτων και διανομή των αγροτικών εκτάσεων, τη διάλυση της Βασιλικής Προτεσταντικής Αστυνομίας και την κατάργηση του άρθρου πέντε, το οποίο προέβλεπε κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης.

Το πρώτο Τάγμα του Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών αναλαμβάνει την επιτήρηση της πορείας υπό την επίβλεψη του συνταγματάρχη Ντέρεκ Ουίλφορντ και του υποδιοικητή Μάικ Τζάκσον. Δέκα χιλιάδες άτομα βρίσκονται στους δρόμους σε μία διαδήλωση, που αρχικά εξελίσσεται ήρεμα. Οι διαδηλωτές πλησιάζουν τα οδοφράγματα και οι δυνάμεις καταστολής τους καταδιώκουν. Παράλληλα, πραγματοποιούνται συλλήψεις.

Σε λίγο ακούγονται οι πρώτοι πυροβολισμοί και επικρατεί πανικός. Τραγικός απολογισμός εκείνης της Κυριακής, 26 τραυματίες και 13 νεκροί, εφτά από τους οποίους ανήλικοι 17χρονοι. Στον κατάλογο των νεκρών θα προστεθεί ακόμα ένας, που ξεψυχά τέσσερις μήνες μετά τα πυρά που δέχτηκε. Από μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και δημοσιογράφων επιβεβαιώνεται το αυτονόητο, ότι όλοι όσοι πυροβολήθηκαν ήταν άοπλοι.

Στις 15 Ιουνίου 2010, μετά από 38 χρόνια, δόθηκε στη δημοσιότητα το επίσημο πόρισμα για τα γεγονότα της «Ματωμένης Κυριακής». Η έκθεση ανέφερε πως κανένα από τα θύματα δεν είχε την παραμικρή ευθύνη για τα γεγονότα που χαρακτηρίστηκαν «αδικαιολόγητα». Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ζήτησε και επίσημα συγνώμη για το γεγονός.

Η «Ματωμένη Κυριακή» έγινε πηγή έμπνευσης για καλλιτέχνες και συγκροτήματα. Οι U2 γράφουν το 1983 το τραγούδι διαμαρτυρίας «Sunday, Bloody Sunday», ο Τζων Λένον το «The Luck of the Irish» και ο Πώλ Μακάρτνεϋ το single «Give Ireland Back to the Irish». Επίσης γυρίστηκαν δύο ταινίες για τα γεγονότα, τα «Bloody Sunday» και «Sunday».

Πηγή: tvxs.gr

Μπαλωμένες απόχες ~ Γιάννης Αγγελάκας

Θα ‘ρθουν καιροί
Που ακόμη και τα βαλσαμωμένα πουλιά
Θα ανοίξουν
Τις φτερούγες τους
Και θα αποχωρήσουν περήφανα
από τις βιτρίνες μας.
Και εμείς
Οι δήθεν ζωντανοί και παντοδύναμοι
Πιο ηττημένοι από ποτέ
Θα τα κυνηγάμε ασθμαίνοντας
Και θα ανεμίζουν στον αέρα
Ανήμπορες
Οι μπαλωμένες μας απόχες

Ένα ποδοσφαιρικό τραγουδάκι ~ Του Στάθη Ντάγκα

Τι είναι το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός;

Για τους πολλούς είναι μια διαδικασία τυπική.

Μια ιστορία νίκης.

Μια ιστορία ήττας.

Μια υπόθεση εξωαγωνιστική,

μια υπόθεση επιχειρηματική,

λόγια, λόγια κι άλλα λόγια..

Υπάρχουν όμως και κάποιοι ελάχιστοι,

που για εκείνους το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός είναι κάτι άλλο.

Είναι μια ανάμνηση της παιδικότητας,

είναι ρομαντισμός,

είναι ένας κοινός σκοπός σε κάτι,

μια ιδέα.

Κάτι που τελικά μαρτυρά ότι η  στρογγυλή θεά φτιάχτηκε για λίγους..

 

Γράφει ο Στάθης Ντάγκας

*Ο Ντιέγκο τα έκανε μαντάρα στην εποχή του εξωαγωνιστικά. Μέσα στο γήπεδο όμως παρέμενε πάντα ένα 15χρονο παιδί που το ποδόσφαιρο περνούσε από μέσα του. Υπάρχουν μερικά ανεξήγητα πράγματα τελικά στη ζωή. Και ίσως αυτό να είναι που τον κράτησε ζωντανό, όπως και τόσους άλλους..

 

Καληνύχτα μας.

Τσαρλς Μπουκόφσκι: «Ο μόνος τίμιος αγώνας που υπάρχει».

«Μην Προσπαθείς»
Απ’ την ταφόπλακα του Μπουκόφσκι

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Παίρνω ως αφορμή τα γενέθλια του, αλλά δεν πρόκειται να γράψω τη βιογραφία του Τσαρλς Μπουκόφσκι. Μόνο στιγμιότυπα.

Θυμάμαι ότι ήμουν έφηβος όταν πρωτοδιάβασα κάποια συλλογή διηγημάτων. Δυο φίλες μου είχαν πει ότι ο Μπουκόφσκι δεν είναι παρά ένας μεθύστακας που γράφει. Τότε είχα διαφωνήσει, αλλά τώρα πια καταλαβαίνω ότι ο ίδιος θα συμφωνούσε απόλυτα μ’ αυτόν τον ορισμό.

Νομίζω ότι ένας καλομαθημένος νέος που ζει με τους γονείς του δεν μπορεί να καταλάβει τον Μπουκόφσκι. Πρέπει να φας σκατά για να εκτιμήσεις τη δουλειά του. Πρέπει να μείνεις άφραγκος, άνεργος, να δουλέψεις σε όποια μαλακία δουλειά βρεις, να γίνεις λιώμα πολλές νύχτες και να περιφέρεσαι στους δρόμους κοιτώντας κάτω, ψάχνοντας για δέκα σέντς, προκειμένου να συμπληρώσεις το ποσό που χρειάζεσαι για να πάρεις ένα σάντουιτς.

Πρέπει να πονέσεις, να φτάσεις στα πρόθυρα της αυτοκτονίας, πρέπει να τρελαθείς και να σκέφτεις ότι είσαι σκουπίδι. Κι από ‘κει μέσα, στο βούρκο όπου τσαλαβουτάς, να βρεις το θάρρος να γράψεις τρεις λέξεις.

~~

Είχα ακούσει την είδηση του θανάτου του στις ειδήσεις.

– Τον ξέρεις; με ρώτησε ο πατέρας μου.
– Λιγάκι, είχα πει.

Θα τον μάθαινα καλύτερα με τα χρόνια.

~~

Κι ενώ τον ήξερα ως πεζογράφο, κάποια στιγμή ένας φίλος μου έδωσε να διαβάσω την ποίηση του. Είναι το ίδιο βρώμικη και λυρική, τα γραπτά ενός δαίμονα που σιχαινόταν την εξουσία, είτε θεός λέγεται είτε κράτος είτε αυτό-που-πρέπει-να-κάνεις.

Δαιμονισμένος άγγελος μάλλον, αφού μπορείς να διακρίνεις πίσω απ’ τις βωμολοχίες, τα μεθύσια και τα γαμήσια, έναν ποιητή που αγαπάει τους ανθρώπους -ειδικά του θηλυκού γένους.

Ο Μπουκόφσκι δεν ήταν μισάνθρωπος ούτε κοιτούσε το πλήθος αφ’ υψηλού. Πώς να το κάνει; Αφού πάντα ήταν εκεί κάτω, χαμηλά, με τους κουρασμένους άντρες και τις γελασμένες γυναίκες.

Δεν ζούσε σε φιλντισένιους πύργους, ζούσε σε ξεχαρβαλωμένα επιπλωμένα δωμάτια του Λος Άντζελες, και συνήθως απέφευγε τη σπιτονοκοκυρά, γιατί της χρωστούσε το νοίκι.

Ναι, είναι ο μεθύστακας της διπλανής πόρτας, εκείνος ο κακομούτσουνος και τελειωμένος γείτονας, που ξυπνάει μετά το μεσημέρι και γυρνάει σπίτι μετά τα μεσάνυχτα. Κι όλοι τον κακολογούν.

~~

Είδα τον Μίκυ Ρουρκ στο Barfly. Είδα και τον Ματ Ντίλον στο Factotum.

Η ταινία ξεκινάει με τον Χένρι Τσινάσκι (την περσόνα του Μπουκόφσκι) να σπάει πάγο σ’ ένα ανοιχτό φορτηγό. Ο επιστάτης τον φωνάζει: «Τσινάσκι!»

Κι ο Ματ Ντίλον γυρνάει και κοιτάει τον ουρανό, λες κι είναι ο θεός που τον φωνάζει.

Μ’ εκείνον τον Τσινάσκι πολλές βραδιές έκανα παρέα. Συνήθως μου άδειαζε το ποτήρι κι έπρεπε να παραγγείλω κι άλλο ποτό. Τελικά γυρνούσαμε παρέα στους δρόμους, παραπατώντας, μέχρι το σπίτι, να κοιμηθούμε λίγο πριν σηκωθούμε για δουλειά.

Και κάθε τόσο κοιτούσαμε ψηλά, στον ουρανό, γιατί νομίζαμε ότι μας φωνάζει ο θεός.

~~

Βλέπω το μούτρο του στις φωτογραφίες. Βλογιοκομμένος, αξύριστος και άσχημος. Με τα μάτια πάντα μισόκλειστα, χαραμάδες που αφήνουν λίγο φως να πέσει στους ωκεανούς από μπύρα. Ένας αλήτης, θα ‘λεγες, αν νομίζεις ότι αυτό που κάνει τους αλήτες αλήτες είναι τα μούτρα τους, κι όχι οι τόνοι πρέζας που πουλάνε μέσα απ’ τις επαύλεις τους κι όχι οι νόμοι που υπογράφουν με βρώμικα χέρια.

Ξέρω πολλούς κουστουμαρισμένους και φρεσκοξυρισμένους που δεν αξίζουν μια τρίχα απ’ τα μεγαλειώδη αρχίδια του μεθύστακα εκείνου που λεγόταν Μπουκόφσκι.

Ξέρω και δήθεν προοδευτικούς που τον δολοφονημένο μαύρο τον λένε αφροαμερικάνο, το μουνί το λένε αιδοίο, τους τσιγγάνους τους λένε Ρομά. Πολιτικά ορθοί τύποι, που θα πουλούσαν και το αιδοίο της μάνας τους για να εξασφαλίσουν λίγες ψήφους, λίγη συμπάθεια, πολύ χρήμα κι άλλα τόσα like.

Ο Μπουκόφσκι δεν νοιάζοταν να είναι πολιτικά ορθός. Δεν έγραφε καν «μαύρος». Έγραφε αράπης. Δεν έγραφε «μουνί». Έγραφε τρύπα. Δεν έγραφε «τσιγγάνος». Έγραφε γύφτος.

Δεν ήταν ρατσιστής. Με τους αράπηδες δούλευε παρέα, γαμούσε παρέα.
Δεν ήταν σεξιστής. Λίγοι άντρες αγάπησαν τις γυναίκες όσο αυτός. Χωρίς ψιμύθια και αυταπάτες.

~~

Οι γυναίκες του Μπουκόφσκι. Τα κείμενα του μυρίζουν κρασί και μουνί.

Δεν γράφει για γυναίκες μυστηριακές, αψεγάδιαστες κι ερωτευμένες. Το αντίθετο. Οι γυναίκες του έχουν κυτταρίτιδα και ρυτίδες, είναι μεθυσμένες και τον παρατάνε μόλις καταλαβαίνουν πόσο καμμένο χαρτί είναι.

Είναι γυναίκες αληθινές, διόλου χάρτινες, διόλου φανταστικές. Με σάρκα και οστά, και πόνο και απογοήτευση και με το εσώρουχο τους, όταν το πετάνε δίπλα στο κρεβάτι, λίγο λερωμένο.

Είναι γυναίκες που κατουράνε και χέζουν, που ξερνάνε τ’ άντερα τους και ισιώνουν τις σκισμένες κάλτσες τους πριν φύγουν.

Κι όλες τον πονάνε που φεύγουν, αλλά ο Τσινάσκι ξέρει ότι είναι το καλύτερο που θα μπορούσαν να κάνουν. «Ο χαμένος ποτέ δεν κερδίζει το κορίτσι».

~~

Ο Μπουκόφκσι δεν ήταν «καλός άνθρωπος». Ίσως να μην τον άντεχες ούτε λεπτό. Να σου φαινόταν πρόστυχος και βρώμικος. Όμως κουβαλούσε πάνω του όλη τη βρωμιά του κόσμου, σαν ένας άλλος Ναζωραίος. Κι έκανε παρέα με τις πόρνες, τους τζογαδόρους, τους άστεγους, τους μεθύστακες, τους απόκληρους και τους χαμένους.

Ο Μπουκόφκσι δεν είναι καλός συγγραφέας. Δεν έγραψε αριστουργηματικά κείμενα, όπως ο συμπατριώτης του ο Φώκνερ, ούτε όπως τα ινδάλματά του, ο Χέμινγουεϊ και ο Ντοστογιέφσκι. Εκείνων τα βιβλία τα θαυμάζεις, όπως όταν βρίσκεσαι μπρος στον Παρθενώνα.

Τα πεζά και τα ποιήματα του Μπουκόφσκι είναι μικρά κι ασήμαντα σαν το πατρικό σου σπίτι. Δεν νιώθεις δέος, αλλά συγκίνηση. Γιατί εκεί μέσα μεγάλωσες, σ’ εκείνους τους μουχλιασμένους τοίχους, μ’ εκείνες τις μεθυσμένες λέξεις.

Κι ίσως κάποια μέρα ο Παρθενώνας να καταρρεύσει. Ίσως κανείς να μη διαβάζει τις αριστουργηματικές φράσεις του Φώκνερ.

Ο Μπουκόφσκι κι η περσόνα του, ο Χένρι Τσινάσκι, θα μείνουν.

Γιατί ήταν ένας άνθρωπος σαν κι εμάς. Απογοητευμένος και μικρός, τυραννισμένος και αδύναμος.

Αλλά αρκετά δυνατός για να σηκωθεί το επόμενο πρωί, μετά από δέκα χιλιάδες μπύρες κι άλλο τόσο πόνο, να κοιταχτεί στον καθρέφτη και να πει: «Λοιπόν, σκατόμουτρο, κατάφερες να σηκωθείς και σήμερα».

Όπως να το κάνεις, όσο κι αν πέσεις, όσο κι αν μεθύσεις, όσο κι αν απογοητευτείς, το θέμα όλο να σηκωθείς ξανά. Για να γελάσεις με τα χάλια σου.

Μέχρι που να σε χώσουν σε μια τρύπα και να βάλουν πάνω απ’ το κρέας σου μια ταφόπλακα.

Μέχρι τότε, φίλε Τσινάσκι, προλαβαίνουμε να πιούμε μια μπύρα.

Και να ξημερωθούμε -αν το καταφέρουμε κι αύριο, για να συνεχίσουμε ν’ αγαπάμε αυτά που κάνουμε.

Μέχρι το τέλος. Αυτός είναι ο μόνος τίμιος αγώνας που υπάρχει.
Μέχρι το τέλος

Πηγή: sanejoker

Πόσο φοινικέλαιο τρώμε κάθε μέρα;

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, ανακοίνωσε τον περασμένο Μάιο, στηριζόμενη σε πρόσφατη επιστημονική έρευνα, ότι η επεξεργασία του φοινικέλαιου σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες του προσδίδει καρκινογόνες ιδιότητες. Μπορεί τις τελευταίες ημέρες η Nutella να είναι κεντρικό θέμα πολλών ιστοσελίδων σε όλον τον κόσμο, καθώς το φοινικέλαιο αποτελεί βασικό συστατικό της, όμως τα κεφάλαια αυτής ιστορίας είναι πολλά περισσότερα.

Το πρώτο σε κατανάλωση έλαιο στον κόσμο

Τι κοινό μπορεί να έχουν ένα παγωτό, ένα κραγιόν κι ένα σαμπουάν; Το φοινικέλαιο. Είναι το πρώτο σε κατανάλωση φυτικό έλαιο στον κόσμο και το συναντάμε σε εκατοντάδες προϊόντα κάθε μέρα.

Μια μικρή βόλτα στο γραφείο αποκάλυψε αρκετά προϊόντα με φοινικέλαιο:

Μπάρα δημητριακών:

Μαργαρίνη:

Φυστίκια:

Η μαργαρίνη στο σπίτι έχει συνήθως ως κύριο συστατικό της το φοινικέλαιο. Σοκολάτα με γέμιση ή «πραλίνα»; Μάλλον έχει φοινικέλαιο. Μπισκότα; Ελάχιστα τυποποιημένα μπισκότα πια δεν έχουν ως βασικό συστατικό τους το φοινικέλαιο. Πολλές φορές, το φοινικέλαιο δεν αναγράφεται ξεκάθαρα, αλλά μπορεί η ετικέτα να αναγράφει «φυτικά λίπη (vegetable fats)», εννοώντας φοινικέλαιο ή φοινικοπυρηνέλαιο.

Οι επιπτώσεις στην υγεία μας

Σίγουρα δεν χρειάζεται να πανικοβαλλόμαστε από την πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων, όμως με το φοινικέλαιο να είναι τόσο διαδεδομένο, το επόμενο διάστημα θα χρειαστούν περισσότερες μελέτες ώστε να αποσαφηνιστεί τι κίνδυνο αντιμετωπίζουμε και τι μέτρα προφύλαξης πιθανόν χρειάζονται. Μέχρι τότε, ίσως αξίζει μια προσπάθεια περιορισμού της έκθεσης των παιδιών και βρεφών στο φοινικέλαιο, καθώς η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων τονίζει ότι:

«Η έκθεση σε “glycidyl fatty acid esters (GE)” [τα οποία βρίσκονται σε μεγάλη συγκέντρωση στο φοινικέλαιο] των βρεφών που καταναλώνουν αποκλειστικά βρεφικό γάλα-φόρμουλα προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς είναι 10 φορές μεγαλύτερη από το επίπεδο που θα θεωρούνταν χαμηλής ανησυχίας για τη δημόσια υγεία.»

Tο γάλα-φόρμουλα αρκετών μεγάλων παρασκευαστών στην Ελλάδα περιέχει φοινικέλαιο (π.χ. δείτε εδώ και εδώ), επομένως μέχρι να υπάρξουν περισσότερα επιστημονικά δεδομένα για το θέμα, ίσως κάποιοι γονείς που δεν θηλάζουν να προτιμήσουν βρεφικό γάλα που στα συστατικά του δεν θα περιέχεται φοινικέλαιο.

Η παραγωγή του φοινικέλαιου έχει επίσης πολύ μεγάλο περιβαλλοντικό κόστος και γίνονται μεγάλες προσπάθειες για να παράγεται βιώσιμα, χωρίς καταστροφή τροπικών δασών σε χώρες όπως η Ινδονησία.

Διάβασε ακόμα: Φοινικέλαιο: το λάδι που καίει τα τροπικά δάση

Η επιλογή της διατροφής μας

Παρόλο που το φοινικέλαιο βρίσκεται για τα καλά μες στη ζωή μας, ίσως τα πρόσφατα νέα να είναι μια καλή αφορμή να το μειώσουμε, κάνοντας ορισμένες γενικότερες επιλογές βελτίωσης της διατροφής μας, που θα μας ωφελήσουν έτσι κι αλλιώς:

  • Πόσα τυποποιημένα τρόφιμα επιλέγω να τρώω;

    Το φοινικέλαιο χρησιμοποιείται κατά κόρον στα τυποποιημένα τρόφιμα, αλλά μπορεί να λείπει εντελώς από τη σπιτική μαγειρική. Είναι στο χέρι μας να μην επιλέγουμε προϊόντα όπως μαργαρίνη, που συνήθως έχει ως βασικό συστατικό το φοινικέλαιο, αλλά ελαιόλαδο ή ηλιέλαιο, είτε για μαγείρεμα, τηγάνισμα, ή και τα γλυκά. Στο βαθμό που αγοράζουμε τυποποιημένα προϊόντα, σε ορισμένα από αυτά υπάρχει η επιλογή να αποφύγουμε το φοινικέλαιο – π.χ. πατατάκια με ηλιέλαιο ή αραβοσιτέλαιο αντί φοινικέλαιου. Περιορίζοντας τα τυποποιημένα τρόφιμα περιορίζουμε την πρόσληψη πολλών χημικών πρόσθετων ουσιών και αποφεύγουμε την επεξεργασία των τροφών που αφαιρούν τις θρεπτικές τους ουσίες και δημιουργούν πιθανούς κινδύνους για την υγεία.

  • Πόσα λιπαρά επιλέγω να τρώω;

    Η υπερβολική κατανάλωση λιπαρών φαγητών επιβαρύνει την υγεία μας. Οι μελέτες δείχνουν ότι η μεσογειακή διατροφή, που είναι πλούσια σε λαχανικά, φρούτα, και μετριάζει τις λιπαρές τροφές, είναι η καλύτερη για τον οργανισμό.

Τα καλά νέα επομένως είναι ότι κάνοντας πιο υγιεινές επιλογές στη διατροφή μας, με λιγότερα τυποποιημένα προϊόντα και λιγότερα λιπαρά, μπορούμε την ίδια στιγμή να μειώσουμε την έκθεσή μας όχι μόνο στο φοινικέλαιο, αλλά και σε άλλες πιθανές πηγές βλαβερών ουσιών.

Πηγή: wwf.gr

Η ιστορία του υπέροχου Τέρι Φοξ..

Ένα τεράστιο άγαλμα ενός αγοριού έχει στηθεί στο Οντάριο του Καναδά και προσελκύει χιλιάδες τουρίστες κάθε χρόνο. Απεικονίζει έναν νεαρό δρομέα, καθώς τρέχει. Πρόκειται για τον Τέρι Φοξ, ο οποίος στα 18 του χρόνια έχασε το ένα του πόδι και αποφάσισε να τρέξει από το Νιουφάουλαντ στο Βανκούβερ για να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο σχετικά με το πρόβλημά του. Το κατόρθωμά του συγκίνησε τους Καναδούς που μετά τον θάνατό του τον τίμησαν σαν ήρωα.

To άγαλμα του Τέρι Φοξ στον Καναδά

To άγαλμα του Τέρι Φοξ στον Καναδά

 

Ο Φοξ γεννήθηκε το 1958 κοντά στο Βανκούβερ και από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τον αθλητισμό. Ήθελε να παίζει μπάσκετ, αλλά οι προπονητές του στο σχολείο τον προέτρεπαν να ασχοληθεί με τον στίβο, καθώς είχε τα φυσικά προσόντα που θα του επέτρεπαν να τρέχει μεγάλες αποστάσεις σε καλούς χρόνους. Τελικά ακολούθησε το όνειρό του και έγινε επαγγελματίας μπασκετμπολίστας. Παρόλο που δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλός, είχε το απαιτούμενο ταλέντο, δούλευε σκληρά στην προπόνηση και η αντοχή του ήταν σημείο αναφοράς για τους προπονητές του. Φαινόταν ότι είχε τις προοπτικές να κάνει καριέρα στο μπάσκετ, αλλά τα πάντα άλλαξαν μετά από ένα ατύχημα με αυτοκίνητο. Παρόλο που δεν τραυματίστηκε σοβαρά, απέκτησε μια έντονη ενόχληση στο γόνατο. Ο Φοξ δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία και συνέχισε να παίζει αγώνες. Ωστόσο, όσο περνούσε ο καιρός η ο πόνος γινόταν πιο έντονος και άρχισε να ανησυχεί.

fox

Η κατάσταση του επιδεινώθηκε και μετά από έξι μήνες αποφάσισε να πάει στο νοσοκομείο. Οι γιατροί διέγνωσαν ότι έπασχε με οστεοσάρκωμα, μια μορφή καρκίνου που ξεκινά από τα γόνατα. Δεν υπήρχε κανένα περιθώριο. Έπρεπε να ακρωτηριαστεί το δεξί του πόδι. Η ζωή του πια θα άλλαζε οριστικά, αλλά δεν ήταν έτοιμος να το βάλει κάτω αμαχητί. Αντιθέτως. Ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο διάβασε ένα άρθρο για τον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης και αποφάσισε να συμμετάσχει με σκοπό να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο σχετικά με την πάθησή του. Μετά το χειρουργείο ξεκίνησε τις χημειοθεραπείες και αφού του τοποθέτησαν πρόσθετο μέλος ξεκίνησε την προπόνηση για τον μεγάλο αγώνα.

terry-fox-2

 

Ο Μαραθώνιος της Ελπίδας

Τον Οκτώβριο του 1979 ο Φοξ ήρθε σε επαφή με το κέντρο κατά του καρκίνου του Καναδά και τους ανακοίνωσε την ιδέα του. Σκοπός του ήταν ο κάθε πολίτης της χώρας να δώσει από ένα δολάριο, ώστε να συγκεντρώσει χρήματα για την έρευνα για την αντιμετώπιση του καρκίνου. Ονόμασε τη διαδρομή που θα ακολουθούσε «Μαραθώνιο της Ελπίδας» και θα έτρεχε με το ένα του πόδι από το Νιουφάουλαντ στο Βανκούβερ. Ο Μαραθώνιος ξεκίνησε στις 12 Απριλίου 1980. Καθώς έτρεχε, οι άνθρωποι μάθαιναν την ιστορία του και συγκινούνταν. Χιλιάδες Καναδοί συγκινημένοι έβγαιναν στους δρόμους για να τον ενθαρρύνουν και να τον χειροκροτήσουν.

terry-fox-pic

Καθώς περνούσαν οι ημέρες, οι αντοχές του άρχισαν να μειώνονται. Παρά τις προτροπές των γιατρών να σταματήσει και τον πόνο που ένιωθε, συνέχισε να τρέχει, ώσπου τον έπιασε έντονος βήχας και σταμάτησε. Οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι ο καρκίνος είχε προχωρήσει στα πνευμόνια και ο μαραθώνιος της Ελπίδας σταμάτησε. Είχε τρέξει επί 143 ημέρες και είχε διανύσει 5.373 χιλιόμετρα. Παρόλο που δεν τερμάτισε κατάφερε να περάσει το μήνυμά του. Μέσα από το νοσοκομείο είχε καλέσει τους ανθρώπους να συνεχίσουν την προσπάθεια του ώστε να βρεθεί θεραπεία για τον καρκίνο: «Παρόλο που εγώ δεν τερμάτισα, χρειαζόμαστε άλλους να συνεχίσουν. Πρέπει να συνεχιστεί χωρίς εμένα». Μέχρι το τέλος της ζωής του ήλπιζε σε ένα θαύμα και δεν τα παράτησε ποτέ. Τελικά πέθανε τον Ιούνιο του 1981 σε ηλικία 23 ετών. Την ημέρα της κηδείας του ο Καναδάς βυθίστηκε στο πένθος και μέχρι σήμερα τον θεωρούν εθνικό ήρωα. Η διαδρομή που ακολούθησε καθιερώθηκε και κάθε χρόνο αθλητές ακολουθούν το παράδειγμά του και τρέχουν για καλό σκοπό. Χάρη στην πρωτοβουλία του έχουν συγκεντρωθεί περισσότερα από 650 εκατομμύρια δολάρια για τις έρευνες κατά του καρκίνου. Ο Τέρυ είχε αυτό το σπάνιο χάρισμα να εμπνέει τους άλλους και μόνο για το καλύτερο. Αυτό έκανε με το παράδειγμά του. Ενέπνευσε την ελπίδα, τη συμμετοχή και την επιστήμη που εξελίχθηκε και τις τελευταίες δεκαετίες έχουν σωθεί εκατομμύρια ζωές από παθήσεις που στα ΄80ς θεωρούνταν θανατηφόρες. Αν δεν είναι αυτός ήρωας τότε ποιος είναι;

mixanitouxronou.gr