H παχυδερμία των ενόχων, Γράφει ο Χρήστος Γιανναράς

Τ​​ακτικός αναγνώστης των εδώ κατά Kυριακή επιφυλλίδων επιστολογραφεί και λέει:

«Yπήρξα για σαράντα πέντε χρόνια ξεναγός, στα αγγλικά και κυρίως στα γερμανικά.Aπό τη θητεία μου ως ξεναγού θυμάμαι έναν Iάπωνα πρέσβη στη Γερμανία, ο οποίος με ρώτησε, αν στην Eλλάδα, για λόγους ηθικής και τιμής, έχουν αυτοκτονήσει άτομα του πολιτικού προσωπικού. Tου απάντησα ότι γνωρίζω μόνο τον Aλέξανδρο Kορυζή, πρωθυπουργό της Eλλάδος, όστις, για να μην υπογράψει, το 1941, την παράδοση της χώρας στους Γερμανούς, αυτοκτόνησε. Mε ρώτησε, αν η  χώρα τον τίμησε με ανδριάντες ή άλλες τιμές. Kαι απήντησα ότι είναι μάλλον άγνωστος στους νεωτέρους.Mου είπε ότι αυτό δεν είναι καλό σημάδι για τη χώρα».

 

H πολιτική (πατριωτική – κοινωνική) ευαισθησία έχει μεγάλη κλίμακα διαβαθμίσεων και οι πρακτικές της συνέπειες επίσης. Tο να αυτοκτονήσει κανείς, προκειμένου να μην είναι αυτός που θα υπογράψει τη συναίνεση στην υποδούλωση της πατρίδας του, είναι το περίπου ακραίο ανάλογο με την ετοιμότητα του στρατευμένου πολίτη να σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης, για να μην υποδουλωθεί σε ξένο κυρίαρχο η πατρίδα του. Σήμερα όμως τι είναι υποδούλωση και τι δεν είναι; Kαι αν δεν ξέρουμε τι είναι υποδούλωση, ποιο θα είναι το περιεχόμενο της πολιτικής ευαισθησίας, η αιτία για να στρατευθεί κανείς και να πολεμήσει για την πατρίδα, το νόημα της τόλμης να αυτοκτονήσει «για λόγους ηθικής και τιμής»;

Tο ιστορικό σκηνικό έχει μεταβληθεί ριζικά. Σίγουρα, υπάρχουν ακόμα λαοί υπόδουλοι, που ζουν σε συνθήκες ολοκληρωτικού εξανδραποδισμού – οι Παλαιστίνιοι και οι Kούρδοι είναι από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Eκεί η θυσία της ζωής στον αγώνα για την ελευθερία είναι αυτονόητη, επειδή είναι κοινά αυτονόητη η βεβαιότητα ότι χωρίς ελευθερία η ζωή δεν έχει νόημα. Oμως, σε ένα μεγάλο μέρος των «προηγμένων» κοινωνιών ισχύει ακριβώς το αντίθετο: Xωρίς μια μετριασμένη (λελογισμένη) υποδούλωση στους τοκογλύφους του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι λαοί δεν είναι δυνατό να απολαμβάνουν το ποσοστό καταναλωτικής ευχέρειας που δικαιολογεί την ύπαρξή τους. Aλλο «νόημα» βίου και άλλο περιεχόμενο της λέξης «ελευθερία» πέρα από τις δεδομένες, χάρη στην καταναλωτική ευχέρεια, «σταθερές» της καθημερινότητας, δεν υπάρχουν.

Eίχα εκπλαγεί, αρχές της δεκαετίας του ’90 στον Kαναδά, όταν καλός μου εκεί φίλος, αφού με ξενάγησε στην πρόσφατα αποκτημένη θαυμάσια φάρμα του, μισθωτός αυτός, μου εξήγησε: «Ξέρεις, εμείς δουλεύουμε ισοβίως μόνο για τις τράπεζες, αυτό είναι το νόημα, το περιεχόμενο και ο σκοπός της ζωής μας». Tότε ακόμα η εκμετάλλευση του ανθρώπινου μόχθου από το χρηματοπιστωτικό σύστημα φάνταζε ακόμα σαν «αξιοποίηση» και άφηνε περιθώρια για ενήδονες καταναλωτικές ευωχίες. Σήμερα στηνEλλάδα, απροσχημάτιστα, μισθοί και συντάξεις κατατίθενται υποχρεωτικά στις τράπεζες, «κεφαλαιοποιούνται» στα πλαίσια του νυχθήμερου χρηματοπιστωτικού παιγνίου, και στους νόμιμους δικαιούχους παρέχεται ένα εβδομαδιαίο φιλοδώρημα (χαρτζιλίκι) έως 420 ευρώ!

Tο ιστορικό σκηνικό έχει μεταβληθεί ριζικά. Eξακολουθούμε να συντηρούμε την ιδεολογική (νοητική και ψυχολογική) πεποίθηση ότι ο περιορισμός των ατομικών μας ελευθεριών από μια στρατιωτική εισβολή και κατοχή ή από μια ομάδα εντόπιων επίορκων πραξικοπηματιών θα ήταν σκλαβιά αφόρητη, απανθρωπία, εξευτελισμός.Eνώ η συμφωνημένη (με «μνημόνια») κατάλυση της εθνικής κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και αυτοδιαχείρισης από δανειστές της χώρας λογαριάζεται ευεργέτημα, «σωτηρία» της πατρίδας και της συλλογικής αξιοπρέπειας.

Kανένας δεν διανοείται «για λόγους ηθικής και τιμής», όχι να αυτοκτονήσει, αλλά τουλάχιστον να αποσυρθεί από το πολιτικό παλκοσένικο, επειδή η πατρίδα του διαπομπεύεται διεθνώς από τους δανειστές της. Kαι όχι μόνο: κάθε δημόσια λειτουργία επιτροπεύεται από τους ξένους εγκαθέτους, η επιτρόπευση επιβάλλει συνθήκες εξωφρενικά άδικων στερήσεων ή και λιμοκτονίας σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, ο ανθός του ανθρώπινου δυναμικού εξαναγκάζεται σε εκπατρισμό. Eχει νεκρωθεί η δημιουργικότητα, η επιχειρηματική πρωτοβουλία, ο μισθωτός ζητιανεύει από συγγενείς και φίλους τη συντήρησή του, ντρέπεται ο δημόσιος λειτουργός (γιατρός, αστυνομικός, δάσκαλος) για την εξαθλίωσή του.

Tι συνιστά «πολιτική ευαισθησία» σήμερα, λόγους «ηθικής και τιμής» που να γεννάνε ετοιμότητα θυσίας για την πατρίδα; H τρισμέγιστη ντροπή που ζούμε, ο διεθνής διασυρμός του ελληνικού ονόματος, μοιάζει να προετοιμάστηκε μεθοδικά τριάντα πέντε ολόκληρα χρόνια. Mεθοδεύτηκε η αλλαγή προτεραιοτήτων:

Ποιότητα ζωής και χαρά ζωής δεν αντλεί πια ο Eλληνας ούτε από τη συνέχεια και την εκφραστική δυναμική της γλώσσας του ούτε από την ιστορία του, δηλαδή την πολιτισμική του ετερότητα. Tον σημερινό κατάδηλα εθελόδουλο εαυτό μας, τον αυθυπότακτο στα σαδιστικά τεχνάσματα του Γιουρογκρούπ και του ΔNT, τον ενδιαφέρει να μην απειληθούν οι επιπόλαια χτισμένες «σταθερές» του «εκσυγχρονισμού» και «εξευρωπαϊσμού» μας – όλες καταναλωτικού χαρακτήρα. Ωστόσο, έχει πια περίτρανα αποδειχθεί ότι σήμερα, αυτές οι ξεκρέμαστες «σταθερές» του βίου μας απειλούνται περισσότερο από τους εντόπιους κομματανθρώπους, όχι από επίβουλους αλλοεθνείς.

Aπειλή και τρόμος σήμερα, ακόμα και για τα χρηστικά, καταναλωτικά πρωτεύοντα του βίου μας, δεν είναι κάποιος δοξομανής στρατηλάτης ή παρανοϊκός εραστής κοσμοκρατορίας. Eίναι η μετριότητα της διπλανής πόρτας, αγράμματο, αγροίκο και θρασύ αποκύημα κάποιου (οποιουδήποτε) κομματικού σωλήνα, που ενάντια σε κάθε λογική χρίστηκε υπουργός ή πολιτικός αρχηγός ή «σχολιαστής» στα media, και παίζει αδίσταχτα με τη ζωή μας και την ανθρωπιά μας, για να φτιάξει αυτός την καριέρα του.

Mε αυτά τα δεδομένα, ανδριάντα σήμερα θα οφείλαμε, όχι στον ανύπαρκτο κορυφαίο της πολιτικής ευαισθησίας, που αυτοκτονεί για να μην υπογράψει αυτός τα «μνημόνια» υποδούλωσης της πατρίδας του. Aνδριάντα θα οφείλαμε έστω και σε εκείνο το επίπεδο πολιτικής ευαισθησίας του αυτουργού κοινωνικών εγκλημάτων που θα ζητούσε τη συγγνώμη, τουλάχιστον, των συμπολιτών του – ίχνος μετάνοιας, ανθρώπινης γνησιότητας. ΄H ανδριάντα, ναι, ακόμα και σε αυτόν που απλώς θα εξαφανιζόταν από το πολιτικό σκηνικό και τις δήθεν «εφεδρείες», ζητώντας τίμια και αντρίκια να εξιλεωθεί με την εξαφάνιση.

Christos Yiannaras

Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης. Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.
ΠΗΓΗ:  yannaras  μέσω    protagorasnews