Έτος: 2017
Σκηνοθεσία: Joachim Rønning, Espen Sandberg
Πρωταγωνιστούν: Johnny Depp, Geoffrey Rush, Javier Bardem
Διάρκεια: 2ω 9λ
Πολυαναμενόμενη ταινία, το 5ο Πειρατές της Καραϊβικής ήρθε για να σβήσει τη δίψα των πιστών και μη ακολούθων της σειράς, αλλά και να αποκαταστήσει το όνομά της, μετά την χωρίς νόημα ύπαρξης και κάτω του μετρίου 4η ταινία Pirates of the Caribbean: On Stranger Tides (2011). Γιατί το όνομα που φέρει είναι βαρύ, με θεμέλια πολύ γερά, αποτελούμενα από μια περιπετειώδη τριλογία που ίσως θα έπρεπε να παραμείνει έτσι. Το Dead Men Tells No Tales λοιπόν έχει ένα σημαντικό έργο: να ξεπλύνει την αποτυχία του προηγούμενου και να κάνει περήφανο το πρώτο μέρος του τίτλου του, Pirates of the Caribbean.
Με ένα λαμπρό καστ και συμπαραγωγή Disney και Jerry Bruckheimer, όλα μοιάζουν ιδανικά ώστε ο στόχος της να επιτευχθεί. Κάποια πράγματα πήγαν όμως στραβά και το αποτέλεσμα δεν δικαίωσε όπως έπρεπε, μιας και τα τρέιλερ μας είχαν προετοιμάσει για την τελευταία περιπέτεια. Ο Captain Jack Sparrow, έχοντας καταλήξει ένας μέθυσος πειρατής της ξηράς, θα παρακινηθεί από έναν νεαρό και μια κοπέλα των επιστημών να αναζητήσουν την τρίαινα του Ποσειδώνα, η οποία λύνει όλες τις κατάρες της θάλασσας. Ο χρόνος όμως τους πιέζει καθώς ο Captain Salazar και το πλήρωμά του, φαντάσματα (κυριολεκτικά) από το παρελθόν του Jack, τους κυνηγούν για να πάρουν εκδίκηση. Το σενάριο είναι βιαστικό, ρηχό και με κάποια κενά, σαν να γράφτηκε στο πόδι και εξελίσσεται γρήγορα, με έναν τρόπο του στυλ ‘άντε να τελειώνουμε’, χωρίς να το νοιάζει ιδιαίτερα να εμβαθύνει λίγο σε χαρακτήρες ή στην πλοκή, με αποτέλεσμα αυτή να μην αποκτά κάποια ταυτότητα .
Γίνεται ελαφρώς βαρετό σε κάποια σημεία και δεν αφήνει την ένταση να κορυφωθεί. Παίζει εκ του ασφαλούς, χωρίς να παρουσιάζει κάτι καινούριο ή πειραματικό και το τέλος θα μπορούσε να είναι και καλύτερο. Παρ’ όλα αυτά έχει και τις καλές του στιγμές, με σκηνές χιουμοριστικές και έντονης δράσης, αλλά και κάποιες ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις. Η σκηνοθεσία είναι μια χαρά χωρίς κάτι ξεχωριστό ή αρνητικό και προτίθεται στα θετικά της. Οι ερμηνείες του Javier Bardem (Captain Salazar) και Jeoffrey Rush (Captain Hector Barbossa) είναι πολύ καλές και βοηθούν την ταινία να μην βουλιάξει, κάτι που με πολύ μεγάλη απογοήτευση δεν βλέπουμε να γίνεται από τον Johnny Depp, τον άνθρωπο που συνδέθηκε άρρηκτα με τις ταινίες, σε έναν ρόλο που του είχε χαρίσει και υποψηφιότητα για Oscar. Κουρασμένη η ερμηνεία του, μακριά από την παλιά της δόξα, με εξαίρεση κάποιες στιγμές αναλαμπής, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν ο Depp βαριέται να παίξει τον ρόλο ή απλά τον ξέχασε. Οι Brenton Thwaites (Henry) και Kaya Scodelario (Carina Smyth) δίνουν απλές ερμηνείες χωρίς κάτι το αξιοπρόσεχτο.
Η μουσική δεν σου καρφώνεται στο μυαλό, όπως στις τρεις πρώτες και ξεχνιέται εύκολα μετά το τέλος της προβολής. Και ίσως κατά τη διάρκειά της. Βασικά είχε μουσική; Α ναι, παίζει να είχε σε κάνα δύο σημεία. Και ερχόμαστε στα οπτικά εφέ τα οποία είναι πάρα πολύ καλά, δίνοντας αρκετό ενδιαφέρον και ρεαλισμό στις σκηνές δράσης, υλοποιώντας κάποιες αρκετά ενδιαφέρουσες ιδέες σε αυτές, ενώ το make-up για τον Captain Salazar είναι εξαιρετικό όπως και το CGI του πληρώματος και του πλοίου του.
Παρά τα μειονεκτήματά της, η ταινία είναι από αυτές που θα σε κάνουν να περάσεις καλά, καθώς έχει κάποιες ωραίες ιδέες και αποκαλύψεις, που ίσως αποπροσανατολίσουν τον θεατή, ώστε να μην προσέξει τα πολλά της προβλήματα και επηρεασμένος από το συναίσθημα των προηγούμενων, να πει ένα ‘δεν πειράζει ωραία ήταν’. Είναι όντως ωραία οπτικά και διασκεδαστική, αλλά καλό θα ήταν να μην είχε γυριστεί, τόσο η ίδια όσο και η προηγούμενη, καθώς δεν αγγίζουν ούτε λίγο την αίγλη των τριών πρώτων και είναι ανάξιες να φέρουν το βαρύ τους όνομα.
Κριτική: 5,5/10
Γράφει ο Δημήτρης Αδαλάκης
@revista.gr