Δημήτρης Λιαντίνης για την αλήθεια ή την λήθη της ζωής μας

«Έρχεται, λοιπόν, μια ωραία πρωΐα στις δυσμές του βίου μας, κι έχουμε θέσει ακόμη ένα σκοπό. Όμως ο σκοπός αυτός βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Γκρεμιζόμαστε απότομα μέσα στον άπατο χάνδακα του θανάτου μας, κι έχουμε καρφωμένα τα μάτια μας αντίκρα. Τι τύφλωση! Πεθαίνουμε, δηλαδή, χωρίς να καταλάβουμε ότι πεθάναμε. Όπως ακριβώς εζήσαμε, χωρίς να υπάρξουμε. (Ζει το ζώο, υπάρχει ο άνθρωπος). Μ’ ερωτάς πώς έζησα χωρίς να υπάρξω; Μα είναι απλό. Γιατί στην προσπάθεια και στον αγώνα μου να πετύχω όλους τους στόχους που συνεχώς έθετα, ήμουν τόσο απορροφημένος από τη φροντίδα τους, ώστε δεν είχα μάτια για τίποτα βαθύτερο.

……

Αλλά εδώ ακριβώς είναι το στίγμα και η στιγμή, που εμφανίζεται το σύμπτωμα του υποστασιακού μας καρκίνου. Κοιτάζει ο στοχαστής γιατρός την ακτινογραφία του πνευματικού μας θώρακα, και με μια μελαγχολική ηρεμία ψιθυρίζει σιγά:

– Μωρέ μπράβο σου! Που το ‘κονόμησες ετούτο το παράσημο; Κι είσαι μόλις δεκαοχτώ χρονώ!

Η παραβολή σημαίνει: Απορροφημένοι από τους στόχους και τη μέριμνα να τους πετύχουμε, λησμονούμε πως η ζωή μας είναι και κάτι άλλο. Κάτι περισσότερο από μια κίνηση μπίλιας σε λεία επιφάνεια. Και μη νομίζεις ότι, αν πας στην Επίδαυρο να ιδείς Αισχύλο, ή αν ακούς τα βράδυα μουσική δωματίου, κυλάς έξω από αυτή τη λεία επιφάνεια.

……

Συμπέρασμα. Η αδιάκοπη μέριμνα να πραγματώσουμε τους στόχους που θέτουμε, σκεπάζει τη ζωή μας έτσι, ώστε όλα τα βαθύτερα της να βυθίζουνται στο σκότος. Μπαίνουμε σ’ ένα είδος οντολογικής ομίχλης, που κρύβει το τοπίο της ύπαρξης μας. Και να ζεις μες στη λήθη σημαίνει ότι δε ζεις στην α-λήθεια.»

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ, ΓΚΕΜΜΑ, (Από το κεφάλαιο Η ΚΥΚΛΩΠΕΙΑ)