Τα λάικς στο φμπου υπάγονται στον απλό οικονομικό κανόνα της ανταποδοτικότητας. Ο γνήσιος λαϊκατζής, μόλις συνδέεται πατάει λάικ και στους 1.500 φίλους που έχει στην πρώτη σελίδα του, χωρίς φυσικά να δει καν περί τίνος πρόκειται. Ελευθέρως κι αδιακρίτως.
Αφού βάλει λοιπόν λάικ σε όλους τους φίλους του, μα πεντακόσιοι είναι αυτοί , μα πέντε χιλιάδες, την υπόλοιπη μέρα κάθεται και μετράει τα λάικ στις δικές του αναρτήσεις. Καλημερούδια, φιλούδια κλπ πέφτουν βροχή ακόμη και σε αναρτήσεις τύπου «Ξύπνησα» ή «θα βγάλω το σκύλο μου βόλτα».
Αν πρόκειται για «ποιήματα», εκεί πέρα από τα λάικ πέφτουν σύννεφο και τα σχόλια. Αναμεταξύ τους οι ποιητάστροι ανταλλάσσουν φιλοφρονήματα τύπου «υπέροχο», «καταπληκτικό», «αριστούργημα», «πετάς», «πολύ όμορφο», «πολύ καλό αγαπημένη φίλη», «καλημέρα ποιητά μου»… Να συνεχίσω;
Με συγκίνησε τελευταία η ανάρτηση φίλου ποιητή στο φατσιοβιβλίο περί αποχωρήσεώς του. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν πρόκειται απλώς για ακκιστικό τερτίπι ή για μόνιμη απόφαση (δεν έχει σημασία), αλλά εν τη αθωότητί του ο φίλος αναφέρει και τα εξής:
« Ο έπαινος και η με καλή πρόθεση κολακεία και η εύκολη απόδοση τιμών, με παρέσυραν λιγάκι και παραμέλησα πολύ άλλους σπουδαίους τομείς της ζωής μου, τυφλωμένος αρκετά από την εικόνα μου στον καθρέφτη του ΦΒ, που δεν θα πω πως είναι παραμορφωτικός, αλλά ωραιοποιεί πολύ τις μουτσούνες μας κι μ’ έκανε, άλλοτε συνειδητά κι άλλοτε ασυνείδητα , να επιδιώκω μια δυσανάλογη προβολή του εαυτού μου και των γραφτών μου, κάτι που δεν το είχα ξανακάνει στα 58 χρόνια της ζωής μου και στα 43 χρόνια που γράφω. Σε βάρος, όπως είπα , της εργασίας , της οικογένειας, των κοινωνικών μου δραστηριοτήτων, του διαβάσματος βιβλίων και άλλων πολλών. Εν μέσω 1300 φίλων, απομονώθηκα ουσιαστικά κι επικεντρώθηκα στο κυνήγι του λάικ και του μπράβο, για τα οποία από καρδιάς και με πολύ σεβασμό ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ όλες κι όλους όσους με ζεστασιά μου τα έδωσαν, αλλά είναι βέβαιο πως δεν μου έκαναν καλό.»
Δεν κάνουν καλό τα πολλά και άκριτα λάικς. Είναι εθιστικά , χειρότερα από την πρέζα. Εμείς που γράφουμε από την προ-διαδικτυακή εποχή, έχουμε φάει τις σφαλιάρες μας, στην εποχή μας, κι είμαστε ευγνώμονες για τους δασκάλους που μας χαράκωσαν τις παλάμες.
Στο ΦΒ δυστυχώς εκλείπει η μαθητεία. Κανένας δεν κάθεται να τις «φάει». Τις ελάχιστες φορές που μπήκα στον κόπο, από καλή διάθεση, να αρθρώσω έναν κριτικό λόγο, έλαβα αναφορές ως ανεπιθύμητος με αποτέλεσμα να μου μπλοκάρουν το λογαριασμό για κάποιες μέρες.
Η ποίηση μπορεί να είναι η δεύτερη λέξη που χτυπάει ο κάθε αδαής μόλις επιτύχει την πολυπόθητη σύνδεση στο νετ (μετά τη λέξη σεξ), αλλά παρ’ όλες τις κακοποιήσεις στις οποίες υποβάλλεται παραμένει μία εκ των καλών Τεχνών. Ίσως γι αυτό δεν νοιάζεται για την ταλαιπωρία που υφίσταται.
«Δεν με στεναχωρούν τα κακά ποιήματα», έλεγε ο Ουμπέρτο Σάμπα «γιατί θα τα σβήσει ο χρόνος». Ούτε εμένα με στεναχωρούν τα κακά ποιήματα που λαμβάνουν 350 λάικ στο ΦΒ. Ο κακός ποιητής που δεν δέχεται καλόβουλες συμβουλές, επίσης έπαψε να με στεναχωρεί.
Είχα την τύχη να ακούω τους δασκάλους μου στην Τέχνη και δεν μετάνιωσα ποτέ γι αυτό. Σαν τον υδραυλικό κι εγώ είχα την υπομονή να σπάσω τα δάκτυλά μου πολλά χρόνια, πριν ανοίξω δικό μου μαγαζί, δίπλα σε ανθρώπους που μου έμαθαν την τέχνη. Με την ψηφοθηρία των λάικς, αγαπητοί «ομότεχνοι» πολύ φοβάμαι πως βιάζεστε να ανοίξετε το σας δικό σας μαγαζί, να γίνεται κι εσείς γρήγορα αφεντικά. Όποιος δεν στρώσει το σβέρκο του στις σφαλιάρες, δεν μπορεί να κρατήσει δικό του μαγαζί.
Σωτήρης Παστάκας
___________
Πηγή: intellectum