Ονειρεύομαι τους φίλους μου, του Σαράντου Φράγκου

Τους ονειρεύομαι συχνά, μα πιο πολύ τις μέρες τις γιορτινές. Πρώτους απ’ όλους τους παιδικούς και ξαναζωγραφίζω το τότε, όταν με τα αυτοσχέδια τρίγωνα από λαμαρίνα και οργανέτο με χορδές από μεσινέζα και ηχείο από φλασκί κομμένο στη μέση ξεφαντώναμε στα κάλαντα. Τους ονειρεύομαι όταν είμαι μόνος στην άδεια κάμαρα πίσω από μια σελίδα προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσω το μέλλον καθώς περπατάω στο παρελθόν.

Τους νιώθω πλάι μου όταν η ανομβρία απειλεί να στεγνώσει τη σκέψη μου και η ανυπόφορη καθημερινότητα να δέσει τα πόδια μου.

Τους βλέπω όταν κρατώ το σφυρί και τον κασμά, όταν σκάβω τη γη, εκεί που κοπιάζω να δαμάσω την άνυδρη πέτρα καθώς με παροτρύνουν χλευάζοντας εγκάρδια τις αδόκιμες δυνάμεις μου.

Τους καλώ συχνά, εγώ που διαθέτω ένα μόνο στόμα κι ένα ζευγάρι χέρια για τόσα χαμένα πράγματα. Τους καλώ όλους ανεξαιρέτως, πότε με φοβέρες και πότε με παινέματα και τους πιστούς και τους εγκάρδιους και τους ξεχασμένους και τους ”καταραμένους”, ακόμα και τους άσπονδους. Όμως πιο πολύ, εκείνους που έχουν φύγει οριστικά και η σκιά τους εξακολουθεί να με χαρακώνει.

Οι φίλοι μου οι πεζοί ιππότες με τις οργισμένες φωνές που υπόσχονται την πένθιμη ανάσταση.

Οι σύντροφοί μου οι θεράποντες που με καλούν να ξαναοδοιπορήσουμε κι ας μην υπάρχουν έτοιμες οι λύσεις, σε κουτάκια οι απαντήσεις.

“Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για όλα τα προβλήματα της ζωής σου,

ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου

όμως μπορώ να σ’ ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου.

Δεν μπορώ ν’ αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου,

όμως όταν με χρειάζεσαι θα είμαι εκεί μαζί σου.

Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματά σου.

Μόνο μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου να κρατηθείς

και να μην πέσεις”.

Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Ποίημα σε φίλους»

Συμβαίνει κάποτε να βλέπω το χέρι τους το φιλικό, το ανιδιοτελές που απλώνεται να κρατηθώ για να μην πέσω. Άλλοτε το πιάνω και σηκώνομαι, άλλοτε όχι, ίσως από περηφάνια και εγωισμό και προτιμώ να τσακιστώ και να ματώσω. Γιατί συμβαίνει αυτό, επειδή ακόμα δεν έχω προλάβει να τους γνωρίσω καλά-καλά ή μήπως γιατί εκείνοι δε με γνωρίζουν όσο πρέπει;

Τι είναι ο φίλος, είναι ο σύντροφος ή κάτι παραπάνω ή κάτι λιγότερο; Είναι το γιοφύρι ανάμεσα στο σπίτι και τον κόσμο, είναι ο ελευθερωτής των συναισθημάτων που γεννιούνται έξω από την οικογενειακή εστία;

Η φιλία και η συντροφικότητα δε γεννιούνται κατά παραγγελία, γιατί έτσι πρέπει. Τις χτίζουν οι χτίστες στις σκαλωσιές, τις θερμαίνουν στα καράβια οι θερμαστές, τις κουβεντιάζουνε τα βράδια οι πλύστρες όταν χαϊδεύουν τα πρησμένα τους δάχτυλα. Τις γράφουνε οι ποιητές για τα μικρά και τα μεγάλα παιδιά, για να μη φοβούνται το σκοτάδι, για να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο.

Σύντροφος και συντροφικότητα, μια ιδιαίτερη σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλεγγύης. Προϋποθέτουν κοινή αφετηρία στο ιστορικό και ιδεολογικό επίπεδο, ταύτιση στόχων και μέσων, κοινή πορεία. Όμως η συντροφικότητα όταν δένεται και με την φιλία γίνεται ακαταμάχητη, βιωματική, πιο αποτελεσματική.

Για το σύντροφο η αλληλεγγύη είναι υποχρέωση, για το φίλο προς το φίλο αυτονόητη πράξη. Για τον επαναστάτη το στεφάνι της αγχόνης σημαίνει ”αγιοσύνη”, για το φίλο ευκαιρία να μπει στη θέση του φίλου. Ο φίλος αγαπά, ο σύντροφος κατανοεί, ο φίλος σε θέλει στο τραπέζι, ο σύντροφος στην κουζίνα. Ο πρώτος σε θέλει στην παρέα, ο δεύτερος και στο πεζοδρόμιο.

Οι φίλοι συνδράμουν για να χτίσουν το σπίτι του φίλου, ο σύντροφος συνδράμει στο να χτιστούν όλα τα σπίτια εκτός απ’ το δικό του. Για το δικό του ίσα-ίσα μια κασόπορτα προφταίνει να φτιάξει όπως μας ιστορεί ο Μπρεχτ στις ”Ιστορίες” του.

Η φιλία και η συντροφικότητα είναι μια διαδικασία μύησης, μια ορφική δοκιμασία. Κοιτώντας γύρω μας βλέπουμε πολλούς- τους περισσότερους- να μην έχουν φίλους όπως δεν έχουν και οχτρούς. Να είναι μόνοι και αποκομμένοι, τμηματικοί, φυλακισμένοι σε σπιρτόκουτα, σπαράγματα του ανελέητου φόβου και της δυσπιστίας προς τον άλλον. Βλέπουμε φιλίες να μετατρέπονται σε έρωτες αλλά σπάνια και το αντίστροφο, χαμένες φιλίες με τον κυνισμό και τον πόνο να πρυτανεύουν.

Την ώρα της περισυλλογής θυμόμαστε τις παλιές φιλίες του χαβαλέ και της βαβούρας, της παρέας, τότε που η φιλία μοίραζε συναισθήματα χωρίς να τα ιδιοποιείται κανένας. Τότε στα νεανικά χρόνια που άνοιγε για πρώτη φορά η φιλία και κατέγραφε ονόματα και πρόσωπα, λόγια και πράξεις. Και όσο περνάνε τα χρόνια, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, έχουμε προδώσει ή έχουμε προδοθεί από φίλους. Βλέπουμε παρέες να διαλύονται και τους καλύτερους νεανικούς φίλους να μεταστρέφονται σε μακρινά φαντάσματα της ενήλικης ζωής.

Ο Γ. Σεφέρης επιμένει. «Δεν τους γνωρίσαμε» τους φίλους.

Δεν τους γνωρίσαμε

ήταν η ελπίδα στο βάθος που

έλεγε

πως τους είχαμε γνωρίσει από

μικρά παιδιά.

Τους είδαμε ίσως δυο φορές κι

έπειτα πήραν τα καράβια,

φορτία κάρβουνο, φορτία

γεννήματα, κι οι φίλοι μας

χαμένοι πίσω από τον ωκεανό

παντοτινά.

Η αυγή μας βρίσκει πλάι στην

κουρασμένη λάμπα

να γράφουμε αδέξια και με

προσπάθεια στο χαρτί,

πλεούμενα, γοργόνες ή κοχύλια

το απόβραδο κατεβαίνουμε στο

ποτάμι

γιατί μας δείχνει το δρόμο προς τη

θάλασσα,

και περνούμε τις νύχτες σε

υπόγεια που μυρίζουν κατράμι .

Γ. Σεφέρης, «Δεν τους γνωρίσαμε»

Τι είναι εκείνο που διαλύει τη φιλία, η αδιαφορία, ο ανταγωνισμός; Γιατί εγκαταλείπουμε φίλους, γιατί φίλοι μας εγκαταλείπουν; Γιατί υπάρχει τόσο λίγη φιλία στον κόσμο; Ίσως γιατί η φιλία είναι εξάρτηση μα και διαθεσιμότητα, γενναιοδωρία μα και στέρηση. Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης έχει πει. ” Κάθε φορά που φτιάχνω ένα έργο τέχνης, χάνω και έναν φίλο.”

Ο Γ. Ιωάννου είναι ακόμα πιο απαισιόδοξος.

Όσο να δέσει κάποιος μέσα μου

έχει πεθάνει.

Αλλάζω τις φιλίες σαν πουκάμισα,

αλλάζω δουλειές, αλλάζω γνώμες.

Πάντα το μάτι μου αλλού

μόλις ακούσω ναι- έτοιμος να σαλπάρω.

Κι η μοναξιά μου πάντα μοναξιά

κι ο πανικός ρεύμα που με τινάζει.

Γ. Ιωάννου, «Γύρω μου νύχτα μέρα»

Να μην υπάρχουν πλέον φιλίες και δυνατά πάθη, να τα κονιορτοποίησε και αυτά η πλανητική καπιταλιστική κυριαρχία, να τα κατακερμάτισε η μεταμοντέρνα συνθήκη; Ή μήπως κάπου βαθιά σιγοβράζουν; Γιατί το πάθος που συνοδεύει τη φιλία και τη συντροφικότητα είναι ένα από τα εσωτερικά συστατικά μας, δεν είναι ο εκφυλισμός του σε βία, αλλά η αναγνώριση και ο σεβασμός της ανθρώπινης συγκίνησης.

Πάθος στη φιλία και τη συντροφικότητα σημαίνει ψυχικό σθένος που το εκδηλώνουν πολλές φορές χωρίς να το καταλαβαίνουν οι παρίες της ανθρώπινης πολιτείας, όλοι εκείνοι οι καρτερικοί προσκυνητές της δικαιοσύνης που υπερβαίνουν τα ημέτερα θέλω τους και μοιράζονται την κοινότητα και το εμείς.

Η φιλία εμπλουτίζει και εξισορροπεί το πάθος και την εμπειρία και μας ναυτολογεί στο καράβι του χρόνου που ταξιδεύει στο σύμπαν το άπειρο, το ατελεύτητο.

Αυτό το ανιδιοτελές πάρε-δώσε, δεν ισχύει στην περίπτωση της πολιτικής και της διπλωματίας. Η εξουσία δε γνωρίζει από φιλίες. Εκείνο που γνωρίζει είναι προδοσίες, μεταμέλειες και αποσκιρτήσεις. Εκείνο που γνωρίζει είναι μόνο πτώματα που γεννά η κατάχρηση και εγκαταλειμμένα οδοφράγματα που σκορπά η κτηνώδης δύναμη.

Ορφανεύουμε όταν χάνουμε φίλους, γιατί χάνουμε χρώματα και αισθήματα, νοήματα και ουσίες. Γιατί χάνουμε χρόνο απολεσθέντα και μη αναπληρούμενο.

Η φιλία νομιμοποιείται μόνον όταν αποδίδει καρπούς, συμπάθειες και συνάφειες, όταν γίνεται η αιτία για να γίνεσαι αποδεκτός και συνάμα να αποδέχεσαι τη μοναδικότητα του άλλου. Τότε που σου λέει πως συμφωνείς ότι διαφωνείς με φαντασία και γενναιοδωρία.

Το πανηγύρι της είναι ο διάλογος, η κουβέντα, μα άλλο τόσο και η σιωπή. Αυτό που συμβαίνει συχνά όταν είμαστε μαζί χωρίς να λέμε τίποτα. Αυτό το προσκύνημα που βιώνουμε, αυτόν το σεβασμό όταν μιλάνε τα μάτια. Όχι στην πάρλα για την πάρλα, όχι στείρες λέξεις για τις λέξεις, όχι παρλαπίπες και παπαγάλοι μα φιλόσοφοι της σιωπής. Γιατί η φιλία και η συντροφικότητα, αυτό το κανάλι ανάμεσα στην κοινή και την ατομική ζωή, διεκδικούν φορές τη μοναξιά τους για να κερδηθεί αυτό το κάτι παραπάνω απ’ το συνηθισμένο.

Παρ’ ότι αδύναμοι και ατελείς, ανοργάνωτοι και ηττημένοι, πιστεύουμε χωρίς αιδώ σε μια κοινωνία όπου μια άλλη μορφή φιλίας θα ανήκει στην κοινή ζωή μας, θα μας λυτρώνει και απελευθερώνει. Τότε που θα αναγνωρίζουμε τα όριά μας και ταυτόχρονα θα τα μοιραζόμαστε. Τότε που θα μπορούμε να είμαστε και μόνοι και πλούσιοι από φίλους.

Όσο κι αν τα χρόνια περνάνε, η φιλία παραμένει βράχος κι ας διαπιστώνουμε την παρακμή παλαιών φίλων , την ενσωμάτωση πρώην αγαπημένων συντρόφων. Όσο κι αν τρεμοφέγγει στο λυκόφως η πρώτη μας νιότη, μας καλεί και πάλι, παρ’ ότι οι ώριμες δεκαετίες βαραίνουν την πλάτη, έστω και μέσα στην καταχνιά, να θυμηθούμε συνάφειες και συντροφικότητες, να ξαναγίνουμε παρέα, ομάδα, φουρνιά, συλλογικότητα. Για να δρέψουμε και πάλι πάθη, να ξαναθερίσουμε εξεγέρσεις.

Φιλία και συντροφικότητα, αυτό το δίχτυ προστασίας που λείπει, καθώς μοιάζουμε φορές με θερισμένα χορτάρια, με ξεριζωμένα λιθάρια, με πέλαγο από παράπονα που μας πνίγουν. Όμως ακόμα κι έτσι, ακόμα και με σκουριασμένες τις άγκυρες στα σπλάχνα μας, οι φίλοι οι γκαρδιακοί, οι μπιστικοί σύντροφοι, όλοι, παρόντες και απόντες υπόσχονται το βαπόρι, εκείνο το μεθυσμένο, το χαρωπό, το στολισμένο με τις σημαίες μας.

Η φιλία παραμένει ακριβή γι’ αυτό και ποθητή, είναι μέρες που κρύβεται και δεν ομολογεί, είναι ο φύλακας-άγγελός μας επί γης που τραγουδάει μια νότα μαγική όπως η καρδερίνα. Καμιά φορά κυλάει σαν μοιρολόι όπως της θλίψης το κρασί όταν η νύχτα μας κάνει δικούς της, εκεί που ξαγρυπνούμε για έρωτα ή και για θάνατο.

Μέρες γιορτινές τούτες οι μέρες, ανάμεσα σε πραιτοριανούς και κόλακες που ολοένα και φτηναίνουν τη χαρά και τη σάρκα που παράγουν ντροπές και ατιμώσεις. Μέρες γιορτινές που σέρνονται βαρετά όπως τα ζώα που νυστάζουν στο λιοπύρι. Όμως η φιλία και η συντροφικότητα, όπως το λυχνάρι, τις ομορφαίνουν. Ομορφαίνουν τα τραγούδια μας κι ας εξακολουθούν να στάζουν αίμα και βαρύν ιδρώτα, ομορφαίνουν τα παιδιά τα προσφυγόπουλα που ψάχνουν στα σκουπίδια την άνοιξη την πετροβολημένη.

Φιλία και συντροφικότητα, ολόκληρες, όχι σε δόσεις και αναλόγως περιστάσεων, ολόκληρες γιατί ολόκληρος είναι ο κόσμος που λείπει, ο κόσμος ο μπροστά, ο κόσμος μας.

Τότε που το σταμάτημα του αυτοκινήτου στο δρόμο δεν είναι φόβος,

τότε που το χτύπημα στην πόρτα σημαίνει φίλος,

και το άνοιγμα του παραθύρου κάθε ώρα σημαίνει ουρανός

γιορτάζοντας τα μάτια μας με τις μακρινές καμπάνες των χρωμάτων του…

Από την «Ειρήνη» του Γ. Ρίτσου.

Πηγή: https://www.kommon.gr

40 συμβουλές ζωής του Χόρχε Μπουκάι για την αυτοεκτίμηση και τον εγωισμό

«Αποδίδω στον εαυτό μου την αξία του»

-Αν αφού έχω βάλει τα όριά μου, έχω επιμείνει, σου το έχω πει με χίλιους τρόπους κι έχω παρακαλέσει και κάποιον τρίτο να με βοηθήσει να σου το πω- αν, λοιπόν, εσύ εξακολουθείς να μην καταλαβαίνεις, τότε σε προειδοποιώ μ΄ένα Θ&Φ:«Θα Φύγω!»

-…να βρίσκεις σ΄εσένα ό,τι αξιόλογο και πολύτιμο έχεις.

-Και τί είναι αυτό το ιδεώδες Εγώ; » Η ιδέα που έχω για το πως θα έπρεπε να είμαι, ή το αποτέλεσμα της διαπαιδαγώγησής μου, ή πως θέλει η κοινωνία να είμαι…

–Αν βγάλω από το μυαλό μου την ιδέα ότι πρέπει να είμαι κατά έναν συγκεκριμένο τρόπο, απομένει μόνο το πραγματικό Εγώ.

–Πρέπει να αντιληφθεί, δηλαδή, πως το γεγονός ότι είναι ο εαυτός του έχει μια αξία από μόνο του, και αυτό θα προκύψει μόνο αν πάρει απόφαση να γίνει verda dero (Αληθινός) παντού και πάντα, σε οποιαδήποτε κατάσταση.

-(Autonomia) Αυτόνομος λέγεται ένας άνθρωπος ικανός να καθορίζει τους δικούς του κανόνες, και αυτόνομοι όσοι αποφασίζουν μόνοι τους τι είναι καλό και τι είναι κακό, τί είναι σωστό και τι δεν είναι, όχι όμως άναρχα, αλλά ελέγχοντας …

-(Limites, Όρια)Είναι οι χώροι μου και μπορώ να τους μοιραστώ, αλλά μόνο με όποιον και όποτε θέλω.

–(Orgullo. Υπερηφάνια)…μπορώ να νιώσω υπερήφανος γι΄αυτόν τον ιδιαίτερο συνδυασμό των καλών των κακών πλευρών μου.

-(Recibir. Δέχομαι)…δεχόμαστε πως αξίζουμε – και με το παραπάνω – όσα καλά μας συμβαίνουν

-(Valar. αξία)…πάει να πει πως είμαι αληθινά αυτός που είμαι, αυτόνομος, ικανός να οριοθετώ, περήφανος που είμαι αυτός που είμαι και, τέλος, απολύτως ανοιχτός να δεχτώ από το σύμπαν αυτά που έχω κερδίσει.

-…το να είμαι τεμπέλης δεν αποτελεί μέρος της δομής της προσωπικότητάς μου, είναι απλώς ένας τρόπος συμπεριφοράς…

-…το δύσκολο είναι πάντα πιθανότερο από το αδύνατον.

-…όταν δύο άνθρωποι συναντούνται, επιδρούν ο ένας στον άλλον ανάλογα με τον τρόπο ύπαρξής τους, κι όχι ανάλογα με τη δομή της προσωπικότητάς τους.

-…χρησιμοποιούν τη θλιβερή παιδική τους ηλικία με τους φριχτούς γονείς, βρίσκοντας σ΄αυτή τη σύγχηση ένα ακόμη επιχείρημα για να δικαιολογήσουν την απάισια συμπεριφορά τους προς τον έξω κόσμο.

–Αλλά όμως -κι αυτό το «αλλά όμως», είναι θεμελιώδες-, αν κάποιος δεν πήρε όλα αυτά τα μηνύματα από τους γονείς του, μπορεί να τα πάρει από κάποιον άλλο, σε κάποια άλλη στιγμή της ζωής του.

-…καθώς δεν είναι πια παιδί, θα πρέπει να ψάξει μόνος του τους τομείς στους οποίους υπερισχύει και είναι αποδεκτός, σεβαστός, υπερήφανος και αναγνωρισμένος.

-Είναι πολύ σκληρό να ζεις σ΄ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου δεν παίρνεις τίποτ΄απ΄όλα αυτά, κι όμως συνεχίζεις να ζεις μες στο ίδιο περιβάλλον.

–Μαθαίνω την αυτοεκτίμηση όχι μόνο επειδή κάποιος μου δείχνει ότι με εκτιμά, αλλά επειδή αυτός που εκτιμά, εκτιμά πρώτα τον εαυτό του και ξέρει ότι είναι αξιόλογος.

-…όταν ο γιος του παίρνει ένα βραβείο κατά την αποφοίτησή του, είναι πραγματική υπερηφάνεια. Αν πιστεύει πως πρέπει να καυχιέται γι΄αυτό στους φίλους του, τότε είναι υπεροψία.

–Η φαντασία τροφοδοτεί τον φόβο όπως η αντίληψη τροφοδοτεί τον τρόμο.

-» Και τι γίνεται αν μια κατάσταση πραγματικού εξωτερικού κινδύνου διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα; » «Δυο πράγματα μπορεί να συμβούν: το πρώτο είναι να κορυφωθεί η Αντίδραση Συναγερμού σε τέτοιο βαθμό, ώστε το άτομο να δηλητηριαστεί από τις τοξίνες του, όπως είπαμε πριν, και το δεύτερο, αυτή η ίδια αντίδραση να μειωθεί σταδιακά, συνεπεία της εξασθένησης των οργάνων που παράγουν τις τοξίνες.

-… το να ζει μονίμως υπό καθεστώς κινδύνου θα τον οδηγήσει αναπόδραστα σε μια κατάσταση που είναι γνωστή ως «στρες», και στα εγχειρίδια ψυχιατρικής μελετάται με το όνομα «νεύρωση πολέμου»…

– Πρέπει κάποιος να υποβληθεί σ΄αυτόν το φόβο για να τον μετατρέψει σε τρόμο, για να τον σύρει, δηλαδή προς την πλευρά της υγείας.

-Αυτός που σου λέει «διασκέδασε«, στην ουσία σου λέει «ο κόσμος είναι  ένας τόπος χαράς«. Ποιός σε αγαπάει καλύτερα;

-…στην κατάθλιψη(και όχι στη θλίψη), καθώς δεν εγγράφω το ερέθισμα δεν εγγράφω ούτε και την εμπειρία του συναισθήματος. Και αφού έχω χάσει και τις δυο εγγραφές, χάνω και την ανάγκη μου για αντίδραση και μισο-παρόν, μισο-απών- πέφτω σ΄έναν λήθαργο που με προστατεύει.

-Πρόκειται συχνά για άτομα που πέρασαν χρόνια υπόδουλοι ενός μοντέλου που δεν είχαν διαλέξει αλλά που τους επιβλήθηκε από το περιβάλλον τους, και ν΄αναστέλλουν τις πιο γνήσιες αντιδράσεις τους. Εύκολα καταλαβαίνεις πως αυτό απαιτεί μεγάλη δαπάνη ενέργειας και, αν δεν αλλάξει κάτι στο μεταξύ, εξουθενώνει ολοκληρωτικά τον άνθρωπο και τον οδηγεί ακόμα και στην κατάθλιψη.

-Πρέπει να καταλάβουμε πώς πέρασε από την αποφασιστικότητα και το άγχος,- κατάσταση προφανώς αδιέξοδη-, στην παράλυση και την αγωνία, κι έπειτα να δούμε γιατί, αντί να αντιδράσει, τρομοκρατήθηκε κι έπεσε στην κατάθλιψη. Πρέπει να βρεθεί ο τρόπος να τον κάνουμε να γυρίσει πίσω, για να μπορέσει να πάρει τον δρόμο αντίστροφα και να ξαναβγεί στην επιφάνεια.

ΔΡΑΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ                                                               ΔΙΕΓΕΡΣΗ

 ΑΝΑΓΚΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ    ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

ΑΝΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ                                           ΑΓΧΟΣ

ΛΟΓΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ                                       ΑΓΩΝΙΑ

ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ                                                  ΠΑΡΑΛΥΣΗ

ΦΟΒΟΣ

-…ο φόβος είναι το άλλο άκρο της δράσης.

-Όταν τελικά αποφασίσουμε να δράσουμε, μπορεί και να τρομάξουμε στην ιδέα αυτού που πρόκειται να κάνουμε, ωστόσο, δεν θα φοβόμαστε πια.

-…να μη ζούμε αναπτύσσοντας μόνο τον εαυτό μας, αλλά να κάνουμε κάτι για ν΄αναπτυχθούν και οι άλλοι…

-Αν η ενοχή είναι μετατροπή των γνήσιων συναισθημάτων σ΄ένα συναίσθημα ψεύτικο, ο οίκτος είναι κάτι χειρότερο, γιατί δεν είναι καν συναίσθημα. Ο οίκτος είναι, απλώς μια ποταπή σκέψη.

–Η ενοχή είναι μια έννοια βαρύτερη από την ευθύνη, τουλάχιστον με όρους του πολιτισμού μας. Αυτό το συν που έχει η ενοχή έγκειται στο ότι ο ένοχος θα μπορούσε να έχει κάνει κι αλλιώς, εντούτοις επέλεξε να κάνει κάτι βλαπτικό για τον άλλον.»

-Κατά κάποιον τρόπο ο ενοχικός δεν είναι μόνο απαιτητικός, αλλά και μνησίκακος.

–Εκείνη αισθάνεται – ό,τι αισθάνεται- μαζί μου. Δεν είμαι εγώ που την κάνω να αισθάνεται.

–Το να νομίζω ότι είμαι ικανός, να κάνω τον άλλον να αισθανθεί κάτι, είναι ένα ζήτημα εξουσίας.

ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ ΚΙ ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ

ΕΓΩ ΔΕΝ ΗΡΘΑ Σ΄ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
ΓΙΑ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΩ ΤΙΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΣΟΥ
ΚΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
ΓΙΑ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙΣ  ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ
ΓΙΑΤΙ ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ

-…αν χαίρομαι για κάτι που κατέχω και μπορώ να μοιραστώ μαζί σου, τότε μπορώ και να λυπάμαι για τον δικό σου πόνο χωρίς να νιώθω ενοχές. Αυτή είναι η συμπόνια: η ικανότητα να νιώθω τον ξένο πόνο, σύμφωνα με τον ίδιο.

–Η ενοχή είναι φίμωτρο που το φοράμε μόνο σ αυτούς που δεν δαγκώνουν

***

Χόρχε Μπουκάι – Από την αυτοεκτίμηση στον εγωισμό

ΠηγήSearchingTheMeaningOfLife

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Ονειρεύτηκα το καλοκαίρι..

Η ταινία μόλις είχε τελειώσει όπως και η δεύτερη μπυρίτσα μου και αφού είχα καπνίσει κάμποσα τσιγαράκια, ιδρωμένος από τον ζεστό εξώστη, περίμενα σχεδόν όλους να βγουν και βγήκα μάλλον τελευταίος. Βγαίνοντας παρατήρησα τριγύρω το ρετρό σκηνικό με τις φωτογραφίες από φιλμ μιας άλλης εποχής, με πρωταγωνιστές κάτι ανθρώπους όπως ο Κάρι Γκράντ, Γιουλ Μπρύνερ, Στηβ Μακ Κουήν, Ορσον Ουέλς και λοιπούς. Σκέφτηκα πως ίσως να είμαι από τους ελάχιστους που είχαν το προνόμιο από μικρή ηλικία να μάθουν όλες αυτές τις ταινίες, που τελικά επηρρέασαν όσο τίποτα, μάλλον, ολόκληρη την ιδιοσυγκρασία του. Από την άλλη μια θλιβερή σκέψη για το ποιος θα θυμάται πια τους αστέρες εκείνου του μακρινού παρελθόντος με κυρίεψε προς στιγμήν και σχεδόν βούρκωσα. Οι άνθρωποι ξεχνούν γρήγορα άλλωστε και με ποιον να μοιραστείς αυτή την γνώση; Ας είναι, βγήκα στο δρόμο και καβάλησα τη μηχανή..

Ήμουν ιδρωμένος και φορούσα εκείνο το αγαπημένο μου πουκάμισο το λινό, έφθασα στον παραλιακό δρόμο χωρίς κράνος και με ένα τσιγάρο αναμένο στο χέρι. Δεν έτρεχα, δεν μου αρέσει να τρέχω με τη μηχανή το καλοκαίρι. Μόνο μου αρέσουν οι μεγάλες βόλτες και να νιώθω το αεράκι δροσερό στο πρόσωπο μου, στο στήθος κι εγώ να ονειρεύομαι πως είμαι κάποιος άλλος, κάπου αλλού, μέσα σε μια ταινία του 1960 σε ένα μέρος μακρινό αλλά οικείο.

Καθώς λοιπόν με χτυπούσε το αεράκι κι ένα χαμόγελο με βρήκε ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου, ίσως και από την 2η μπυρίτσα που είπα παραπάνω, σε ονειρεύτηκα. Ονειρεύτηκα πως εκείνο το καλοκαίρι ήμασταν μαζί. Είχες υπέροχο κορμί και μια ψυχή κρεμασμένη στα χείλη, καθαρή και πανέμορφη, ανεξερεύνητο τοπίο από παλιό σινεμά. Ξαπλώναμε μαζί στην παραλία που ο Μπαρτ Λάνκαστερ γύρισε κάποτε μια από τις κορυφαίες ερωτικές σκηνές του παγκόσμιου κινηματογράφου, δεν θα επεκταθώ, ίσως την ξέρεις. Σου φιλούσα τα μάτια στην ακτή, έχεις μοναδικά μάτια, και δεν μπορούσα να φανταστώ μεγαλύτερη ευτυχία. Επειτα γυρίζαμε τις νύχτες πάνω σε ανοιχτά αυτοκίνητα και μηχανές με στρογγυλά φανάρια, τα μαλλιά σου ήταν ακόμη βρεγμένα κι έτσι μακριά ανέμιζαν και μοσχοβολούσε ο τόπος. Καθόμασταν μέχρι το πρωί και πίναμε κοκτέιλ και σου μάθαινα όλα όσα ήξερα για τη ζωή, για το σινεμά, για τους ανθρώπους και τις αδικίες τις ιστορικές, για τις σπουδαίες προσωπικότητες, για τα βιβλία του Μπουκόβσκι και τα φιλμ του Μασάκι Κομπαγιάσι, για όλα όσα είμαι, για όλα όσα έχω υποφέρει στη ζωή, για τον αέρα που θέλω να μου χτυπά το πρόσωπο τα βράδια του καλοκαιριού για να ονειρεύομαι.

Η βόλτα τελείωσε σύντομα. Κράτησε όσο ο μικρός παραλιακός δρόμος μιας επαρχιακής ελληνικής πόλης. Όσο η παραπάνω ιστοριούλα. Κατέβηκα από τη μηχανή και έστριψα το κλειδί. Ησυχία. Το όνειρο έσβησε, δεν ήσουν πλεόν μπροστά μου, ούτε με αγκάλιαζες από τη μέση σφιχτά όπως τότε που σε γυρνούσα μεθυσμένη σπίτι και να, ξέχασα να το σημειώσω στην προηγούμενη παράγραφο. Το όνειρο κρατάει πάντα μια στιγμή έτσι κι αλλιώς και όλες οι άλλες οι στιγμές είναι απελπισία, έγραφε κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκις και απήγγειλε ο Χορν, με εκείνη την εξαίσια φωνή, την θεατρική, στο “πάρτυ”. Μια ολόκληρη εποχή τελείωσε με το γύρισμα ενός κλειδιού.

Στο επόμενο όνειρο θα έρθεις πια μόνη καθώς το ταξίδι ήταν κοπιαστικό και το ονείρεμα όσο σημαντικό κι αν είναι πληγώνει. Φρόντισε να μην αργείς, η κοινωνία δεν γουστάρω να με ταξινομήσει στα μέτρα της. Εγώ θέλω να ζήσω. Μην καθυστερήσεις να επιβιβαστείς στο επόμενο όνειρο..

  • Η ταινία του Κουεντίν Ταραντίνο “κάποτε στο Χόλλυγουντ” φαίνεται πως με τάραξε και ήταν αναμενόμενο. Οι χαρακτήρες της παραπάνω ιστορίας είναι φανταστικοί και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Τα όνειρα ήταν ανέκαθεν εξόχως ομορφότερα..

Γράφει ο Στάθης Ντάγκας (κατά κόσμον Χένρι Τσινάσκι).

Η χαμογελαστή καρδιά..

η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή
μην την αφήνεις να ενωθεί σε μια υγρή υποταγή.

να παραφυλάς.

υπάρχουν έξοδοι.

υπάρχει ένα φως κάπου.
μπορεί να μην είναι πολύ φωτεινό αλλά
διώχνει το σκοτάδι.

να παραφυλάς.

οι θεοί θα σου προσφέρουν ευκαιρίες.
να τις μάθεις. 
να τις αρπάξεις.

δεν μπορείς να νικήσεις το θάνατο αλλά
μπορείς να νικήσεις το θάνατο στη ζωή, μερικές φορές.

και όσο πιο συχνά μάθεις να το κάνεις,
τόσο περισσότερο φως θα υπάρχει.

η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή
μάθε τήν όσο την έχεις.

είσαι υπέροχος
οι θεοί περιμένουν να πάρουν μεγάλη ευχαρίστηση
από εσένα.

Χένρι Τσαρλς Μπουκόβσκι

Η πρωτόγνωρη εμπειρία του Kafka..

“Ένα χρόνο πριν πεθάνει ο Franz Kafka έζησε μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Καθώς περπατούσε στο πάρκο Steglitz στο Βερολίνο συνάντησε ένα κοριτσάκι που έκλαιγε απαρηγόρητο…είχε χάσει την κούκλα της.
Ο Kafka προσφέρθηκε να το βοηθήσει να βρει την κούκλα της…μην μπορώντας να την βρει έγραψε ένα γράμμα που θα έδινε στο κοριτσάκι.
“Σε παρακαλώ μην κλαις, έφυγα σε ταξίδι για να γνωρίσω τον κόσμο, θα σου ξαναγράψω για να σου διηγηθώ τις εμπειρίες μου”.
…έτσι άρχιζε το γράμμα.
Όταν εκείνος και το κοριτσάκι συναντήθηκαν της διάβασε προσεκτικά το γράμμα περιγράφοντας τις φανταστικές ιστορίες της κούκλας.
Το κοριτσάκι παρηγορήθηκε πάρα πολύ και όταν ήρθε η στιγμή να αποχωριστούν ο Kafka δώρισε μια κούκλα στο κοριτσάκι – που ήταν διαφορετική από την αρχική – με ένα συνοδευτικό σημείωμα εξηγούσε…”τα ταξίδια μου με άλλαξαν.”
Μετά από πολλά χρόνια το κοριτσάκι που είχε γίνει πια μεγάλη βρήκε ένα κρυμμένο σημείωμα μέσα στην κούκλα που της είχε δωρίσει ο Kafka.
“Κάθε τι που αγαπάς είναι πολύ πιθανόν να το χάσεις κάποια μέρα, όμως στο τέλος η αγάπη θα αλλάξει σε μια διαφορετική μορφή”.

Σκοτώστε τη μνήμη, ξεκινήστε από την αρχή..

Οι εφημερίδες αναγγέλλουνε το θάνατό μου
Λεν, όμως, από «αμεροληψία» πως μπορεί και να μην πέθανα ακόμη
Κι ακόμη, από εξυπνάδα, πως ίσως γλιτώσω οριστικά
Αποσιωπούν, όμως, τη μόνη αλήθεια
Ότι ποτέ μου δεν υπήρξα άρρωστος
κι ότι θα ζήσω στους αιώνες
να ψάλλω το τραγούδι μου
Για σένα που δεν ξέρεις να διαβάζεις
Για σένα που δεν με ξέρεις
Για να μ’ αγαπάς.

Πρέπει να πω ότι δεν μ’ αρέσει η αναμνησιολογία. Την απεχθάνομαι. Είναι χειρότερη και από μνημόσυνο. Τι πάει να πει μνημόσυνο; Κάποιον που δεν θυμάμαι και μια δεδομένη στιγμή, καθορισμένη, οφείλω να τον θυμηθώ. Τους ανθρώπους που έχουν φύγει, αλλά παραμένουν ζωντανοί, τους έχουμε τοποθετημένους καθημερινά μέσα μας και τους κουβαλάμε σε όλη μας τη ζωή. Η αναμνησιολογία σχετίζεται με το θάνατο και τον απεχθάνομαι.
Σκοτώστε τη μνήμη! Ξεκινείστε απ’ την αρχή! 
Άλλα δεν έχω να σας πω, προς το παρόν. Ίσως ξαναβρεθούμε, αν δεν βυθιστώ κι εγώ ζαλισμένος σε κάποιο κίτρινο ποτάμι, προσπαθώντας ν’ αγκαλιάσω ένα φεγγάρι.

Photo © Αρχείο Μάνου Χατζιδάκι

Μαθαίνεις..

Και μαθαίνεις να φτιάχνεις
όλους τους δρόμους σου στο Σήμερα,
γιατί το έδαφος του Αύριο
είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια…
Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις
Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη
Και ότι, αλήθεια, αξίζεις
Και μαθαίνεις… μαθαίνεις
…με κάθε αντίο μαθαίνεις”

Χόρχε Λούις Μπόρχες

Αυτός ο κόσμος χρειάζεται πρότυπα σαν τον Keanu Reeves και όχι σαν τον Sin Boy

Σε μία εποχή που τα λεφτά, τα αμάξια και οι γυναίκες είναι το όνειρο κάθε 14χρονου αγοριού, ένας Keanu Reeves είναι μία σανίδα σωτηρίας μέσα στην τρικυμία.

Δεν συγκρίνω τους δύο ανθρώπους. Αυτό θα ήταν προσβολή για τον Keanu. Ακολουθήστε με στο συλλογισμό μου.

Όταν τα πρότυπα που ακολουθούν παιδιά και ενήλικες είναι ραπερς που μιλάνε για το πως «έγιναν», πως πουλάνε όπλα και ναρκωτικά και πως τα «κατάφεραν» να βγάζουν 1000 ευρώ τη βραδιά, η ταπεινότητα είναι κάτι κατακριτέο.

Πριν λίγες εβδομάδες, ο Keanu εμφανίστηκε στο “Late Night Show” του Stephen Colbert. Ο παρουσιαστής τον ρώτησε, τι πιστεύει πως συμβαίνει όταν πεθάνουμε. Ο Reeves σταμάτησε για ένα δευτερόλεπτο και σκέφτηκε. Η απάντηση ήταν: «Ξέρω πως θα λείψουμε σε αυτούς που μας αγαπάνε».

Όλοι πάγωσαν. Χειροκρότησαν. Ο παρουσιαστής του έδωσε το χέρι.

Φαινομενικά απλή και κλισέ απάντηση

Σκεφτείτε, όμως, πόσο τηλεοπτικό σκουπίδι τρώμε. Πως τα διάσημα πρότυπα μάς flexάρουν chains, αγοράζουν αμάξια και πετάνε κατοστάευρα σε αστέγους. Μέσα σε όλη αυτήν την φλυαρία έρχεται ένας άνθρωπος να μιλήσει λίγο σοβαρά.  Και ξέρεις, διάολε, γιατί ήταν καλό; Γιατί δεν είπε τίποτα για το τι πιστεύει για τον εαυτό του. Είπε τι πιστεύει ότι θα πάθουν οι άλλοι. Γιατί σκέφτηκε τους ανθρώπους που αγαπάει. Γιατί ξέρει πως είναι.

Το backstory του Keanu Reeves είναι κάτι παραπάνω από στενάχωρο. Είναι 54(!) ναι 54 (feeling old yet?) και έχει μία 30χρονη πορεία στο Hollywood. Κι, όμως, γνωρίζουμε πολύ λίγα για αυτόν. Εάν παρατηρήσεις τους ρόλους του, είναι πάντα ο εαυτός του. Ένας μυστήριος τύπος, που δεν έχει και τις «ουάου» οσκαρικές ερμηνείες και στο παρελθόν τον κορόιδευαν για αυτό. Ο πατέρας του φυλακίστηκε για ναρκωτικά και μετά άφησε την οικογένεια του. Η μητέρα του παντρέυτηκε αρκετές φορές και μετακόμισαν σε διάφορες χώρες. Την δεκαετία του ενενήντα η γυναίκα του γέννησε, αλλά το παιδί βγήκε νεκρό και δύο χρόνια μετά πέθανε και η ίδια σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Κατά τα άλλα δεν γνωρίζουμε τίποτα άλλο για την ζωή του. Κάτι που, όπως σχολιάστηκε και στο GQ στη συνέντευξη του τον Μάιο, είναι ακατόρθωτο για ηθοποιούς τέτοιου βεληνεκούς.

Το 2010, οι παπαράτσι τον απαθανάτησαν μόνο του σε ένα παγκάκι σε ένα πάρκο της Νέας Υόρκης να τρώει ένα σάντουϊτς. Κάτι που το internet έκανε παγκόσμια ημέρα με όνομα: “Cheer up, Keanu Day” (15/6).

Πολλοί άνθρωποι τον έχουν πετύχει σε διάφορες φάσεις της ζωής τους, όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα. Κι αυτό συμβαίνει γιατί ταξιδεύει μόνος του και χωρίς χλιδές και πρώτες θέσεις. Παίρνει το μετρό, πετάει με φθηνές αεροπορικές και περπατάει στον δρόμο.

Με λίγα λόγια είναι ενας celebrity που το γνωρίζει

Είναι, όμως, γεναιόδωρος και προσεκτικός με την παρουσία του. Μία φορά που ήταν σε πτήση απο το San Fransisco προς το Los Angeles αναγκάστηκαν να προσγειωθούν έκτακτα και βοήθησε να μισθώσουν ένα van, ώστε να μεταφέρει κάποιους επιβάτες μέχρι το LA. Στον δρόμο τούς έπαιζε κιθάρα και τους διάβαζε αποφθεύγματα.

Το 2011, εθεάθη στο πίσω μέρος ενός βίντεο να δίνει τη θέση του σε μία γυναίκα στο μετρό της Νέας Υόρκης, επειδή κρατούσε μεγάλη τσάντα. Η κοπέλα που τράβηξε το βίντεο το κατάλαβε αργότερα.

Μία συντάκτρια του New Yorker τον έχει πετύχει 2 φορές να κάθεται σε απλές θέσεις στις προβολές ταινιών, να χωράει με το ζόρι στη θέση και να τρώει ποπ-κορν.

Φαντάσου τους αγαπημένους σου ράπερς να το κάνουν αυτό. Εάν ο κόσμος είχε περισσότερους Keanu Reeves, θα ήταν ένα καλύτερο μέρος.

Με λίγα λόγια

Δεν μας ενδιαφέρει να μας πεις πως και πόσα χρήματα έβγαλες. Θα μας άρεσε να βοηθάς και να είσαι ταπεινός, χωρίς να μας το τρίβεις στη μούρη. Σε μία εποχή που η πληροφορία παίρνει δυσθεώρητη προβολή, τα «παιδάκια» που παίζουν με τις ψωροδεκάρες τους και τα «σιδερικά» τους κούρασαν.

Αλλά άνθρωποι σαν τον Reeves είναι μία ρωγμή στον τοίχο της σκηνής του θεάματος. Μία ρωγμή από την οποία περνάει λίγο φως. Σε εμάς. Την πλέμπα που μπουχτίζει από τα πολλά εγωϊστικά «ΕΓΩ» των διασήμων. Λίγο ηρεμούμε από εναν άνθρωπο που λέει: «ΕΜΕΙΣ», παρά την τεράστια επιτυχία του.

Και φαντάζομαι πως ο Keanu Reeves έχει πολύ περισσότερα να flexάρει από αυτούς που πηγαίνουν με 200 στη στροφή.

Γνώμη μου, έτσι;

Πήγαινε στο λεπτό 9:50 του παρακάτω video:

Πηγή: mycampus.gr

Ο τουρισμός ως πρόβλημα..

Το παράδειγμα της Βαρκελώνης και τα προβλήματα που ήδη εντοπίζονται στην Αθήνα από τον “υπερτουρισμό”

Στα πιο διάσημα σημεία της πανέμορφης Βαρκελώνης θα διαβάσεις συνθήματα που προτρέπουν (με όχι ιδιαίτερα ευγενικό τρόπο) τους τουρίστες να σταματήσουν να επισκέπτονται την πόλη. Σε πολλά μπαλκόνια θα δεις κρεμασμένα πανό που ζητούν σεβασμό στους μόνιμους κατοίκους και ησυχία. Αν μάλιστα γνωρίζεις ισπανικά είναι βέβαιο ότι θ’ ακούσεις στο δρόμο συζητήσεις για το πως οι τουρίστες έχουν καταστρέψει τη ζωή της πόλης.


Για όσους εμπλέκονται με τον τουρισμό τα εκατομμύρια που επισκέπτονται ετησίως τη Βαρκελώνη είναι ευλογία, για τους υπόλοιπους όμως είναι μάστιγα. Τα ενοίκια σε σπίτια και εμπορικούς χώρους έχουν εκτοξευθεί σε σημείο που οι Καταλανοί φεύγουν μαζικά από τις δημοφιλείς περιοχές. Ο θόρυβος και η πολυκοσμία είναι μόνιμο φαινόμενο όπως και οι ακραίες συμπεριφορές σε πλατείες, μπαρ και πάρκα.


Τα συνθήματα ήρθαν και στην Αθήνα
Παρόμοια συνθήματα κατά του τουρισμού βλέπεις πλέον και στο κέντρο της Αθήνας και κυρίως σε περιοχές όπως το Κουκάκι, τα Εξάρχεια και τα Πετράλωνα. Το πρόβλημα έχει φτάσει ήδη στην πρωτεύουσα μας που καλείται να το αντιμετωπίσει πριν η κατάσταση ξεφύγει. Παρότι εδώ και περίπου μια δεκαετία η κρίση έχει πετσοκόψει μισθούς, συντάξεις και εισοδήματα τα ενοίκια στις λεγόμενες τουριστικές περιοχές παρουσιάζουν αυξητική τάση ακόμα και αν πρόκειται για σπίτια δεκαετιών χωρίς καμία ανακαίνιση. Οι ιδιοκτήτες στρέφονται στο Airbnb και χρησιμοποιούν κάθε είδους τέχνασμα για να αδειάσουν τα διαμερίσματα τους από τους μόνιμους ενοίκους. Ζητούν υπέρογκες αυξήσεις, προφασίζονται ιδιοκατοίκηση ή πληρώνουν ένα ποσό στον ενοικιαστή για να φύγει άμεσα. Παράλληλα παρατηρείται μαζική αγορά ακινήτων από μεγάλες εταιρίες που διαμορφώνουν τους χώρους αποκλειστικά για τουριστική διαμονή. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια κυρίως εταιρίες κινεζικών συμφερόντων αγοράζουν μεγάλα κτίρια σε περιοχές όπως η Κυψέλη και τα Κάτω Πατήσια θεωρώντας ότι μπορούν να τα αξιοποιήσουν τουριστικά.
Η Αθήνα βέβαια δεν έχει πλησιάσει καν τους αριθμούς των επισκεπτών της Βαρκελώνης και είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι θα το “πετύχει”. Το μεγάλο της πρόβλημα όμως, σε αντίθεση με την καταλανική πρωτεύουσα, είναι πως τα δημοφιλή της μέρη είναι ουσιαστικά συγκεντρωμένα στην περιοχή του κέντρου. Η συντριπτική πλειοψηφία των τουριστών θέλει να μένει κοντά στους αρχαιολογικούς χώρους και τις “διάσημες” περιοχές. Οι περισσότεροι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν κάτι παραπάνω για να αποφύγουν τις μεγάλες μετακινήσεις και αυτό οι ιδιοκτήτες το γνωρίζουν πολύ καλά.


Η “μάχη” του Κέντρου
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται πλέον είναι αν η Αθήνα θέλει να προστατέψει τους κατοίκους του κέντρου της ή θα επιτρέψει τη μετατροπή του σε μια αμιγώς τουριστική περιοχή. Είναι ένα δίλλημα το οποίο έχουν αντιμετωπίσει πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις καθώς τα κέρδη από τον τουρισμό είναι πάντα δελεαστικά. Αυτή τη στιγμή πάντως οι τουρίστες φαίνεται να επικρατούν στην “μάχη του Κέντρου”. Το αν η νίκη τους θα είναι ολοκληρωτική και θα οδηγήσει στην… έξοδο τους μόνιμους ενοικιαστές θα κριθεί από τους κανόνες που θα βάλει (ή όχι) το ελληνικό κράτος.


Η Βαρκελώνη πάντως έδειξε το δρόμο θεσπίζοντας αυστηρούς κανόνες για το Airbnb και τις ενοικιάσεις. Μπορεί να μην καταφέρει να ρίξει άμεσα τις τιμές αλλά κάνει ένα βήμα για να μπει τέλος στην “πειρατική ενοικίαση” με “μαύρα” χρήματα και υπερασπίζεται τα συμφέροντα της. Άλλωστε οι αυστηρότεροι κανόνες εκτός από τους μόνιμους κατοίκους θα προστατεύσουν και τους τουρίστες που πολλές φορές καταλήγουν σε διαμερίσματα-τρώγλες.  

Πηγή: Janus.gr

O Χριστός θέλει ξεσαμάρωτα τα δικά του παιδιά

O Χριστός δεν θέλει ούτε δούλους, ούτε ευγενείς, ούτε ένδοξους, ούτε προ πάντων “αγίους”. Δηλαδή δεν θέλει τα παιδιά του σαμαρωμένα απ΄το ντουνιά και τους ανθρώπους – καθ’ ότι η καλή γνώμη του άλλου καταντάει ένα σαμάρι που σου φοράει και σε καβαλάει όλος αυτός ο ντουνιάς.

Διότι γίνεσαι όπως σε θέλουν, για ν’ άχεις την καλή τους γνώμη.

Αφού το ξέρεις, ότι αν φερθείς ελεύθερα δεν θα σε θέλουν – δεν κάνεις γι’ “άγιος”.

Γι’ αυτό ο Χριστός θέλει ξεσαμάρωτα τα δικά του παιδιά – ελεύθερα, άνετα, όμορφα και κυρίως, να περιπαίζουν και να ειρωνεύονται τον ντουνιά και τους εν αυτώ.

Γι αυτό κι όσοι έχουν εμπειρία Θεού, αντιμετωπίζουν με ειρωνεία τη ζωή και τον κόσμο. Το μόνο που τους δεσμεύει, τους φρενάρει και τους σοβαρεύει είναι ο πόνος των άλλων ανθρώπων.

Διότι ο Χριστός τους κάνει πριγκιπόπουλα κι αναλαμβάνει να διευθετεί ο ίδιος την κάθε λεπτομέρεια της ζωής τους υπό έναν όρο: ‘Ότι θα οικειοποιούνται πλέον οι ίδιοι τον πόνο των άλλων ταλαίπωρων και ταλαιπωρημένων της ζωής, που κάποιο κύμα του βίου αναποδογύρισε την βαρκούλα τους και τους έφερε από κάτω.

 Άγιος Παϊσιος