Χατζιδάκις: “Αδιαφορώ για τη δόξα…”

«Γεννήθηκα στις 23 Οκτώβρη του ‘25, στην Ξάνθη τη διατηρητέα κι όχι την άλλη τη φριχτή που χτίστηκε μεταγενέστερα από τους μεταπολεμικούς της ενδοχώρας μετανάστες.

Η μητέρα μου ήταν από την Αδριανούπολη και ο πατέρας μου απ’ την Κρήτη. Με φέραν το ‘31 στην Αθήνα απ’ όπου έλαβα την Αττική παιδεία – όταν ακόμη υπήρχε στον τόπο μας και Αττική και Παιδεία.

Είμαι λοιπόν γέννημα δύο ανθρώπων που δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός απ’ την στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι’ αυτό και περιέχω μέσα μου όλες τις δυσκολίες του Θεού και όλες τις αντιθέσεις. Όμως η αστική μου συνείδηση, μαζί με τη θητεία μου την Ευρωπαϊκή, φέραν έν’ αποτέλεσμα εντυπωσιακό. Εγινα τόσο ομαλός, έτσι που οι γύρω μου να φαίνονται ως ανώμαλοι.

Η κατοχική περίοδος μου συνειδητοποίησε πως δεν χρειαζόμουν τα μαθήματα της Μουσικής, γιατί με καθιστούσαν αισθηματικά ανάπηρο και ύπουλα μ’ απομάκρυναν απ’ τους αρχικούς μου στόχους που ήταν: Να διοχετευθώ, να επικοινωνήσω και να εξαφανιστώ. Γι’ αυτό και τα σταμάτησα ευθύς μετά την κατοχή – σαν ήρθε η απελευθέρωση. Δεν σπούδασα σε Ωδείο και συνεπώς δεν μοιάζω φυσιογνωμικά με μέλος του γνωστού Πανελληνίου Μουσικού Συλλόγου.

Ταξίδεψα πολύ. Κι’ αυτό με βοήθησε ν’ αντιληφθώ πώς η βλακεία δεν ήταν μόνο προϊόν του τόπου μας αποκλειστικό, όπως περήφανα αποδεικνύουν συνεχώς οι Έλληνες σωβινιστές και οι ντόπιοι εθνικιστές. Έτσι ενισχύθηκε η έμφυτη ελληνικότητά μου και μίκραινε κατά πολύ ο ενθουσιασμός μου για τους αλλοδαπούς.

Έγραψα μουσική για το Θέατρο, για τον Κινηματογράφο και τον Χορό. Παράλληλα έγραψα πολλά τραγούδια – δύο χιλιάδες μέχρι στιγμής, – μέσ’ απ’ τα οποία ξεχωρίζω όλα όσα περιέχει αυτή μου η συναυλία.

To 1966 βρέθηκα στην Αμερική, και επειδή χρωστούσα στην ελληνική εφορία κάπου τρισήμιση εκατομμύρια δραχμές, αναγκάστηκα να κατοικήσω εκεί ώσπου να τα εξοφλήσω.

Εξόφλησα τα χρέη μου το ‘72 κι’ επέστρεψα στην Αθήνα, για να κατασκευάσω το καφενείο με το όνομα «Πολύτροπο». Ήρθε όμως ο τυφώνας που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» με τις σειρήνες των γηπέδων και των σφαιριστηρίων και τους χιλιάδες εκ των υστέρων αντιστασιακούς, που αγανακτισμένοι τραγουδούσαν τραγούδια ενάντια στη Δικτατορία, και που με αναγκάσανε να κλείσω το «Πολύτροπο», μ’ ένα παθητικό περίπου πάλι των τρισήμιση εκατομμυρίων. Μοιραίος αριθμός.

Κι’ έτσι απ’ το ‘75 αρχίζει μια διάσημη «εποχή μου» που θα την λέγαμε, για να την ξεχωρίσουμε η υπαλληλική, και που με κατέστησε πάλι διάσιμο σ’ όλους τους απληροφόρητους συμπατριώτες μου και σ’ όσους πίστεψαν πως τοποθετήθηκα χαρακτηριστικά στις όποιες θέσεις της δημόσιας ζωής. Μέσα σ’ αυτή που λέτε την περίοδο, προσπάθησα ανεπιτυχώς είναι αλήθεια, να πραγματοποιήσω «ακριβές καφενειακές ιδέες» πότε στην ΕΡΤ και πότε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Και οι δύο ετούτοι οργανισμοί βαθύτατα διαβρωμένοι και σαθροί από τη γέννησή τους, κατάφεραν ν’ αντισταθούν επιτυχώς ώσπου στο τέλος να με νικήσουν «κατά κράτος». Παρ΄ όλα αυτά, μέσα σε τούτον τον καιρό, γεννήθηκε η φιλελεύθερη έννοια του ΤΡΙΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ και επιβλήθηκε σε ολόκληρο τον τόπο.

Και καταστάλαγμα μέχρι στιγμής του βίου μου είναι:

Α δ ι α φ ο ρ ώ για την δόξα. Με φυλακίζει στα όρια που εκείνη καθορίζει κι’ όχι εγώ.

Π ι σ τ ε ύ ω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει κι όχι σ’ αυτό που μας διασκεδάζει και μας κολακεύει εις τας βιαίως αποκτηθείσας συνήθειές μας.

Ε π ι θ υ μ ώ να έχω πολλά χρήματα για να μπορώ να στέλνω «εις τον διάβολον» – πού λένε – κάθε εργασία που δεν με σέβεται. Το ίδιο και τους ανθρώπους.

Π ε ρ ι φ ρ ο ν ώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία την πάσα λογής χυδαιότητα καθώς και κάθε ηλίθιο του καιρού μου.

Aυτό το ρεσιτάλ είναι αποτέλεσμα πολύχρονης συνειδητής προσπάθειας και μελέτη «υψηλού πάθους». Γι’ αυτό και το αφιερώνω στους φίλους μου.

_________

   ~ ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ – Μελβούρνη 20 Μαΐου 1980».

     Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ από neoskosmos

Να γιατί το Ziria Music Festival δεν μοιάζει με κανένα άλλο φεστιβαλ εκεί έξω..

Το 10 φεστιβαλ μουσικής στη Ζήρεια την ερχόμενη εβδομάδα θα είναι πια γεγονός. Το 10 και όχι 10ο απ’ότι συζητούσαμε ένα βράδυ στον Βαβελιάρη με τα παιδιά, έχει το δικό του νόημα, αλλά τώρα, δεν γράφω για να παίξω με τις λέξεις (γέλια). Το φεστιβαλ λοιπόν του βουνού όπως έχουμε συνηθίσει να το αποκαλούμε μεταξύ μας, επιθετικός προσδιορισμός που έχει γίνει ευρέως γνωστός στο πανελλήνιο, ξεκίνησε όπως έχουμε ξανασημειώσει από δύο – τρεις ανθρώπους που ονειρεύοντουσαν πολύ.

Το ξεκίνησαν και σιγά – σιγά όπως οι ίδιοι λένε, ήταν σαν το παιδάκι που γεννήθηκε και έφθασε σχεδόν ύστερα από δέκα χρόνια να μοιάζει πως ενηλικιώθηκε. Ο Ανδρέας, ο Γιώργος, ο Κώστας δεν κράτησαν το όνειρο μόνο για την πάρτη τους αλλά το μοίρασαν. Τα όνειρα άλλωστε είναι πάντα ΔΩΡΕΑΝ. Έτσι αυτό το παρεάκι μεγάλωσε τόσο που μπορεί σήμερα να χαρακτηριστεί ως μοναδικό. Άνθρωποι διαφόρων ηλικιών, με ανοιχτά μυαλά, σχεδιάζουν και υλοποιούν ύστερα από ένα χρόνο, κάθε χρόνο, κάθε Άυγουστο συγκεκριμένα, την γιορτή που όμοιά της δεν θα βρεις όσο κι αν ψάξεις στα ελληνικά χώματα και ίσως ακόμη παραπέρα. Θα μπορούσα να κλείσω το κειμενάκι εδώ και έχω την αίσθηση πως θα τα είχα γράψει όλα. Όμως φέτος θα αφήσω εδώ μερικούς από τους λόγους που με κάνουν να νιώθω σαν παιδάκι κάθε τέλος Αυγούστου. Ακούστε λοιπόν:

  • Αγαπώ τόσο την μουσική που πιστεύω πως δεν θα μπορούσα να ζήσω χώρια της. Την ίδια και ακόμη περισσότερη αγάπη έχω για την φύση και τα ζώα. Όλα τα ζώα, εκτός από τους κροκόδειλους και τα σαρκοβόρα τέρατα. Στη Ζήρεια λοιπόν ο συνδυασμός των παραπάνω είναι μοναδικός. Καθώς η νύχτα πέφτει και τα αστέρια ξεκινάνε το τρελό τους πανηγύρι στον ουρανό, η μουσική έρχεται από κάθε πλευρά και την νιώθεις όπως πουθενά αλλού. Κανένα κλαμπ και κανένα ηχοσύστημα δεν μπορεί να το αγγίξει αυτό. Ούτε καν.

  • Στα δέκα χρόνια των φεστιβαλ πάνω από τα Τρίκαλα, έχω προλάβει να ζήσω μερικές από τις πιο όμορφες, χαρούμενες, ξεκαρδιστικές στιγμές μου. Είμαι 33 χρόνων και έχω την εμπειρία σίγουρα των αναμνήσεων στο ακέραιο.

  • Οι φίλοι μου είναι οι άνθρωποι του φεστιβάλ. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που για ένα χρόνο συζητάμε μαζί τους για την πορεία του στησίματος, αν έχουμε το χρόνο βοηθάμε ή θα βοηθήσουμε τις ημέρες της διεξαγωγής, μαθαίνουμε νέα για τα γκρουπ, την εθελοντική εργασία, τις στιγμές. Για 3-4 ημέρες είναι σαν να πηγαίνω διακοπές μαζί με τους φίλους μου. Δεν είναι αυτό μαγικό; Για σκεφτείτε, πόσο εύκολο μπορεί να είναι κάτι τέτοιο στην πραγματική ζωή;

  • Τι φεστιβάλ ενώνει διαφορετικές κουλτούρες. Δεν είμαστε όλοι ροκάδες εκεί πάνω. Μιλάμε για ένα πραγματικό φεστιβαλ της μουσικής με δεκάδες είδη και πλέον, από πέρσι και ύστερα, για 4 ημέρες η μουσική δεν σταματά καθόλου, μέρα και νύχτα.

  • Λατρεύω να ακούω τον βαβελιάρη να κάνει σχέδια για το βουνό. Για το μπαρ, για το πως θα στηθεί φέτος, για τον φωτισμό, για το ανεβοκατέβασμα από Ξυλόκαστρο στη Ζήρεια και πάλι από την αρχή. Λατρεύω να ακούω τον ινδιάνο να ξεκινάει για τη θεμελίωση της σκηνής του καμία εβδομάδα πιο πριν, για να βρει την καλύτερη μεριά, την πιο αναπαυτική στο βουνό. Λατρεύω όταν έρχεται ο Τίκης με τον Βλάση από Αθήνα με άδεια επι τούτου, σαν τα μωρά παιδιά από την χαρά για τις ημέρες που ακολουθούν. Ο Κώστας με τα σετ του και το κλασικό του άγχος για να είναι άψογος μουσικά, άγχος που δεν θα τον εγκαταλείψει ποτέ και είμαι σίγουρος (γέλια). Λατρεύω που ο Ανδρέας παρότι μεγαλύτερός  μας έβαλε από πιτσιρικάδες μέσα σε όλο αυτό. Διορατικός το λιγότερο και ιδιαίτερος.

Θα μπορούσα να αραδιάσω δεκάδες ακόμη λόγους που κάνουν τόσο ξεχωριστό το Ziria Music Festival. Καλό είναι όμως να αφήσουμε και τίποτα για την φαντασία σε όσους θα έρθουν φέτος για πρώτη φορά. Άλλωστε ο καθένας θα έχει τους δικούς του λόγους να αγαπήσει αυτό το εγχείρημα. Ένα όνειρο που έκαναν πράξη μερικοί άνθρωποι και την μοιράστηκαν. Πράξη επαναστατική σε ημέρες που τίποτα επαναστατικό δεν συμβαίνει. Η συμμετοχικότητα είναι το κλειδί. Άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, πολλοί μαζί, έχουν αφήσει το λιθαράκι τους στο οροπέδιο.

Ντυθείτε καλά και να θυμάστε, προσοχή και σεβασμό στο περιβάλλον που μας φιλοξενεί.

 

Τα λέμε στο βουνό!

Για οδηγίες, προγράμματα και λοιπά, γκουγκλάρετε. To 10 Ziria Music Festival παίζει παντού.

 

Γράφει ο Στάθης Ντάγκας

 

*Μερικές φωτογραφίες είναι δικές μου. Οι περισσότερες όμως είναι του κορυφαίου Βλάση Μεντζελόπουλου!

Φώτο μπόνους – Ιωάννης..

 

  • Για όλους τους μουσικούς, τις μπάντες και τα συγκροτήματα που έχουν ανέβει το βουνό μέσα στα χρόνια τι να πει κανείς. Υπέροχοι όλοι και είναι πάρα πολλοί. Η Ελλάδα φτιάχνει ακόμη μουσική και αυτό είναι καλό να το θυμόμαστε.

Ο δρόμος.. @ Ένα μικροδιήγημα του Κωνσταντίνου Μίχου

Η βιβλιοθήκη μόλις είχε ανοίξει. Ο Ορέστης πιστός στο νέο του πρόγραμμα, ακούμπησε το θερμός γεμάτο με τον απογευματινό του καφέ σε ένα απόμερο τραπέζι και άρχισε να απλώνει τις σημειώσεις του. Εκεί που οι περισσότεροι άνθρωποι κάθονταν κυρίως για να επιλέξουν κάποιο βιβλίο και αποχωρούσαν γεμάτοι προσμονή να συνεχίσουν την αναγνωστική τους περιπέτεια σε άλλα μέρη πιο ιδιωτικά, ο Ορέστης προσπαθούσε να χωρέσει το πολύ πρόσφατο παρελθόν του, εκείνο το πολύβουο, το γεμάτο ανθρώπους, πάθη, τρέλες και επικίνδυνες στροφές με την παρούσα ανάγκη να τελειώσει το πανεπιστήμιο. Εκεί ανάμεσα στους ανθρώπους αλλά και μακριά απ’ αυτούς πάλευε να αρχίσει και να τελειώσει κάτι που θα πρεπε να χει γίνει καιρό πριν. Όμως σήμερα το παρελθόν βάραινε περισσότερο και το μυαλό δεν ήταν εκεί. Κείνη η εικόνα απ’ το χθεσινό βράδυ παρέμενε καρφωμένη στο μυαλό του. Έκλεισε τα μάτια και την βίωσε ξανά.

Την είδε να διασχίζει την παρακάτω διασταύρωση. Διακριτικά την ακολούθησε. Την παρακολουθούσε να περπατά μόνη σε όλους αυτούς τους δρόμους που είχαν περάσει μαζί. Σχεδόν έβλεπε τα όνειρα, τα πάθη, τα άγχη, την έντασή τους να χοροπηδάνε στο πλακόστρωτο. Όμως δεν ήταν πλέον το χέρι του που την τραβούσε για να μην τρέχει και να παρατηρεί τα πράγματα και τους ανθρώπους γύρω της. Ήταν μόνη της και κατέβαινε βήμα βήμα τις αναμνήσεις τους. Και είχε ακόμα την ίδια χάρη. Σαν να χε συνηθίσει σε κείνο τον κοινό τους ρυθμό και να τον είχε κάνει δικό της. Όλα όσα της είχε δώσει ήταν πλέον και δικά της. Αλλά το μόνο που τον πόναγε ακόμα, τόσο καιρό μετά απ’ όταν χώρισαν οι δρόμοι τους, ήταν ο δρόμος. Εκεί πάνω που την είχε διεκδικήσει, την είχε κερδίσει, την είχε χάσει , την είχε μεταπείσει και την είχε ξαναχάσει οριστικά. Αυτών των δρόμων που τόσο είχε παλέψει για να της μεταδώσει την αξία τους. Και τώρα αναγκαζόταν να παραδεχτεί ότι τα χε μάθει όλα πολύ καλύτερα απ’ ότι νόμιζε. Και ότι για πρώτη φορά της ταίριαζε να περπατάει σε όλους αυτούς τους δρόμους μόνη της. Και πως είχε βάλει και κείνος το λιθαράκι του σε αυτό. Μα πλέον ο δρόμος της άνηκε ολοκληρωτικά. Γύρισε απ’ την άλλη και ελαχιστοποίησε τη διαδρομή για το σπίτι του. Αυτό ήταν το τίμημα της ήττας του. Μιας ήττας που στριφογυρνούσε στο πελαγωμένο του μυαλό.

Έψαξε μέσα στην τσάντα και βρήκε το τεφτέρι του. Βάλθηκε να το ξεφυλλίζει και να χαζεύει, χωρίς να διαβάζει, όλα αυτά που’χε γράψει εκείνη την εποχή και μέσα τους κρύβονταν και πολλά που’χαν προκύψει μόνο και μόνο επειδή έβλεπε το χαμόγελό της, επειδή απλά ήταν στο οπτικό του πεδίο. Μα το μάτι του κόλλησε αλλού.
«Να τ’ αγαπάς τ΄ ανήμερα που μέσα σου φωλιάζουν να τα φιλεύεις όλο σου το στόμα, Γουλιά γουλιά να τα κερνάς απ’ τον ιδρώτα σου. Είναι το δώρο της ζωής στους πειρατές της. Δεν γεννηθήκαμε όλοι για τα ήσυχα.»

Ήταν στίχοι του Άκη Δήμου. Ήταν στίχοι που μιλούσαν και για το δικό του θεριό, για τον δικό του εαυτό που σήμερα αντιδρούσε πιο έντονα από ποτέ στις νέες του συνήθειες. Τα κλεισε όλα με ορμή και έφυγε σχεδόν τρέχοντας για το σπίτι. Πήρε το κράνος και ανέβηκε στη μηχανή του, έκλεισε για λίγο τα μάτια, ίσα ίσα για να προλάβει να πλημμυρίσει με αυτές τις εικόνες και άνοιξε τέρμα το γκάζι. Δεν ήθελε να ξεχάσει. Ήθελε να εκδηλωθεί και να εκτονωθεί. Λίγες ώρες αργότερα είχε καλύψει τα 500 χιλιόμετρα που τον χώριζαν απ’ τη Θεσσαλονίκη. Ξαπλωμένος στο γρασίδι με θέα το Θερμαϊκό περίμενε το φίλο του να ρθει. Αναρωτιόταν αν θα μπορούσε να συνεχίσει να ζει έτσι. Αν με τον καιρό θα του γίνει πιο εύκολο. Εάν αυτό ήταν ένα διάλειμμα που θα χρειάζεται συχνά ή εάν όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν ένα διάλειμμα απ’ την πραγματική του ζωή.

Δε δυσκολεύτηκε να πείσει το φίλο του, που έκπληκτος τον ρωτούσε πότε και γιατί ήρθε, να πάρουν τις μηχανές και να τραβήξουν βόρεια για ένα διήμερο. Δεν χρειάζονταν εξηγήσεις. Ήταν της ίδιας πάστας και κατανοούσαν ο ένας τον άλλον. Αυτό τους ένωνε τόσο βαθιά που σπάνια μιλούσαν για αυτά που τα βράδια τους έκαιγαν. Απλά σηκώνονταν μέσα απ’ τον πνευματικό του βάλτο, μοιράζονταν το βάρος και «έτρεχαν», «δρούσαν». Αρκούσε πάντα για να προχωρήσουν μπροστά. Έτσι και έγινε. Πριν τα σύνορα άρχισαν να ανεβαίνουν στο βουνό. Όσο δύσβατο και αν ήταν συνέχιζαν. Πάνω, κοντά στην κορυφή, σταμάτησαν. Έστησαν τη σκηνή τους και ήπιαν, παρέα με αλλοπρόσαλλες ιστορίες. Ψεύτικες ή αληθινές λίγη σημασία είχε. Ως ιστορίες το κύριο χαρακτηριστικό τους ήταν η δυνατότητα να ενθουσιάζουν και να κρατούν το ενδιαφέρον, όχι να ναι αληθοφανείς. Η νύχτα τους βρήκε μεθυσμένους να κοιμούνται γαλήνιοι, εισπνέοντας το καθαρό οξυγόνο και τη μυρωδιά της ελευθερίας. Επέστρεψαν την επόμενη, αφού ο Ορέστης επανέφερε στο μυαλό του τις προτεραιότητες που χε θέσει για κείνη την περίοδο.

Στο δρόμο πίσω για το σπίτι, έτσι όπως ο αέρας τον χτυπούσε με μανία, τα πράγματα έμοιασαν πολύ απλοποιημένα στο μυαλό του. Ήταν άνθρωπος του τώρα και ως τέτοιος θα συνέχιζε να αντιμετωπίζει τη ζωή του. Το χθες ήταν ήδη παρελθόν και το αύριο απρόβλεπτο. Ξεκλείδωσε, άναψε το θερμοσίφωνο και άραξε στον καναπέ. Βρήκε το τεφτέρι του και σημείωσε αυτό που χε σκεφτεί στην επιστροφή. Έκανε ένα ζεστό μπάνιο και η κούραση τον οδήγησε μηχανικά στο κρεβάτι. Είχε να καλύψει δύο μέρες που στο καινούριο του πρόγραμμα είχαν σημειωθεί ως «χαμένες». Αποκοιμήθηκε πριν να προλάβει να σκεφτεί οτιδήποτε περαιτέρω.

Η βιβλιοθήκη μόλις είχε ανοίξει. Ο Ορέστης ήταν ήδη εκεί. Το θερμός γεμάτο με τον πρωινό του καφέ πάνω στο απόμερο τραπέζι. Το μυαλό είχε επιστρέψει στο στόχο και η νέα του ζωή βρισκόταν και πάλι στο προσκήνιο. Το τεφτέρι είχε ξαναπάρει τη θέση του χωμένο στον πάτο της τσάντας. Χάζεψε για λίγο τους βιβλιόφιλους και τράβηξε για τη δική του πορεία μέσα στις σημειώσεις του…

 

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μίχος

Μου λεν’ αν φύγω από τον κύκλο θα χαθώ..

“Μου λεν’ αν φύγω από τον κύκλο θα χαθώ, στα όριά του μοναχά να γυροφέρνω, και πως ο κόσμος είναι ανήμερο θεριό, που όταν δαγκώνει εγώ καλά είναι να σωπαίνω..”

Ο Γιάννης Αγγελάκας μπορεί να χαρακτηριστεί και ως μουσικός προφήτης των ημερών μας. Τραγούδησε πράγματα για μας πριν από εμάς κατά κάποιο τρόπο. Λες και μερικοί καλλιτέχνες “έβλεπαν” που θα κατέληγε η κοινωνία στα 2018 πριν από 10 – 20 χρόνια.

Η αλήθεια είναι πως έχουμε πάθει κοκομπλόκο, για να χρησιμοποιήσω και μια νεανική έκφραση που δεν ξέρω τι σημαίνει. Τα πράγματα δεν πάνε προς το καλό. Είμαστε από λίγο ως πολύ ζόμπι. Ειδήσεις τρέχουν, νεκροί μπροστά απ’τα μάτια μας, καθημερινά, ασυδωσία, καταστροφή, πόλεμος, φτώχεια.. Οι ειδήσεις τρέχουν όμως εμείς δεν τρέχουμε προς τα μπρός. Τρέχουμε παράλληλα και αυτό είναι ότι χειρότερο θα μπορούσε να μας συμβεί.

Σε τέτοιες ημέρες λοιπόν πιο χρήσιμο από ποτέ φαντάζει το να παραμένεις άνθρωπος. Η προσπάθεια για να καταφέρεις κάτι τέτοιο είναι συχνά εξουθενωτική. Η προσπάθεια για να μην μπεις στον κύκλο κι εσύ, να μην τα ρίξεις στην πλάτη του κόκορα, να νοιάζεσαι από όποια γωνιά κι αν βρεθείς.

Παλέψτε να ξεφύγετε από τον κύκλο. Έχει την τάση στη δίνη του να ρουφάει τα πάντα μέσα του. Ανθρώπους, ιδέες, κατανόηση, ψυχές. Παλέψτε να παλέψουμε όλοι μαζί όσο μπορούμε. Ξεφύγαμε…

 

Στάθης Ντάγκας

Κορινθιακό ποδόσφαιρο και διαδίκτυο..

Ένα καλό πράγμα που έχω δει να συμβαίνει και θέλω να το σημειώσω, σε όσα αφορούν δηλαδή το κορινθιακό ποδόσφαιρο, είναι η χρήση του διαδικτύου πια από αρκετές ομάδες, με μοναδικό στόχο την ανάδειξη της προσπάθειάς τους, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ερασιτεχνική.

Στο παρελθόν είχα ήδη τονίσει μέσα από την στήλη μου τη σημασία της παρουσίας των συλλόγων στην επικαιρότητα. Έχουμε καλό ποδόσφαιρο και αυτό θα πρέπει να το αντιληφθούν πρώτα από όλα οι ίδιοι οι σύλλογοι. Δεν χρειάζεται λοιπόν να αναπαράγουμε μόνο τα άσχημα, αλλά με την ευκολία του facebook και την δημιουργία καλών σελίδων (ομαδικών), όλοι μπορούν να δείξουν τη δουλειά τους και να προσελκύσουν τους ανθρώπους από τις πόλεις και τα χωριά κοντά στις ομάδες τους.

Θυμάμαι πριν μερικά χρόνια όταν είχα δημιουργήσει τη σελίδα του Ηρακλή Ξυλοκάστρου, της ομάδας της πόλης μου, πόσο πρωτοποριακή κίνηση έμοιαζε. Μια σελίδα που αριθμεί χιλιάδες μελών πλέον και που ακόμη την φροντίζουν οι άνθρωποι του συλλόγου με συχνά post. Φωτογραφίες, ρεπορταζάκια, αναφορές παιχνιδιών, αναφορές υποστηρικτών, μια μικρή κοινότητα δηλαδή μέσα στο διαδίκτυο. Αλληλεπίδραση! Το παράδειγμα βέβεια οφείλουμε να ομολογήσουμε πως πρώτος από όλους το είχε δώσει ο ΑΟ Λουτράκι. Και πρέπει να το αναγνωρίσουμε πως ήταν πρωτοπόρος στο κορινθιακό ποδοσφαιρικό διαδίκτυο.

Πλέον λοιπόν παρατηρώ όμορφες σελίδες όπως σημείωσα παραπάνω, καλά ελληνικά στις περισσότερες των περιπτώσεων και σύγχρονη ματιά απέναντι στην παρουσίαση του ποδοσφαίρου. Μακάρι να συνεχιστεί η όλη φάση και το μεράκι των ανθρώπων που διαχειρίζονται συλλόγους να μένει ενεργό στο χρόνο. Μακάρι να ακολουθήσουν κι άλλοι το παράδειγμά τους.

 

Στάθης Ντάγκας

10o Ziria Music Festival ~ 23, 24, 25 Αυγούστου 2018, Τρίκαλα Κορινθίας

Είσοδος, Κατασκήνωση, Συναυλίες, Δραστηριότητες όλα ελεύθερα!

Στις 23 Αυγούστου ανηφορίζουμε και πάλι στην πανέμορφη διαδρομή από το Ξυλόκαστρο προς τα μαγευτικά Τρίκαλα Κορινθίας κι ακόμα πιο πάνω στο θεϊκό οροπέδιο της Ζήρειας, για το πιο high και ανοιχτό πάρτυ του καλοκαιριού,
το 10
o Ziria !!!

Μια τριήμερη συμμετοχική μουσική γιορτή με τρεις σκηνές, in, open και after, από νωρίς το μεσημέρι έως νωρίς το …πρωί, φιλική για όλες τις ηλικίες, οικογένειες, παιδιά και …σκυλιά!

22 φανταστικές μπάντες από διάφορα είδη της ανεξάρτητης ελληνικής σκηνής, 10 υπέροχοi djs και παραγωγοί, μια θεατρική ομάδα, παιδαγωγοί, δάσκαλοι εναλλακτικών δραστηριοτήτων και οδηγοί βουνού, μας εγγυώνται ένα φανταστικό non stop τριήμερο ταξίδι στη φύση και στη μουσική, τροφή για το σώμα και την ψυχή όλων!

Έναρξη προγράμματος: 23 Αυγούστου, 17:00

Ο χώρος, το Σαλέ και οι υποδομές θα είναι έτοιμες και θα υποδέχονται κατασκηνωτές και επισκέπτες από την Τετάρτη 22 Αυγούστου

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΠΕΜΠΤΗ 23 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
18:15 | Μινέρβα
19:15 | The Bonnie Nettles
20:15 | The Steams
21:15 | ΤΑΦ ΛΑΘΟΣ + Band Live
22:30 | Naxatras
23:45 | Universe 217
After party
Nikolas Gale | Chester Code | Dj Mikele

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
14:00 | Birds of pray
15:00 | Rock Jam με House Band: Γιώργος Ζήκος / Αλέκος Αράπης / Γιάννης Χριστόπουλος
18:15 | Melldrop
19:15 | Empty frame
20:15 | Sworr
21:15 | Εισβολέας & The Tedds
22:30 | Bad Movies
23:45 | Fundracar
After party
DJ Snatch | DJ Spery

ΣΑΒΒΑΤΟ 25 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ
14:00 | Pavlos Vacatatsis
15:00 | Gobey & P.Gial
17:30 | Θεατρική παράσταση από την ARTιβιστική πρωτοβουλία SMALLVILLE, με τίτλο: Ποιος είναι ο Δράκος σου?
18:30 | Afformance
19:30 | Jef Maarawi
20:30 | Social Waste
21:45 | Deaf Radio
22:45 | Nightstalker
00:00 | Bazooka
After party
DJ Booker | Kill Emil & Mamaletta

Τα πρωινά Παρασκευής και Σαββάτου
11:00 – 14:00 | “Facelift mornings” by Dj Panos D.
Την Παρασκευή και ο Alexandros Livieratos

 

Εναλλακτικές δραστηριότητες

Πολλές φανταστικές δραστηριότητες φυσιολατρικές, αθλητικές, καλλιτεχνικές και παιδικές θα ολοκληρώσουν την εμπειρία του Ziria Music Festival 2018!

  • Στην κορυφή. Για πρώτη φορά στο φεστιβάλ οργανώνουμε την ανάβαση στον απόλυτο προορισμό, την κορυφή της Ζήρειας, στα 2.375 μ.!!!
  • Στο Δάσος της Φλαμπουρίτσας. Πεζοπορία με τον ΚΥΛΛΗΝΙΟΣ ΑΔΩΝΙΣ
  • Θεατρική παράσταση SMALLVILLE: Brutal Stories
  • Σεμινάρια γιόγκα και βασικές αρχές συγκέντρωσης και διαλογισμού με τον Τάσο Σχοινά
  • Σεμινάρια Ταϊ Τσι / Κουνγκ Φου από τη Σχολή παραδοσιακών κινέζικων τεχνών «Γερανία»
  • Ξεχωριστό θα είναι επίσης το μεγάλο Rock jam που θα γίνει στο Σαλέ την Παρασκευή 15:00 – 18:00
  • Για τα παιδιά, διαμορφώνουμε ειδικό χώρο / «παιδική γειτονιά», όπου θα γίνονται παιδικές δραστηριότητες και παραστάσεις από παιδαγωγούς και καλλιτέχνες.

Υποστηρικτές και εθελοντές
Όπως πάντα, η διοργάνωση είναι συμμετοχική. Πραγματοποιείται με την στήριξη του Αθλητικού κέντρου Ζήρειας, πολλών επιχειρήσεων και επαγγελματιών, ξενοδόχων και εστιατόρων των Τρικάλων, φίλων και εθελοντών.

Τους ευχαριστούμε όλους θερμά.  Ιδιαίτερα ευχαριστούμε τις μπάντες κι έναν-έναν μουσικό για την αφιλοκερδή / φιλική συμμετοχή του.

 

Οικολογικές προτάσεις και δράσεις
Το Ziria Festival στηρίζει και προωθεί την κατανάλωση τοπικών και Ελληνικών προϊόντων: Στο Ziria Music Festival τρώμε και πίνουμε τοπικά και Ελληνικά

 

 Tips

  • Μην ξεχάσετε να πάρετε ζεστά ρούχα, κλειστά παπούτσια και καλό μπουφάν
    και εφόσον διανυκτερεύσετε στο βουνό (προτείνεται!!), υπνόσακο και σκηνή.
  • Για τα πρωϊνά σας, η περιοχή προσφέρεται για υπέροχες βόλτες στα Τρίκαλα, στην Καρυά και στις πανέμορφες γύρω περιοχές ή για μπάνιο στον Πευκιά στο Ξυλόκαστρο ή στη λίμνη Δόξα.

Για να έλθετε, από την Εθνική οδό Κορίνθου – Πατρών βγαίνετε στην έξοδο για Ξυλόκαστρο-Τρίκαλα και αμέσως συνεχίζετε για Τρίκαλα.  Περνάτε τα Τρίκαλα και συνεχίζετε προς το Αθλητικό Kέντρο Ζήρειας.  Όλοι οι δρόμοι είναι πολύ καλοί όπως και η οδική σήμανση.

Καλή αντάμωση στο βουνό, στο καλύτερο Ziria ever. Το 10ο! Απλά να είστε εκεί!
Όλα θα είναι ελεύθερα και πάντα πιο ποιοτικά και οργανωμένα από την προηγούμενη!!!

 Ø Στο Αθλητικό κέντρο της Ζήρειας, στα τέλη Αυγούστου ο ήλιος πέφτει πολύ νωρίς, πριν τις 19:00. Ήδη από τις 18:00 είναι τόσο γλυκός που τον επιζητάς!  Να είστε από νωρίς. Είναι φανταστικά το απόγευμα στη Ζήρεια, είναι η καλύτερη ώρα της ημέρας!

Για αναλυτικές πληροφορίες επισκεφθείτε:

Official site του φεστιβάλ:  http://www.ziriafestival.gr

Facebook event
Facebook page
Twitter
Youtube channel

Η διοργάνωση
Tη διοργάνωση αναλαμβάνει η “Σύθας κοινωνική επιχείρηση”, που δημιουργήθηκε για τη διενέργεια πολιτιστικών και όχι μόνο εκδηλώσεων και απαρτίζεται από την παρέα μας που μεγαλώνει!

Η διοργάνωση του Ziria Festival είναι μη κερδοσκοπική και πατάει στα ίδια ακριβώς χνάρια των προηγούμενων φεστιβάλς.
Μας στηρίζουν, το Χιονοδρομικό κέντρο Ζήρειας του δήμου Ξυλοκάστρου – Ευρωστίνης, οι χορηγοί μας, κορυφαίες ελληνικές εταιρίες, ξενοδόχοι και εστιάτορες των Τρικάλων, πολλές επιχειρήσεις και επαγγελματίες του δήμου μας και πέραν αυτού, καθώς και πάρα πολλοί εθελοντές φίλοι.
Ιδιαίτερα ευχαριστούμε τις μπάντες και έναν – έναν μουσικό για την αφιλοκερδή/φιλικη συμμετοχή του.

Διαβολογυναίκες, από τη Μαρία Σκαμπαρδώνη

Δεν είμαι και η πιο παθιασμένη σινεφίλ που υπάρχει, αναμφίβολα.

Υπάρχουν όμως ταινίες που τις αγαπώ και τις έχω βαθιά χαραγμένες μέσα στην καρδιά μου. Είναι λίγες και καλές.

Μία από αυτές , είναι το κορυφαίο –για εμένα – film noir στον Παγκόσμιο κινηματογράφο, η ταινία του Henri-Georges Clouzot ‘’Διαβολογυναίκες’’. Μία ταινία που άφησε εποχή όχι μόνο για την αριστοτεχνική της σκηνοθεσία η οποία σου προκαλεί τρόμο αλλά και για το πιο απροσδόκητο και αναπάντεχο τέλος που έχει υπάρξει σε ταινία- για εμένα τουλάχιστον.

les diaboliques

Πρωταγωνίστριες της ταινίας ήταν η Simone Signoret και η Véra Clouzot, δύο γυναίκες οι οποίες παρά το γεγονός ότι είναι η γυναίκα και η ερωμένη του ίδιου τυραννικού άνδρα, εξαιτίας της κακομεταχείρισης και βαναυσότητας που εισπράττουν από τον ίδιο, συνδέονται με φιλική σχέση και αποφασίζουν να σχεδιάσουν τη δολοφονία του.

Μέσα από παράξενα γεγονότα, τραγικές συμπτώσεις και δύο ώρες γεμάτες αγωνία και αίσθημα τρόμου, οδηγούμαστε σε ένα συγκλονιστικό φινάλε ( δε γίνεται να το αποκαλύψω, είναι μαγικό κάποιος να δει την ταινία από την αρχή).

Η ταινία αποτελεί ένα άριστο δείγμα ταινίας τρόμου, η σκηνοθεσία ,πραγματικά , είναι ανυπέρβλητη ( είναι γνωστό πως ο Alfred Hitchcock εκθείασε την τεχνική του Clouzot και έφτασε στο σημείο ακόμα και να θέλει να μιμηθεί την τεχνική του) και κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή σε όλη τη διάρκειά της.

Αυτό όμως που με κάνει να την κατατάσσω στις σπουδαιότερες ταινίες όλων των εποχών, δεν είναι μόνη η άψογη σκηνοθεσία και σενάριο, αλλά τα ηθικά διλήμματα που υποβάλλει στον ίδιο το θεατή και ο τρόπος με τον οποίο καταπιάνεται με τα θέματα αυτά.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η μία εκ των πρωταγωνιστριών, η σύζυγος, ήταν  υπερβολικά θρησκόληπτη και πίστευε στην έννοια της αμαρτίας, με αποτέλεσμα  να οδηγείται στη μαστίγωση του εαυτού  της για τη διάπραξη της αμαρτίας του φόνου.les diaboliques2

Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας η σύζυγος δε σταματάει να διερωτάται αν συνεχίζει να έχει την εύνοια του Θεού, παρά την αμαρτωλότητά της. Αυτό μας δίνει το έναυσμα να καταπιαστούμε με τη θεώρηση της αμαρτίας ως μία φιλοσοφική έννοια αλλά και να δούμε πώς η ίδια διαταράσσει τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό.

Ο άνδρας και ιδιοκτήτης του σχολείου, εμφανίζεται ως κακότροπος και σαδιστής , ο οποίος αντλεί ηδονή από την πρόκληση κακού και την υποτίμηση της αξίας και των δύο γυναικών. Οι δύο γυναίκες δικαιώνονται σε ένα βαθμό στα μάτια του θεατή για τη διάπραξη του φόνου, αλλά εξακολουθούν να τις κατακρίνουν τη διάπραξη ενός εγκλήματος.

Η γυναίκα ερωμένη διαδραματίζει έναν ρόλο εξαιρετικά αμφίσημο και σημαντικό: είναι ταυτόχρονα και η γυναίκα που διαπράττει την αμαρτία της μοιχείας, αλλά βοηθάει τη γυναίκα σύζυγο να λυτρωθεί από την κακομεταχείριση. Ταυτόχρονα είναι και η γυναίκα που εισπράττει την ίδια βίαιη συμπεριφορά από τον άντρα, άρα κερδίζει και λίγο την εύνοια στα μάτια του θεατή. Πώς λοιπόν, το καλό και το κακό ισορροπούν μέσα μας;

Ένα σπουδαίο ηθικό δίλημμα που διερωτάται η ταινία σε όλη τη διάρκειά της είναι ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει και κάθε άνθρωπο προσωπικά, αλλά ακόμα και κράτη ολόκληρα: η θανάτωση ενός ανθρώπου, όσο ανήθικος και κακός αν είναι, είναι τελικά μία πράξη δικαιολογημένη ή παραμένει ηθικά μεμπτή; Φυσικά και δε θα απαντήσω στο ερώτημα αυτό, διότι ο θεατής οφείλει να δει την ταινία μόνος και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.

Το φινάλε της ταινίας είναι από τα πιο αριστουργηματικά και απρόβλεπτα που έχουν υπάρξει ποτέ σε ταινία, αφήνει ακόμα και τον πιο υποψιασμένο θεατή άφωνο και είναι ,ουσιαστικά, η κορύφωση ενός εν δυνάμει αριστουργήματος.

Προτρέπω φίλους αναγνώστες να τη δουν και είμαι σίγουρη ότι θα αποκτήσουν την ίδια άποψη με τη δική μου – θα την ξεχωρίσουν από πολλές ταινίες και θα την αγαπήσουν!

 

Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη

Thessaloniki Arts and Culture

 

 

The Post (2017) ~ Κριτική Ταινίας

Έτος: 2017
Σκηνοθεσία: Steven Spielberg
Πρωταγωνιστούν: Meryl Streep, Tom Hanks, Bob Odenkirk
Διάρκεια: 1ω 56λ

Ο Steven Spielberg είναι μια από τις σημαντικότερες φιγούρες του σύγχρονου κινηματογράφου. Σκηνοθέτης, παραγωγός και σεναριογράφος, έχει στο ιστορικό του έναν πολύ μεγάλο αριθμό επιτυχιών. Τρομοκράτησε μια ολόκληρη γενιά με το Jaws (1975), την πρώτη ταινία Blockbuster, όπου δημιούργησε μια ολόκληρη μελέτη σχετικά με το ποια εποχή πρέπει να προβάλλονται οι ταινίες, σύστησε στον κόσμο τους φιλικούς εξωγήινους με τα Close Encounters of the Third Kind (1977) και E.T. the Extra-Terrestrial (1982), με τον φίλο του George Lucas έφερε στην μεγάλη οθόνη έναν από τους πιο κλασικούς και εικονικούς χαρακτήρες του σύγχρονου κινηματογράφου, τον Indiana Jones. Ζωντάνεψε τους δεινόσαυρους με έναν μαγευτικό τρόπο στο Jurassic Park (1993), συγκίνησε με τα The Color Purple (1985) και Empire of the Sun (1987) και όταν αποφάσισε να αποδείξει πόσο σοβαρός μπορεί να γίνει προέκυψαν δύο διαμάντια, τα Schindler’s List (1993) και Saving Private Ryan (1998).

Έκτοτε έχει προσφέρει μια πληθώρα καλών ταινιών, άλλοτε εμπορικές και άλλοτε σοβαρές. Το The Post είναι η τελευταία του ταινία που ανήκει στη δεύτερη κατηγορία, ένα ταπεινό αριστουργηματάκι που διαχέεται από απλότητα και πεπειραμένο cast.

Πρόκειται για την αληθινή ιστορία για το πώς η εφημερίδα Washington Post αποκάλυψε μια σκευωρία σχετικά με τον πόλεμο του Βιετνάμ, ξεκινώντας “πόλεμο” με τον Λευκό Οίκο.

Το σενάριο είναι απλοϊκό και ρέει αβίαστα και ισορροπημένα, δεν κουράζει και καταφέρνει να δημιουργήσει, παρέα με την κάμερα, σασπένς.

Η σκηνοθεσία φανερώνει την εμπειρία του Spielberg με τα όμορφα πλάνα που εστιάζουν ακριβώς σε αυτό που πρέπει να δείξουν και την συνεχή και σταθερή κίνηση της κάμερας όπου χρειάζεται, ενώ η φωτογραφία πιάνει άψογα την ατμόσφαιρα της εποχής.

Για τις ερμηνείες δεν μπορούν να ειπωθούν πολλά. Οι Meryl Streep και Tom Hanks είναι εξαιρετικοί στους ρόλους τους όπως και το υπόλοιπο καστ.

Κάποιες φορές η ομορφιά κρύβεται στην απλότητα. Έτσι και αυτή η ταινία κερδίζει τον θεατή και κρατάει το ενδιαφέρον του μέχρι το τέλος. Μια αληθινή ιστορία δια χειρός Spielberg με πρωταγωνιστές δυο θηρία του κινηματογράφου, δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο εκτός από εξαιρετική.

Κριτική: 8,5/10

Γράφει ο Δημήτρης Αδαλάκης

Εσύ κι εγώ Ντιέγκο..

{Eσύ & εγώ είμαστε ιερόσυλοι για τους θρησκόληπτους, χυδαίοι για τους ηθικολόγους, ανατρεπτικοί για τους καπιταλιστές και πουλημένοι στους καπιταλιστές για τους κομμουνιστές – είμαστε μόνοι Ντιέγκο, ολομόναχοι}
Φ.Κ.

Κάπως έτσι μεγαλώσαμε τις δεκαετίες του 80′ και 90’…

Είναι παλιό, αλλά πάντα επίκαιρο. Βλέποντας τα σημερινά παιδιά να «χάνονται» σε εικονικούς κόσμους μέσα από κάποια οθόνη, να επικοινωνούν μέσω chat rooms και να θωρακίζονται απέναντι στις αρρώστιες με ένα σωρό χημικά φάρμακα, αναπολούμε τα δικά μας παιδικά χρόνια. Οι «κανόνες» ήταν πιο χαλαροί, οι φόβοι σχεδόν ανύπαρκτοι. Tα παιχνίδια επικίνδυνα αλλά άκρως διασκεδαστικά και οι φίλοι πραγματικοί. Το παρακάτω κείμενο αλιεύσαμε από την ιστοσελίδα apotis4stis5.com….

«H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε… Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή, περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να…μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή.. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά…..

Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες. Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση.. Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάζαμε τα κόκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους». Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα.

Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα.. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντας μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι. Δεν είχαμε Playstation, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε.. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα… μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα.. Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου.

Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν. Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε; Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι.. Τι φρίκη!

Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας « ; ) : D : P ». Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.

Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»… συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί…»!…