Ο μακρύτερος δρόμος στον κόσμο..

Ο μεγαλύτερος δρόμος στον κόσμο για να περπατήσετε, είναι από το Κέιπ Τάουν (Νότια Αφρική) στο Μαγκαντάν (Ρωσία).

Δεν χρειάζονται αεροπλάνα ή βάρκες, υπάρχουν γέφυρες.

Είναι 22.387 χιλιόμετρα και χρειάζονται 4.492 ώρες για να ταξιδέψετε.

Θα ήταν 187 ημέρες περπάτημα ασταμάτητα ή 561 ημέρες περπάτημα 8 ώρες την ημέρα.

Κατά μήκος της διαδρομής, περνάτε από 17 χώρες, έξι ζώνες ώρας και όλες τις εποχές του χρόνου.

Πηγή: Geografica

Σαν το πουλί πάνω στο σύρμα

Σαν το πουλί πάνω στο σύρμα που κοιτάζει τον κόσμο από ψηλά και σίγουρα, σίγουρα βλέπει πράγματα που εδώ στα χαμηλά δεν φαίνονται καθαρά. Σαν το πουλί θα ήθελα να είμαι, πάνω στο σύρμα και να παρατηρώ τον κόσμο που ίσως να μοιάζει λίγο αστείος ή πιο όμορφος από ότι πραγματικά είναι. Άραγε τι από όλα θα θέλαμε να είναι ο κόσμος; Αστείος; Όμορφος; Ανθρώπινος; Τι από όλα όταν θα κοιτούσαμε από μια κάποια απόσταση;

Σίγουρα πάντως κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι τώρα. Γι’ αυτό ζηλεύω λιγάκι εκείνο το πουλί που κάθεται πάνω στο σύρμα. Είναι τόσο πιο έξυπνο από ‘ μένα. Είναι τόσο πιο τυχερό από’ μένα.

Το πρώτο μου βιβλίο..

Το πρώτο βιβλίο που διάβασα και ήταν καλοκαίρι στο χωριό, ήταν μια σκληρόδετη Ιλιάδα του Ομήρου, που μου την είχε αγοράσει η μάνα μου από το σουπερ Μαρκετ της γειτονιάς. Τότε τα μαρκετ έφερναν σειρές από βιβλία που μερικά ήταν εξόχως ενδιαφέροντα, είτε από την κλασσική είτε από τη σύγχρονη λογοτεχνία.

Ήταν λίγο μετά το τέλος του σχολείου στις μικρές τάξεις του δημοτικού. Θα πήγαινα όπως κάθε καλοκαίρι στο χωριό και το βιβλίο εκείνο, που ακόμη το έχω, έμοιαζε απαραίτητη προϋπόθεση για να περάσω καλά.

Το διάβασα όλο στις διακοπές και παρότι ευρισκόμενος στο βουνό, ήταν σαν να ταξίδεψα εκείνο το καλοκαίρι σε όλα τα μέρη του Τρωϊκού Πολέμου, σε άγνωστους κόσμους, πάνω σε άμαξες που τις έσερναν γρήγορα άτια, παρέα με τον Αχιλλέα αλλά ακόμη και με τον Έκτορα.

Εκείνο το πρώτο βιβλίο που διάβασα στάθηκε η αφορμή να αγαπήσω τη λογοτεχνία τόσο που στη συνέχεια της ζωής μου δεν την αποχωρίστηκα ποτέ. Το διάβασμα αποτελεί πηγή ζωής, μια μαγική υπόθεση και η Ομήρου Ιλιάδα για εμένα η αφετηρία μέσα σε έναν κόσμο μαγικό που δεν γνωρίζει σύνορα.

Μίλτος Σαχτούρης – «Το χρυσάφι»

Κάποτε
θὰ σταματήσουμε
σὰ μιὰ γαλάζια ἅμαξα
μέσ᾿ στὸ χρυσάφι
δὲ θὰ μετρήσουμε τὰ μαῦρα
ἄλογα
δὲ θά ῾χουμε τίποτα ν᾿ ἀθροίσουμε
δὲ θά ῾χουμε πιὰ τίποτα
γιὰ νὰ μοιράσουμε

κρατώντας
ἕνα ξύλο
θὰ περάσουμε
μέσ᾿ ἀπ᾿ τὴ μαύρη τρύπα
τοῦ ἥλιου
ποῦ θὰ καίει

Μίλτος Σαχτούρης – “Το χρυσάφι”.

Οι ημέρες που πέρασαν

Περνούν οι ημέρες από πάνω μας,

δεν τις καταλαβαίνεις συνήθως

όμως εκείνες περνούν και πάντα,

πάντα κάτι τραβάνε μαζί τους.

Κάτι από’ μας, άλλοτε μικρό κι άλλοτε μεγάλο.

Βγήκα πριν να περπατήσω στη βροχή και

σκεφτόμουν πότε ήταν η τελευταία φορά που το έκανα.

Να περπατήσω στη βροχή και να είναι νύχτα.

Κάποτε μόλις που άκουγα στάλες έβγαινα στο δρόμο.

Δεν είχε σημασία που θα πήγαινα, μόνο που ήμουν στο δρόμο,

να όξυνα τις αισθήσεις, να ένιωθα τα πράγματα ως είχαν.

Από τότε πέρασαν χρόνια και όπως είπαμε τα χρόνια,

είναι ημέρες, πολλές.

Ποιος ξέρει γιατί δεν συνηθίζω να περπατώ πια στη βροχή.

Ίσως γιατί κρυώνω ή μπορεί να μη βρέχει τόσο,

από την άλλη σα να μεγάλωσα και λιγάκι.

Είναι δηλαδή που πέρασαν οι ημέρες οι πολλές από πάνω μας και πάντα,

πάντα αυτές μας παίρνουν κάτι.

Chinaski

Με την άνοιξη

Στο τέλος λοιπόν, έρχεται πάντα η άνοιξη. Έστω κι αν στις ημέρες μας οι εποχές έχουν γίνει δυσδιάκριτες, η άνοιξη πάντοτε θα έρχεται στο τέλος. Έρχεται να σηματοδοτήσει την αναγέννηση, την ελπίδα, τα χρώματα και έναν άλλο δρόμο που υπάρχει στα πράγματα και τη ζωή. Σηματοδοτεί την αλλαγή και η αλλαγή είναι ανέκαθεν το πιο σταθερό πράγμα στον κόσμο. Και μη βιαστεί κανείς ποτέ να πει πως οι αλλαγές αργούν και τι είναι αυτά που λέμε. Ναι ενίοτε θέλουν αρκετό χρόνο. Μα έστω κι έτσι, παραμένουν το πιο σταθερό πράγμα εκεί έξω.

Δίπλα απ’ τις ράγες ανθίζουν οι ψυχές

Δίπλα απ’ τις ράγες και μέσα στον κάμπο ανθίζουν οι ψυχές,

τώρα που είναι άνοιξη και όλη φύση αναγεννιέται,

έτσι και οι ψυχές, αγαλλιάζουν, χαίρονται,

που δεν της ξέχασαν,

που δεν της έθαψαν,

που ακόμη παλεύουν,

σαν τα μπουμπούκια να αναστηθούν,

της άνοιξης,

που ήρθε και φέτος.

  • Ένας χρόνος μετά..

Φωτογραφήματα

Για τη φωτογραφία τα έχουν πει άλλα ιερά τέρατα της τέχνης και του πολιτισμού κατά το παρελθόν, οπότε ότι κι αν πούμε εμείς σήμερα θα μοιάζει λίγο ή ακόμη και γραφικό. Το θέμα είναι πως στον αιώνα της τεχνολογίας, που όλα είναι εύκολα κι ένα κλικ μακριά, μερικά δηλαδή δέκατα του δευτερολέπτου, μοιάζει να έχει βγει η τέχνη μέσα από την τέχνη, η ψυχή μέσα από τα πράγματα. Ενώ όλα λειτουργούν στην εντέλεια και σε υπερθετικό βαθμό από τεχνολογικής άποψης, υπάρχει κάπου ένα κενό το οποίο μεγαλώνει.

Με τη φωτογραφική στο χέρι όπως πάντα λοιπόν, σε όσους αρέσει αυτή η αποτύπωση των εποχών, σε όσους έχουν μάθει να εκφράζουν τον εαυτό τους μέσω ενός φακού κι ενός κουμπιού, ας μη σταματήσουμε να αποτυπώνουμε τον πραγματικό κόσμο εκεί έξω, έτσι όπως είναι και όχι έτσι όπως τον φτιάχνουμε. Η φωτογραφία είναι ένα ταξίδι στον χρόνο που ποτέ δεν τελειώνει.

Αγιογράφος

Θυμάμαι. Κι όταν θυμάμαι δεν είναι πάντα καλό πράγμα. Το παρελθόν σε άλλους επιστρέφει ως καλή ανάμνηση, σε άλλους ως κακή και σε μερικούς ως μάθημα, μπορεί και όλα τα παραπάνω μαζί. Το παρελθόν έχει την διδακτική του αξία όμως και μάλλον θα πρέπει υπό αυτό το πρίσμα να του δίνουμε σημασία. Να μην ξανακάνουμε τα ίδια λάθη δηλαδή, να μαθαίνουμε από αυτά του παρελθόντος.

Θυμάμαι τις αγιογραφίες που σκάρωνα, ο αφελής, την εποχή που πίστευα στην αγιότητα του κόσμου. Αγιογραφίες ζηλευτές, που έγιναν σημαίες και οδήγησαν τους αγιογραφημένους στη γη της επαγγελίας, ενώ κανονικά, σε καμία τέτοια εύκρατη γη δεν θα έπρεπε να είχανε βρεθεί.

Θυμάμαι πως παρότι από την εποχή εκείνη είχα αντιληφθεί το λάθος, πως από αγιογράφος βρέθηκα ξαφνικά να είμαι περίπου μισητός από τους μισητούς, το αποτέλεσμα δεν άλλαξε και δεν θα μπορούσα ποτέ να το πάρω πίσω πια.

Θυμάμαι και αυτό μπορεί να είναι καλό ή κακό μα στα σίγουρα είναι διδακτικό.

«Δεν αφήνω τον γέρο να μπει στο σπίτι..»

Αυτή είναι η απάντηση που έδωσε ο Κλιντ Ίστγουντ (ετών 94),

στον τραγουδιστή της κάντρι Τόμπι Κιθ,

όταν ο τελευταίος τον ρώτησε ποιό είναι το μυστικό του

που παραμένει ενεργός και φωτεινός στην ηλικία του.

«Όταν ξυπνάω κάθε μέρα, δεν αφήνω τον γέρο να μπεί μέσα.

Το μυστικό μου ισχύει από το 1959:

Με κρατώ απασχολημένο.

Ποτέ δεν άφησα τον γέρο να μπει στο σπίτι.

Έπρεπε να τον διώχνω έξω, επειδή όταν έβαζε το πόδι του μέσα,

με ταλαιπωρούσε και με έκανε να περνάω άσχημα,

καθώς δεν άφηνε περιθώριο για τίποτε άλλο εκτός από νοσταλγία.

Έπρεπε να παραμείνω ενεργός, ζωντανός, ευτυχισμένος, ικανός.

Είναι μέσα μας, στη νοημοσύνη, τη στάση και τη νοοτροπία μας. Είμαστε νέοι άνθρωποι με ανεξαρτησία.

Πρέπει να αγωνιστούμε για να μην αφήσουμε «τον γέρο να μπει».

Αυτός ο γέρος μας περιμένει, ανήμπορος και κουρασμένος,

κάπου εκεί έξω, στην άκρη του δρόμου για να μας αποθαρρύνει,

να μας τιμωρήσει με ισόβια για κάτι που κάναμε ή έτσι νομίζουμε.

Τίποτα δεν κουβαλάς ισόβια, εκτός από ακρωτηριασμό ή θάνατο.

Δεν αφήνω να μπεί, το παλιό πνεύμα, το επικριτικό, το εχθρικό,

το μίζερο, το ζηλόφθονο, το μοχθηρό, το ανασφαλές,

αυτό που ανασκαλεύει το παρελθόν μας

για να μας βγάλει στην επιφάνεια παράπονα και παλιούς φόβους,

ώστε να ζούμε στο διηνεκές, παλιά τραύματα και κύματα πόνου.

Πρέπει να γυρίσουμε την πλάτη μας στον ηλικιωμένο γκρινιάρη,

τον γεμάτο οργή και παράπονα, πίκρα και έλλειψη θάρρους,

που αρνείται στον εαυτό του ότι τα γηρατειά μπορούν να είναι

δημιουργικά, αποφασιστικά, γεμάτα φως και χαρά και ελπίδα.

Η γήρανση μπορεί να είναι ευχάριστη, ακόμη και διασκεδαστική,

αν ξέρουμε πώς και που να διαθέσουμε τον χρόνο μας,

αν είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό που έχουμε επιτύχει,

ικανοποιημένοι ακόμη και με τις αποτυχημένες προσπάθειές μας,

με την προϋπόθεση ότι κρατάμε τον γέρο έξω από το σπίτι.

Αυτό σημαίνει «να μην αφήνεις τον γέρο να μπει στο σπίτι».

Clint Eastwood

Αυτά τα λόγια άγγιξαν μια χορδή του τραγουδιστή Toby Keith

που τον ενέπνευσαν να γράψει το: “Don’t Leth the Old Main In”. αφιερωμένο στον θρυλικό ηθοποιό.