Λίγοι άνθρωποι μπορούν να χαίρονται χωρίς φθόνο για την ευτυχία των φίλων τους

Δεν υπάρχει καλύτερη επένδυση από τη φιλία. Και δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην τη χρειάζεται στη ζωή του.

Που να μην έχει δώσει κομμάτια του εαυτού του στ’ όνομά της.

Γιατί όταν είναι αληθινή, έχει την ικανότητα να ξεγυμνώνει χαρακτήρες και να γεμίζει ψυχές. Να γίνεται αισθητή ακόμη κι όταν επικρατεί η απόλυτη σιωπή, γιατί πολύ απλά μπορεί να εκφραστεί χωρίς την παρουσία λέξεων.

Aληθινός φίλος λοιπόν, είναι αυτός που χαίρεται μέσα απ’ τα βάθη της καρδιάς του για την ευτυχία σου. Χωρίς να δηλητηριάζεται η ψυχή του από ζήλια και φθόνο. Χωρίς να αποδοκιμάζει τις επιλογές σου και να αμφιβάλλει για όλα όσα έχεις καταφέρει στη ζωή σου. Αυτός ο ξεχωριστός άνθρωπος που πετάει στα ουράνια με τις χαρές σου και πέφτει απ’ τα σύννεφα με τις λύπες σου. Που είναι διατεθειμένος να κάνει τα πάντα για να σε δει να χαμογελάς και να βάλει στη θέση του όποιον τολμήσει να σε κάνει να δακρύσεις.

Δεν έχουν πολλοί το προνόμιο να έχουν δίπλα τους τέτοιους μοναδικούς ανθρώπους. Γιατί είναι όντως δυσεύρετοι. Κι αν έχεις την τύχη να μοιράζεσαι στιγμές και να δημιουργείς αναμνήσεις με φίλους πραγματικούς, μην τους αφήσεις ποτέ να φύγουν απ’ τη ζωή σου. Θα’ ναι πάντα εκεί για να σε ενθαρρύνουν όταν διστάζεις και να σε στηρίζουν όταν χάνεις τη γη κάτω απ’ τα πόδια σου. Είναι μέρος της ευτυχίας σου, γι’ αυτό και δε θα ζηλέψουν ποτέ την έντασή της.

Ήταν, είναι και θα είναι πάντα δίπλα σου γιατί έχουν ταιριάξει τα κομμάτια σας χωρίς πολλά-πολλά. Έχετε βρει αυτά που σας ενώνουν και δε θ’ αφήσετε ποτέ αυτά που σας χωρίζουν να μπουν στη μέση της φιλίας σας. Συμπληρώνετε με λίγα λόγια, ο ένας τον άλλο και μαζί, είστε ανίκητοι. Κι η φιλία να ξέρεις, γίνεται ακόμη πιο πολύτιμη με το πέρασμα του χρόνου. Γιατί σημαίνει πως αντέχει στη φθορά του και ξεπερνάει με πείσμα κάθε εμπόδιο που εμφανίζεται στο μονοπάτι της. Όποια μορφή κι αν έχει.

Κι είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι άνθρωποι που έχουν την ικανότητα να χαίρονται χωρίς ίχνος φθόνου για την ευτυχία των φίλων τους. Να το θυμάσαι όταν επιλέγεις τους ανθρώπους που θέλεις να κρατήσεις στο πλάι σου. Γιατί οι διεφθαρμένοι άνθρωποι είναι πολλοί κι οι μάσκες διαθέσιμες για όποιον τις κάνει κέφι, ακόμη περισσότερες. Ό,τι κι αν έχεις ζήσει, μη γίνεις ένας από αυτούς. Να παραμείνεις ο παλιός, καλός εαυτός σου και πίστεψέ με, αυτοί που έχουν σημασία θα το εκτιμήσουν.

Αν γνωρίζεις λοιπόν για τη θλίψη του φίλου σου, μη διστάσεις να την κάνεις δικιά σου. Να είσαι εκεί και για τις χαρές, αλλά και για τις λύπες του. Και θα σ’ το ανταποδώσει. Θα ξημερωθεί στο πλάι σου, ακούγοντάς σε να ονειροπολείς και να γκρινιάζεις για το παραμικρό. Θα είναι εκεί για να σε ταρακουνήσει όταν είσαι έτοιμος να ξεστρατήσεις και να σε επαναφέρει στο σωστό μονοπάτι. Γι’ αυτό να εμπιστεύεσαι αυτούς που δεν πρέπει να το ζητήσουν. Τους σπουδαίους ανθρώπους που κατάφεραν να εγκατασταθούν στην καρδιά σου και δε θα φύγουν ακόμη κι αν σε μια στιγμή τρέλας και απόγνωσης, τους το ζητήσεις.

Συντάκτης: Έλενα Γεωργίου – pillowfights.gr

“Rock and roll can never die..” Δύο λόγια για τον Δημήτρη και τον Φώτη

Το ροκ εν ρολ δεν γίνεται ποτέ να πεθάνει. Δεν είναι μια απλή καταγεγραμμένη έννοια που δύναται εύκολα να εξηγηθεί. Για να είμαι ειλικρινής έχω καταλήξει πια στην ετυμολογία του. Ροκ είναι κάποιος άνθρωπος που είναι ο εαυτός του, που είναι απλός, που διαφέρει. Άνθρωπος δηλαδή, από εκεί ξεκινούν όλα.  Γιατί η απλότητα έκανε ανέκαθεν την διαφορά. Ροκ δεν είναι μόνο το μουσικό ρεύμα που τόσο επαναστατικά εισχώρησε στην παγκόσμια κοινότητα, αρκετά χρόνια πίσω και τον προηγούμενο αιώνα. Ούτε τα μακριά μαλλιά είναι, ούτε οι ηλεκτρικές κιθάρες από μόνες τους, ούτε το βάπτισμα της μόδας, ούτε η εξέλιξη, ούτε τίποτα.

Ροκ είναι ο Τσαρλς Μπουκόβσκι που απαγγέλει ποιήματα παρέα με δεκάδες μπουκάλια μπύρας δίπλα του σε ένα ψυγειάκι. Απαγγέλει και τα ποιήματά του τρυπάνε στομάχια με τις αλήθειες τους. Είναι ο μουσικός που παίζει με την κιθάρα του κομματάρες μπροστά από τις υπόγειες διαβάσεις του μετρό στην Νέα Υόρκη. Είναι ο υπάλληλος του Δήμου που καθαρίζει την πόλη τα ξημερώματα και γουστάρει την δουλειά του. Ο τυπάκος που βλέπει στον δρόμο ένα σκυλάκι πεινασμένο και του δίνει ένα κομμάτι ψωμί να διασκεδάσει την πείνα του, από το υστέρημά του. Είναι και όλοι όσοι έφτιαξαν αυτή την υπέροχη μουσική που εξέφρασε τελικά την απλότητα. Μεγάλα συγκροτήματα του παρελθόντος και μερικοί ήρωες που ακόμη κρατούν και φτιάχνουν μελωδίες. Το ροκ για να κλείσω ετούτο τον μεγάλο πρόλογο, δεν είναι μια στάμπα πάνω σε μια μπλούζα. Είναι ιδέα και τρόπος ζωής. Κι όπως είπε στην πολυδιασκευασμένη κομματάρα του ο Neil Young.. “rock ‘n’ roll can never die”. Επιτρέψτε μου για το τελευταίο να γουστάρω περισσότερο την live εκτέλεση των Oasis από το Γουέμπλεϊ.

Χθες στο μαγαζί του φίλου μου του Κώστα στο Ξυλόκαστρο έπαιζαν live δύο νεαροί καλλιτέχνες. Δύο κιθάρες, τα ηχητικά και οι σημειώσεις ήταν ολόκληρος ο εξοπλισμός τους. Ο λόγος για τους Δημήτρη Γαλακτόπουλο και Φώτη Πάγκαλο. Ε λοιπόν σας πληροφορώ, πως αυτά τα δύο τυπάκια είναι η αιτία του παραπάνω προλόγου. Και ναι, θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά έμπειρο μουσικά, για να μπορώ να καταλαβαίνω πότε τέτοιοι πρόλογοι μου βγαίνουν εντελώς αυθόρμητα.

Το ροκ που ποτέ δεν πεθαίνει στην χώρα μας κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Είναι η αλήθεια καθώς το βάρος έχει πέσει όπως παρατηρούμε στην “υψηλή” τέχνη του σκυλάδικου. Όμως μέσα στην γενική μουσική κατρακύλα, μπορεί να συναντήσει κανείς φωτεινές εξαιρέσεις. Και στην επαρχία ναι, γιατί όχι; Άλλωστε, όσοι γνωρίζουν καλά τα του ελληνικού εναλλακτικού πενταγράμμου, οι μουσικές επαναστάσεις στο είδος ξεκινούσαν πάντα από την επαρχία.

Δηλώνω φαν του δίδυμου λοιπόν έπειτα από το χθεσινό live που είχα την τύχη να παρευρεθώ. Δηλωνώ επίσης υπερήφανος που πρόκειται για Ξυλοκαστρινούς. Αξίζουν μπράβο βέβαια και στα παιδιά που δίνουν την ευκαιρία για τέτοια events στα καταστήματά τους. Αλλά όταν είσαι τόσο νέος και μπορείς να παρουσιάσεις τόσο καλά πράγματα, με άνεση κιόλας, τότε έχεις πολλά να προσφέρεις στον παρόν και το μέλλον.

Δύο ακουστικές κιθάρες, μια τρομερή φωνή (Δημήτρης Γαλακτόπουλος) κι ένας μάγκας μουσικός (Φώτης Πάγκαλος), ένα μεγάλο και πλούσιο ρεπερτόριο από την εγχώρια και ξένη ροκ σκηνή, φοβερό κέφι και διάθεση, είναι τα συστατικά της επιτυχίας. Κι όμως, με μια κιθάρα φίλοι μου, μπορεί να φτιάξεις σπουδαία πράγματα. Με μια κιθάρα.

Όπου πετυχαίνετε αυτά τα παιδιά να πηγαίνετε να τα ακούσετε. Αξίζουν, χωρίς περισσότερα λόγια. 

 

Γράφει ο Στάθης Ντάγκας

Καλημέρα Ξυλόκαστρο, είναι 2018! Πρωϊνό ξύπνημα, περπάτημα, φωτογραφίες..

Σε λίγο θα φώτιζε, γύρισα να κοιτάξω το ρολόϊ δίπλα στο κομοδίνο, η ώρα μόλις έξι και μισή. Η πρώτη ημέρα του χρόνου παρότι ξεκίνησε με ένα δυνατό ξενύχτι, εορταστικό και χαρούμενο, δεν κατάφερε να διώξει από πάνω μου την δύναμη της συνήθειας, κι έτσι, ως γνήσιος εραστής – θέλοντας και μη- του πρωϊνού ξυπνήματος, “πετάχτηκα στο ταβάνι”.

Είναι η πρώτη ημέρα του χρόνου διάολε, τι καλύτερο από μια πρωϊνή βόλτα στην πόλη μου, αυτή την ώρα θα είναι άδεια, όλοι κοιμούνται έπειτα από το βραδινό γλεντάκι. Κάτσε να πάρω και την φωτογραφική μαζί, θα περπατήσω στα μέρη που αγαπώ περισσότερο από πιτσιρικάς, ευκαιρία είναι.

Βγήκα στον δρόμο κουκουλωμένος και τραγουδούσα το κλασικό τραγούδι για την περίσταση, εκείνο από την μεγαλύτερη μπάντα όλων των εποχών, να ετούτο..

Αισθανόμουν να πετάω…

Η βόλτα μου είχε αρκετές φωτογραφίες. Μα πριν σας τις παρουσιάσω, να πω πως στην παραδίπλα γειτονιά από το σπίτι μου, ο κυρ – Χρήστος είχε ήδη σηκωθεί κι αυτός να πιεί το καφεδάκι του. Από το ραδιόφωνο έπαιζε αυτό:

-Καλημέρα Σταθάκη, καλή χρονιά!

Καλημέρα κυρ- Χρήστο, επίσης, ωραία τραγούδια ακούς σήμερα απάντησα.. Κι έφυγα!

Οι πόλεις λοιπόν, για να μην σας κουράσω περισσότερο και για να δείτε τις φώτο που τράβηξα, οι πόλεις είναι οι άνθρωποι. Μέσα στον χρόνο όμως μαζί με τον άνθρωπο, τα πράγματα, οι δρόμοι, τα παλιά σπίτια, τα αυτοκίνητα, η αλμύρα, παίρνουν ψυχή και είναι σαν να το βλέπει κανείς.

Είτε έτσι είτε αλλιώς, αυτή την πόλη την αγαπάω με λόγο και χωρίς.

Καλημέρα σε όλους, καλή χρονιά με χαμόγελο και υγεία!

Γράφει ο Στάθης Ντάγκας

Φωτογραφίες: Στάθης Ντάγκας

©revista.gr – Ιανουάριος 2018

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την αναγραφή της πηγής.

Πρόσφυγες

Στο πατρικό μου σπίτι, ακούγαμε με τη μάνα μου την είδηση για την «κλοπή» στο θερμοκήπιο και μου αφηγήθηκε τα παρακάτω:

«Εκείνη τη Μεγαλοβδομάδα δεν ετρώαμε σχεδόν τίποτα.
Ούτε χόρτα δεν ήβρισκες, ο κόσμος από την πείνα, τα χωράφια και τα βουνά τάχενε γδάρει.
Ο κύρης μου είχε ένα πρώτο αξάδερφο καλόγερο στους Αγιούς Πατέρες κι από νωρίς το πρωί της ΜεγαλοΔευτέρας, ήφυγε από τον Κοφινά με τα πόδια για να του ζητήσει βοήθεια.
Εκείνος τον πήρε μέσα στο μοναστήρι και τούδωκε κρυφά να φάει μια φουχτιά αμύγδαλα και άλλη μια ξερά σύκα.
Ο κύρης μου τάβαλε στην τσέπη του κι ο αξάδελφος του λέει, όχι εδωνά θα τα φάς.
Βρέ αδερφέ πεθαίνουνε τα παιδιά μου από την πείνα, του λέει εκείνος, όχι του λέει εδωνά θα τα φάς για δώκεμουτα πίσω.
Ο πατέρας μου ήδειασε τις τσέπες του κι από τότε πήγαινε να λειτουργηθεί, μόνο στο Λωβοκομείο στον Αγιο Λάζαρο, στους Αγιούς Πατέρες που αγαπούσε δεν ξαναπάτησε.
Τα μεγάλα μου τα αδέρφια είχανε πάει κι εκείνα στις Σκαρυές, μπας και βρούνε τίποτα τρόφιμα να ανταλλάξουνε με πράματα του σπιτιού μας και με πλάκες σαπούνι, μα εγυρίσανε με άδεια χέρια.
Τη Μεγάλη Τρίτη το βράδυ, εγώ καθόμουνα σε ένα παγκετάκι κι ήβλεπα τη μάννα μου που ψευτομαγείρευε κάτι νερόβραστες λαχανίδες.
Την ώρα εκείνη ήνιωσα μια ζάλη, σα να μέπαιρνε ο ύπνος και μετά άκουσα τη μάννα μου να φωνάζει του πατέρα μου, Κοσμά το Μαρικάκι μας, το χάνομε το παιδί μας.
Εκείνος ήτρεξε σα το λολό δίπλα στη θεία Ελένη και της λέει χάνω το παιδί μου το Μαρικάκι μου, μια μπουκιά φαγάκι μόνο αν σας βρίσκεται.
Ήτανε πολύ περήφανος άθρωπος και μετά απο χρόνια που το λέγαμε, ακόμα εντρεπούντανε και βούρκωνε, μα ήθελε να σώσει το παιδί του.
Του δώκανε μια φουχτίτσα κουκιά και μια δαχτυλήθρα λάδι κι ήρτενε σα να βαστούσε θησαυρό στα χέρια του.
Τα ρίξανε στο βραστό νερό με τις λαχανίδες και όσο επεριμένανε να βράσουνε, εγώ πάλι ελιποθύμισα και μου δώκανε τα κουκιά μισοψημένα στο στόμα και λίγο λαδάκι μαζί για να μην πεθάνω.
Την άλλη μέρα ο πατέρας μου ξημερώματα πήρε τη ραπτομηχανή της μάννας μου «τη κορούλα της», έτσι την έλεγε, να πα να την πουλήσει.
Η μάννα μου την ξεπροβόδισε βουβή και κλαμένη σα νάτανε άνθρωπος.

Το μεσημέρι εγύρισε όλο προφυλάξεις, με ένα μικρό τσουβαλάκι στην πλάτη που βιαστικά τόχωσε κάτω από το κρεββάτι τος.
Την αντάλλαξε για εφτά οκάδες ψίχα αμύγδαλο.
Αγγελική, της λέει, εδώ θα πεθάνομε όλοι από την πείνα, ετοίμασε τα παιδιά ετοιμάσου κι εσύ να πάρομε κατά τα μάτια μας.
Όλη τη Μεγάλη Πέμπτη ετοιμαζούμεστε, καθαρίσαμε το σπίτι, εκάμαμε μπογαλάκια ότι μπορούσε να κουβαληθεί και πήαμε το βράδυ στην εκκλησία, να δούμε το Χριστό που σταυρώνονταν.
Τη Μεγάλη Παρασκευή το πρωί κλείσαμε το σπίτι μας, ρίξαμε τους μπόγους στη πλάτη, η μάννα μου πήρε αγκαλιά το μωρό μας το Ερηνάκι και ξεκινήσαμε.
Από το ξετσούμπι στου Γιοβάνη το αντικρίσαμε για τελευταία φορά, χωρίς να ξέρομε πότε κι αν θα το ξαναβλέπαμε.
Ο κύρης μας είπε πως πάμε σε ένα μοναστήρι που το λένε Μερσινίδι κι ότι να βιαστούμε να φτάσομε πρι να νυχτώσει, για να κοιμηθούμε εκεί.
Εγώ κατά το απογεματάκι πάλι ήπιασα να ζαλίζομαι και να χάνομαι κι ο πατέρας μου άνοιξε το τσουβαλάκι που είχε κρυμμένο κι ήδωκε αμύγδαλα της μάννας μου.
Εκείνη μου μάσησε μερικά και μουτάβαλε στο στόμα και ήπια και λίγο νεράκι και σηκώθηκα πάλι.
Είδανε τα αμύγδαλα και τα αδέρφια μου και θέλανε και κείνα, μα τος λέει ο πατέρας, κάμετε κουράγιο γιατί τα αμύγδαλα είναι η σωτηρία μας, η πληρωμή του ψαρά για να μας πα απέναντι στην Τουρκία να γλιτώσομε.
Εκείνα παρακαλούσανε και τος μοίρασε από πέντε έξη στο καθένα να μην του γκρινιάζουνε.
Όταν μούχρωνε πιά εφτάσαμε στο Μερσινίδι κι όπως είμαστε κατάκοποι και πεινασμένοι στρώσαμε στην αυλή κουβέρτες για να κοιμηθούμε μαζί με άλλους αθρώπους.
Όμως το μωρό ήκλαιε συνέχεια, η μάννα μου τόβαζε στο βυζί, από την πείνα όμως δεν κατήβαζε γάλα και το μωρό δεν ήβρισκε να πιεί.
Οι άλλοι αθρώποι επαραπονιούντανε κι ηλέανε της μάννας μου να το συχάσει για να μη μας προδώκει όλους.
Πρίν το ξημέρωμα μας ξυπνά ο πατέρας μου, σηκωθείτε λέει γρήγορα γιατί μια καλόγρια μούπε ότι μας καταδώκανε, θάρτουνε Γερμανοί στο μοναστήρι για να το ψάξουνε.
Μαζευτήκαμε μάνι-μάνι κι επιάσαμε ένα δρόμο ανηφορικό, νύχτα ώρα ακόμα, να σκοντοβολούμε για να πάμε στη Λαγκάδα, που εκεί θα μας περίμενε ο βαρκάρης για να μας περάσει απέναντι.
Αργά το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, με πολύ κόπο και τη πείνα να μας θερίζει, φτάσαμε στη Λαγκάδα και κρυφτήκαμε σε μια εκκλησούλα εγώ η μάννα μου και τα πέντε αδέρφια μου.

Ο μπαμπάς μου πήαινε να βρεί να κανονίσουνε με το ψαρά πότε να έρτει να μας πάρει.
Εμείς γυρίζαμε γύρω από το τσουβάλι με τα μύγδαλα σα τις μέλισσες στο μέλι και επαρακαλούσαμε τη μάννα μας να μας δώκει από ένα.
Εκείνη ήκλαιγε και μας ήδιωχνε, κάνετε βρε λίγη υπομονή κι άμα ο άθρωπος τα βρεί λειψά στο ζύγι, δε θα μας πάει στη Τουρκία.
Κατά το απόγεμα ελύγισε πια και μας μοίρασε από δυο τρείς φουχτιές, μόνο τσιμουδιά μας λε στο πατέρα.
Μόλις έδυσε ο ήλιος να ο μπαμπάς μου και μας λέει μαζέψτε τα και θα πάμε στον Άγιο Σίδερο να φύγομε από κεί, γιατί τον άθρωπο το κυνηγούνε οι χωριανοί του γιατί λένε πως δε πά εκείνους στη Τουρκία και πά άλλους.
Εμείς επιάσαμε τα κλάματα γιατί άλλο δεν αντέχαμε να πορπατήσομε, μα τι να κάναμε τα μαζέψαμε κακήν κακώς και ξανά πάλι στο δρόμο.
Φτάσαμε στον Άγιο Σίδερο νύχτα πιά και περιμέναμε πάλι κρυμμένοι σε κάτι βράχια.
Σε λιγάκι να ο μπαμπάς μονάχος με το τσουβαλάκι στο χέρι.
Τι είναι χριστιανέ μου, του κάμνει η μάννα μου; Τάβρενε λειψά τα αμύγδαλα στο ζύγι και δε θέ να μας πα.
Εσηκώθηκε τότε η κυρά Αγγελικώ αφιονισμένη, πήρε τα αμύγδαλα από τα χέρια του μπαμπά μου κι ετρέξαμε όλοι από πίσω της.
Ο ψαράς τοιμαζότανε για να γυρίσει στο χωριό κι άμα μας είδε όλους μαζί να τρέχομε απάνω του ετρόμαξε.
Τον ήπιασε η μάννα μου, άθρωπος βρε του λέει δεν είσαι σύ, παιδιά δεν έχεις, το πόνο δε το ξέρεις ,για πέντε αμύγδαλα θα μας αφήκεις να πεθάνομε το βαστά η καρδιά σου;
Εκείνος της λέγει άλλα συμφωνήσαμε κυρά μου, κι εγώ έχω παιδιά και θέλω να τα ζήσω κι άμα με πιάσει η καταδίωξη με σας, στο τοίχο θα με στήσουνε οι Γερμανοί, το κεφάλι μου παίζω.
Η μάννα μου ήπιασε να γόζεται, να κλαι και να σουρομαδιέται, θα μας πας του φώναζε, σπλαχνίσου τα παιδιά, πάρε μόνο τα παιδιά κι άσε εμάς εδώ, γλίτωσέ μας, θα πεθάνουνε όλα δε τα λυπάσαι;
Ήπεσε στα πόδια του μπροστά και του βαστούσε τα γόνατα κι πατέρας τη τραβούσε από τη μέση και τη παρακαλούσε να σηκωθεί.
Στο τέλος ο ψαράς ελύγισε και μας ήβαλε σε ένα βαρκάκι που χωρούσανε δυο, άντε τρεις αθρώποι, εμείς ήμπαμε εφτά, με το μωρό οχτώ.
Ήκατσε στο κουπί και σιγά-σιγά ανοιχτήκαμε και βλέπαμε πίσω μας κάτι φωτάκια στη στεριά ίσα που φέγγανε, ο ένας πάνω στον άλλο γιατί κρυώναμε, μα και το βαρκάκι ίσα που μας χωρούσε.
Άμα κουραζότανε ο ψαράς το κουπί τόπιανε ο κύρης μου και μετά αλλάζανε πάλι.
Στα μισά του μπουγαζιού ήβαλε να φυσά και το βαρκάκι που ήτανε μέχρι τα μπούνια φορτωμένο ήπιασε να κάμνει νερά.
Ο ψαράς μας ήδωκε κάτι τενεκεδάκια από κονσέρβες και κουρέλια και πιάσαμε όλοι μαζί να βγάζομε θάλασσα.
Όλο το βράδυ αυτή η δουλειά, είμαστε όλοι μούσκεμα και τρέμαμε κι ο αέρας και το κύμα δε θέλανε να πέσουνε.
Η μάννα μου ήκαμνε τη προσευχή της κι ήλεγε, καλέ Χριστέ μου που σήμερα αναστήθηκες, σώσε εμάς και τα παιδάκια μας, κάμε να πατήσομε χώμα και θα ανάβω τα καντήλια στον Άγιο Μαθαίο όσο ζώ.
Τα ξημερώματα πιά είδαμε κοντά μας μια στεριά, μια μικρή παραλία ήτανε, που στο τελείωμα της πρασινίζανε συκιές και ελιές.
Βγήκαμε από τη βάρκα τουρτουρίζοντας και φιλούσαμε το χώμα και η μάννα μας ήβαλε να ψάλλομε όλοι μαζί το Χριστός Ανέστη. Μετά ο ψαράς ήβγαλε ένα μικρό σακκούλι με αμύγδαλα και μας τα μοίρασε κι ο πατέρας ήναψε μια μικρή φωτιά να στεγνώσομε τα ρούχα μας.

Τσαντιρώσαμε όξω από το Τσεσμέ για μερικές μέρες και μετά ήρθανε και μας πήρανε για τους κλιβάνους, που μας κλιβανίσανε τα ρούχα μας και μετά επλύνανε κι εμάς ,για να μπούμε στο τραίνο.
Στο τραίνο όταν εμπήκαμε μας μοιράσανε ψωμί κι ελιές και γώ θυμούμαι που όλοι κλαίγαμε και φιλούσαμε το ψωμάκι, γιατί είχαμε μήνες να το φάμε.
Μετά από μέρες εφτάσαμε σε ένα σταθμό μας περιμένανε με μεγάλα καζάνια, πούχανε βρασμένα κάτι ωραία αφράτα ροβύθια, που πλέανε στο λαδάκι και ψωμί να φάμε όσο θέμε.
Μας δώκανε και χουρμάδες που εγώ εν είχα ξαναφάει και καταγλυκάθηκα.
Ρώτησα το κύρη μου ποιο μέρος είναι τούτο και μούπενε.
Χαλέπι παιδί μου το λένε, Χαλέπι, στη Συρία είμαστε, σωθήκαμε».

Γράφει ο Κοσμάς Τσόλας

Πηγή: aplotaria.gr

Το ολέθριο τίμημα που πληρώνουμε για να μυρίζουν όμορφα τα ρούχα μας

Χρησιμοποιείτε μαλακτικό ρούχων; Αν η απάντησή είναι ναι, τότε θα απογοητευτείτε, γιατί θα διαπιστώσετε ότι πληρώνετε υψηλό τίμημα για να μυρίζουν όμορφα τα ρούχα σας. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι διαφημίσεις μαλακτικών ρούχων συχνά απεικονίζουν μια εικόνα άνεσης, φρεσκάδας και γλυκύτητας. Όμως, η πραγματική και άσχημη αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα μαλακτικά υφασμάτων περιλαμβάνουν έναν μακρύ κατάλογο γνωστών τοξινών και χημικών ουσιών, οι οποίες μπορούν να εισχωρούν στο σώμα σας μέσα από το δέρμα, αλλά και μέσω της εισπνοής, προκαλώντας ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων υγείας, ιδιαίτερα στα μικρά παιδιά. Τα μαλακτικά ρούχων αποτελούνται από ολέθριο συνδυασμό χημικών ουσιών και βαριάς δόσης αρώματος.

Τα αρωματικά χημικά είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αφαιρεθούν, επειδή έχουν σχεδιαστεί να προσκολλώνται στο ύφασμα έτσι ώστε το άρωμα να μένει στα ρούχα. Αυτό ονομάζεται «ουσιαστικότητα αρώματος», το οποίο περιγράφει το πόσο καιρό ένα άρωμα διαρκεί επί μία συγκεκριμένη επιφάνεια και πώς επηρεάζεται από τη θερμοκρασία, την υγρασία και άλλες συνθήκες.

Αυτά είναι τα πιο κοινά τοξικά χημικά, τα οποία βρίσκονται σε όλα τα μαλακτικά ρούχων:

Α-τερπινεόλη: αυτό είναι ένα επικίνδυνο τοξικό χημικό, το οποίο μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα υγείας, όπως: ζάλη, πονοκεφάλους, πείνα, απώλεια μνήμης, μούδιασμα στο πρόσωπο, πόνο στον αυχένα και στην σπονδυλική στήλη.

Βενζυλικό Οξικό Άλας: είναι μια τοξική ουσία, η οποία έχει συνδεθεί με τον καρκίνο του παγκρέατος. Οι αναθυμιάσεις μπορούν να προκαλέσουν ερεθισμό στα μάτια και στο αναπνευστικό και η ουσία αυτή μπορεί επίσης να απορροφηθεί και από το δέρμα.

Βενζυλική Aλκοόλη: H βενζυλική αλκοόλη μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα υγείας, όπως: διαταραχές του κεντρικού νευρικού συστήματος, κεφαλαλγία, ναυτία, έμετος, ζάλη και δραματική μείωση της αρτηριακής πίεσης.

Χλωροφόρμιο: Είναι μία ισχυρή καρκινογόνος νευροτοξίνη και μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα υγείας, όπως: απώλεια της συνείδησης, ναυτία, κεφαλαλγία, έμετο, ή/και ζάλη, υπνηλία.

Λιναλοόλη: Eίναι ένα ναρκωτικό, το οποίο είναι γνωστό ότι προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα και τη λεγόμενη «απώλεια συντονισμού των μυών». Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγετε τα μαλακτικά ρούχων, και να χρησιμοποιείτε φυσικές εναλλακτικές λύσεις που είναι ασφαλέστερες και πιο αποτελεσματικές.

Φτιάξτε σπιτικό μαλακτικό ρούχων με αιθέρια έλαια:

Υλικά: 1 λίτρο νερό Μισό λίτρο άσπρο ξύδι 250 γρ. σόδα μαγειρικής 20 σταγόνες αιθέριο έλαιο (γεράνι ή λεβάντα ή tea tree ή λεμόνι ή ευκάλυπτο ή πράσινο μήλο ή ότι άλλο προτιμάτε ) – βάλτε περισσότερες σταγόνες αν θέλετε πιό δυνατή μυρωδιά. Οδηγίες παρασκευής: Μέσα σε ένα δοχείο, στο νεροχύτη της κουζίνας, αναμίξτε σιγά σιγά όλα τα υλικά. Το μείγμα θα αφρίσει και στη συνέχεια θα κατακάτσει. Χύστε το μέσα σε ένα πλαστικό μπουκάλι με καπάκι. Προσθέτετε 1/4 κούπας (60 ml) μίγματος στο τελευταίο ξέβγαλμα ή τοποθετήστε το από την αρχή στην υποδοχή του μαλακτικού στο πλυντήριό σας. Τέλος να τονίσω οτι το ξύδι λειτουργεί και ως αποσκληρυντής του νερού αλλά και καθαρίζει το πλυντήριο μας απο άλατα και υπολείμματα σαπουνιών παλαιότερων πλύσεων! Μαζί με την σόδα είναι ότι καλύτερο για την απολύμανση και τον καθαρισμό του πλυντηρίου!!!

Μην ξεχνάτε να ανακατεύετε καλά πριν κάθε χρήση Και μην ξεχνάτε περιβαλλόμαστε από απίστευτο αριθμό χημικών ακόμη και μέσα στο ίδιο μας το σπίτι, πράγμα που είναι φυσικό και επόμενο να έχει πολύ δυσάρεστες συνέπειες για την υγιεία μας

Πηγή: healthylifetricks.com Επιμέλεια/Απόδοση: AdRianna Gkika για τα proionta-tis-fisis.com

Star Wars: The Last Jedi ~ Κριτική ταινίας

Έτος: 2017

Σκηνοθεσία: Rian Johnson

Πρωταγωνιστούν: Mark Hamill, Carrie Fisher, Adam Driver, Daisy Ridley

Διάρκεια: 2ω 32λ

 

Το The Last Jedi είναι το 8ο επεισόδιο της πασίγνωστης κινηματογραφικής σειράς επιστημονικής φαντασίας Star Wars, η οποία ξεκίνησε το 1977, από τον σεναριογράφο και σκηνοθέτη George Lucas, με την ταινία Star Wars, όπου αργότερα έφερε τον τίτλο Star Wars: Episode IV – A New Hope. Το όραμά του πέρασε από έναν Γολγοθά ατυχιών και έλλειψης υποστήριξης από το studio, μιας και κανείς δεν πίστευε ότι θα πετύχει. Προβλήθηκε σε λιγοστούς κινηματογράφους αλλά αυτό δεν εμπόδισε την τεράστια επιτυχία του.

Εξελίχτηκε σε κινηματογραφικό και εμπορικό φαινόμενο, ενώ ενέπνευσε δυο συνέχειες, τα Episode V – The Empire Strikes Back (1980) και Episode VI – Return of the Jedi (1983), μια prequel τριλογία με τα Episode I – The Phantom Menace (1999), Episode II – Attack of the Clones (2002) και Episode III – Revenge of the Sith, video games, animation σειρές, βιβλία και comics. Το 2015 ξεκίνησε μια νέα τριλογία, συνέχεια της ιστορίας της πρώτης, με τίτλο Star Wars: Episode VII – The Force Awakens, η οποία σημείωσε μεγάλη επιτυχία, αν και το σενάριό της είχε αντιγράψει σε μεγάλο βαθμό αυτό του Episode IV. Το 2016 κυκλοφόρησε το Rogue One, το οποίο διαδραματίζεται ανάμεσα στα Episode III και Episode IV, εξηγώντας κάποια σημαντικά πράγματα που προκαλούσαν απορίες για το Episode IV, με αποτέλεσμα να είναι μια σημαντική ταινία και όχι μια απόπειρα εμπορικής εκμετάλλευσης του ονόματος Star Wars.

Και έρχεται το πολυαναμενόμενο The Last Jedi, σε σενάριο και σκηνοθεσία του ανερχόμενου Rian Johnson, το οποίο καταφέρνει να γίνει ένα από τα καλύτερα του franchise. Το Πρώτο Τάγμα κυνηγά τα σκάφη των επαναστατών, οι οποίοι, λιγοστοί πια, προσπαθούν να διαφύγουν. Η Rey βρίσκεται στο νησί Ahch-To με τον Luke Skywalker, προσπαθώντας να τον πείσει να την εκπαιδεύσει, ενώ αυτή ταυτόχρονα επικοινωνεί με τον Kylo Ren μέσω τηλεπαθητικών οραμάτων.

Το σενάριο είναι πολύ καλό με ωραίες ιδέες και ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις με μετριασμένο, καλό και έξυπνο χιούμορ, ενώ εμβαθύνει και στους χαρακτήρες των πρωταγωνιστών, κυρίως του Luke και του Kylo Ren. Πρωτοτυπεί, αποκαλύπτοντας καινούρια και σημαντικά πράγματα, όχι μόνο για την ίδια την ταινία αλλά και το γενικότερο κινηματογραφικό σύμπαν του Star Wars, που δεν έχουν ξαναδείξει οι παλαιότερες ταινίες. Η πλοκή χωρίζεται σε δύο ιστορίες, αυτή των επαναστατών που καταδιώκονται από το Πρώτο Τάγμα και αυτήν της Rey, του Luke και του Kylo Ren, που εκτυλίσσονται παράλληλα και δένουν αρμονικά όλο και περισσότερο όσο η ταινία πλησιάζει στο τέλος της, ώστε να οδηγήσουν σε ένα αρμονικό, έξυπνο και εξαιρετικό αποκορύφωμα.

Η ιστορία των επαναστατών δεν διαφέρει σαν γενική ιδέα από τις υπόλοιπες που έχουμε δει παλαιότερα, παρόλα αυτά έχει κάποια αρκετά ενδιαφέρουσα και καινούρια στοιχεία σχετικά με τους χαρακτήρες της. Η ιστορία της Rey και του Luke είναι αυτή που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, καθώς εκεί συναντώνται και οι περισσότερες πρωτοτυπίες που προανέφερα. Η σκηνοθεσία εξαιρετική. Η ικανότητα του Rian Johnson φαίνεται από την πρώτη κιόλας σκηνή δράσης, με τα όμορφα και σχετικά σταθερά πλάνα του.

Η κάμερα εστιάζει σε σημαντικά πράγματα με ουσία και νόημα, καθοδηγώντας σωστά το μάτι του θεατή. Προσφέρει πολλές αξιοθαύμαστες και εντυπωσιακές σκηνές με σταθερά και μακρινά πλάνα, δημιουργώντας όμορφες, καλλιτεχνικές, στιγμιαίες εικόνες με εντυπωσιακά χρώματα, κυρίως στο τέλος, ενώ υπάρχει μια η οποία πραγματικά κλέβει την παράσταση. Πολύ καλή φωτογραφία που ταιριάζει άψογα με τον τόνο της ταινίας και βοηθάει με τα χρώματα, αλλά και το φως, στην δημιουργία των εξαιρετικών προαναφερθέντων εικόνων.

Βαθιές και συναισθηματικές ερμηνείες κυρίως από τους Mark Hamill (Luke Skywalker), Adam Driver (Kylo Ren) και Daisy Ridley (Rey). Ο Andy Serkis (Snoke) για άλλη μια φορά ζωντανεύει με μεγάλη επιτυχία έναν CGI χαρακτήρα. Εξαιρετικοί και οι Carie Fisher (Leia Organa) και John Boyega (Fin). Η μουσική καταπληκτική και κλασική όπως πάντα από τον θρύλο John Williams, ενώ τα πρακτικά εφέ και το CGI είναι εξαιρετικά.

Το The Last Jedi είναι ένα καλλιτεχνικό υπερθέαμα, ένα στολίδι για τη σειρά Star Wars αλλά και μια προσωπική επιτυχία του Rian Johnson. Μια ταινία που έχει να προσφέρει πολλά σε όλες τις κατηγορίες της και δεν χρησιμοποιεί το όνομά της μόνο και μόνο για να τραβήξει τον κόσμο στις αίθουσες. Άξιο απορίας οι αρκετές αρνητικές αντιδράσεις του κοινού.

Κριτική: 9/10

Γράφει ο Δημήτρης Αδαλάκης

 

Μια (σχεδόν) χριστουγεννιάτικη ιστορία

Στις 9 Μαΐου του 2007, στο χωριό Πατόκ, στα βουνά της Αλβανίας, ένας λύκος πιάστηκε αιχμάλωτος.
Για να τον ταΐσουν αποφάσισαν να του δώσουν να φάει ένα γέρικο ταλαιπωρημένο γαϊδουράκι.
Το γαϊδουράκι ήταν παρατημένο από τους ιδιοκτήτες του, σε ένα μικρό βρόμικο χώρο, γιατί τους ήταν πλέον άχρηστο.

Αυτό που ακολούθησε ήταν εκπληκτικό!
Τα δυο ζώα – αιχμάλωτα και τα δύο των ανθρώπων – έκαναν κάτι απρόσμενο:

Ο λύκος κοίταξε τα μάτια του γαϊδουράκου, ο γαϊδουράκος τα μάτια του λύκου, και από τότε έγιναν οι καλύτεροι φίλοι!

Σε έναν κόσμο που κυριαρχεί η απληστία, η κακία και ο ανταγωνισμός μεταξύ των ανθρώπων, τα ζώα αυτά έδωσαν ένα μάθημα αλληλεγγύης και συντροφικότητας απέναντι στον κοινό δυνάστη.

Δεν θέλουμε, όμως, να σας κρατάμε σε αγωνία, μέρες που είναι.
Η (σχεδόν) χριστουγεννιάτικη ιστορία μας έχει ευτυχισμένο τέλος: Σύντομα το νέο εξαπλώθηκε και η ιστορία πήρε μεγάλη δημοσιότητα στα αλβανικά αλλά και στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Μαζεύτηκαν υπογραφές και χιλιάδες άνθρωποι ζήτησαν να απελευθερωθούν τα δυο ζώα, πράγμα που έγινε μετά από την μεγάλη πίεση που ασκήθηκε.

Ο γαϊδουράκος περνά τώρα την ζωή του σε ένα καταπράσινο λιβάδι.
Οι χωρικοί λένε πως, μερικές φορές, όταν πέφτει το σούρουπο, ο λύκος κατεβαίνει από το βουνό για να τον δει.
Όλοι εμείς, που ξέρουμε την αξία της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας, τους πιστεύουμε.

epitropiygeiasattikislae.wordpress.com

Στα λευκά η ορεινή Κορινθία

Τα πρώτα χιόνια “της προκοπής” αν μπορούμε να δανειστούμε την έκφραση έπεσαν στην Ορεινή Κορινθία. Σε λευκό κλοιό οι ορεινές περιοχές του Νομού αφού από χθες ήδη ο καιρός είχε αγριέψει για τα καλά. Κρίνεται συνετό λοιπόν να επιδείξουμε την δέουσα προσοχή στις μετακινήσεις μας, είτε επισκεφτούμε αυτές τις περιοχές είτε διαμένουμε μόνιμα εκεί. Το χιόνι είναι όμορφο, παραμυθένιο, αλλά και άκρως επικίνδυνο.

Μεγάλη προσοχή και να περάσετε όμορφα!

Ανήκω στην άδεια γενιά και…

Υπάρχει ένα ανέκδοτο όπου κάποιος ταλαίπωρος ανθρωπάκος προσκαλείται να συμμετάσχει σε πολυπληθές σεξουαλικό event. Σβήνουν τα φώτα, αρχίζει η δράση και κάθε λίγο ακούγεται η παράκληση του ανθρωπάκου: «παιδιά, να οργανωθούμε». Ξανά και ξανά το ίδιο μέχρι που πλέον ο ανθρωπάκος απηυδισμένος φωνάζει: «να οργανωθούμε ρε παιδιά γιατί έχω φάει τρεις και δεν έχω ρίξει κανέναν!» Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που μού ήρθε στο μυαλό διαβάζοντας κάτι θεωρίες που διατείνονται οτι το punk ξεκίνησε στα μέσα του ’60 (!!!) ή άλλες θεωρίες που ανακαλύπτουν την απαρχή του ελληνικού ροκ στα μέσα της Γερμανικής Κατοχής (!!!!) Επειδή εγώ αυτή τη μουσική την ακούω κάποια χρόνια κι έχω αρχίσει να φοβάμαι οτι, έτσι όπως πάει, σε λίγο θα βρεθώ στα σκαλιά της Επιδαύρου να παρακολουθώ την αναβίωση του Αισχύλου του πρωτο-ρόκερ, μια ανάγκη «να οργανωθούμε ρε παιδιά», τη νιώθω επιτακτικά όσο να πεις!

Για να γίνει αυτό θα πρέπει να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα, σε επίπεδο ορισμών (που λένε και οι επιστήμονες) προκειμένου να συνεννοηθούμε καλύτερα. Λέω λοιπόν οτι είναι γενικότερα παραδεκτά τα εξής:

1.Η μουσική είναι μία (κι ο μπακλαβάς, γωνία). Ξεκίνησε όταν κάποιος πρωτόγονος απελπισμένος από την έλλειψη θηραμάτων (ή χαρούμενος επειδή είχε εξασφαλίσει τροφή για την οικογένειά του, οι απόψεις διίστανται) πήρε να κοπανάει την κεφάλα του στον τοίχο της σπηλιάς κι έτσι ανακάλυψε τον ρυθμό. Από εκείνο το πρώτο secret gig πέρασαν πολλοί αιώνες και η μουσική εξελίχθηκε μέσα από συνεχείς ασυνέχειες. Αν λοιπόν αρχίσεις να ξετυλίγεις το κουβάρι των ομοιοτήτων προς τα πίσω δεν σταματάς πουθενά.

2.Τα μουσικά ρεύματα μπορούν να διακριθούν (χοντρικά) σε δυο κατηγορίες: α) αυτά στα οποία η μουσική παίζει τον κυρίαρχο ρόλο ενώ η κοινωνική θέση των θιασωτών είναι σε δευτερεύουσα μοίρα (π.χ. disco) και β) σε αυτά που η κοινωνική θέση των θιασωτών του ρεύματος καθορίζει το μουσικό ιδίωμα (π.χ. punk).

Όλοι ξέρουμε την ιστορία με την εξέλιξη (μετατροπή) των blues  σε rock ‘n’ roll μέσω της οικειοποίησης του συγκεκριμένου ήχου από τους λευκούς της Αμερικής και, φυσικά, κανένας δεν ισχυρίζεται οτι ο Robert Johnson, ας πούμε, υπήρξε ο πρώτος ροκενρόλερ παρ΄όλο που τα ακόρντα των τραγουδιών του μοιάζουν αρκετά με τα κλασικά rock ‘n’ roll ακόρντα. Αυτό συμβαίνει επειδή (πέραν της διαφοροποίησης λόγω και της  εξέλιξης των μουσικών οργάνων) υπάρχουν διακριτές διαφορές μεταξύ των μαύρων μουσικών της blues και των λευκών μουσικών του rock ‘n’ roll. Οι πρώτοι, ας πούμε, τραγουδάνε για φυλετική καταπίεση όσο οι δεύτεροι αναφέρονται στη διαγενεακή (ηλικιακή) καταπίεση.

Ας πάμε τώρα στο μουσικο-κοινωνικό κίνημα του τέλους της δεκαετίας του ’70 το οποίο ονομάστηκε punk. Κι εφόσον δίπλα στο «μουσικό» κοτσάραμε και το «κοινωνικό» είμαστε υποχρεωμένοι να αναφέρουμε τις συνθήκες γέννησής του και στα δυο επίπεδα.

Λίγη ιστορία λοιπόν…

Ήταν τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και η πρωτοπορία είχε γονατίσει. Το 1974 η Αμερική συγκλονίζεται από το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ κι ένας εξευτελισμένος Νίξον παραχωρεί τη θέση του στον άχρωμο, άοσμο, Τζέραλντ Φορντ. Ο Ψυχρός Πόλεμος και η πετρελαϊκή κρίση τρομοκρατούν ακόμα τους φιλήσυχους πολίτες, το Βιετνάμ είναι μια ανοιχτή πληγή που ξεβράζει απόκληρους κι «αγριεμένους ανάπηρους που επιστρέφουν από τροπικά κλίματα» στη χώρα.
Στους σινεμάδες παίζεται ο Νονός, ο Εξορκιστής, το Καμπαρέ κι ο Σέρπικο.  Έχουν περάσει κάμποσα χρόνια από το σημαδιακό 1968, οι yippies έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα έξω από το Συνέδριο των Δημοκρατικών στο Σικάγο, οι Μαύροι Πάνθηρες έχουν λυγίσει κάτω από τις συνεχείς διώξεις και οι χίπις είναι απόντες, χαμένοι σε παραισθησιογόνους παραδείσους. «Το κύμα», όπως το περιγράφει ο Hunter S. Thompson «έχει σκάσει στην έρημο της Νεβάδα κι αν κοιτάξεις από συγκεκριμένο ύψωμα θα δεις τα σημάδια που άφησαν τα απόνερά του στην ξεραμένη άμμο».

Συγκροτήματα AOR όπως οι Chicago, America, Bad Company, Guess Who κυριαρχούν στη σκηνή δίπλα στους Rolling Stones, Pink Floyd, Lynyrd Skynyrd αλλά και τον Bob Marley. Ο Βασιλιάς Elvis είναι ακόμα ζωντανός και εξευτελίζεται περιφερόμενος στα πανηγύρια των Καζίνο του Λας Βέγκας.

 Ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ’60 (και την παρακμή του ψυχεδελικού ροκ) έχουν προκύψει τα εικονοκλαστικά σχήματα των Stooges με τον Iggy Pop, των εμβληματικών Suicide, των προβοκατόρικων New York Dolls και των εκρηκτικών Ramones. Ήταν η αρχή της αντίδρασης απέναντι στο βαλτωμένο ροκ που έδειχνε να έχει χάσει τα ερείσματά του στο ανήσυχο κομμάτι της νεολαίας. Και αυτά τα συγκροτήματα υπήρξαν οι προάγγελοι του punk. Χρόνια αργότερα, το 2008, ο Alan Vega σχολίαζε σχετικά: «Εκεί που μεγάλωσα, φίλε, στο Μπρούκλιν, όταν έλεγαν κάποιον punk εννοούσαν οτι ήταν χέστης, ξέρεις, ο τύπος που την κοπάναγε από τους καυγάδες. ‘Είσαι punk, είσαι κότα, είσαι ένα τίποτα’. Τώρα αυτό έχει παραφραστεί και σημαίνει οτι είσαι σκληρός τύπος. Ποια επανάσταση, πλάκα κάνεις; Έτσι λοιπόν, μου άρεσε η λέξη και χρησιμοποίησα τον όρο ‘μαζική punk μουσική’ προσπαθώντας, σχεδόν ακούσια, να της αλλάξω νόημα. Ώσπου ξύπνησα ένα πρωί και ο όρος ‘punk’ ήταν παντού. Τότε έχασε κάθε νόημα για μένα. Κάποιος είπε οτι οι Suicide ήταν το απόλυτο punkσυγκρότημα επειδή μέχρι και οι punks μας μισούσαν». Αν η νοοτροπία των Suicide ήταν προϊόν της ίδιας αντίδρασης που δημιούργησε το punk κίνημα σαν αναγκαιότητα, όμως χρειάστηκε να έρθει ο Richard Hell με τους Voidoids, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 για να δώσει μια πρώτη ταυτότητα στο καινούργιο αυτό ρεύμα. Το «Blank Generation» με στίχους όπως: «Ανήκω στην άδεια γενιά και/ μπορώ να το πάρω ή να το αφήσω κάθε φορά/ ανήκω στην ……….. γενιά» ξεκαθάριζε τη θέση όσων υπερασπίζονταν το δικαίωμά τους να μην έχουν θέση.

 

Στην Αγγλία, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, τα πράγματα δεν ήταν πολύ καλύτερα. Μια αγάμητη με κόμμωση σεσουάρ κερδίζει την αρχηγία του Συντηρητικού Κόμματος από τον Έντουαρντ Χηθ και ετοιμάζεται να κυβερνήσει. Το όνομα αυτής: Μάργκαρετ Θάτσερ. Οι ανθρακωρύχοι πετυχαίνουν την τελευταία τους πύρρειο νίκη απέναντι στην κυβέρνηση των Εργατικών, ο IRA συνεχίζει να μάχεται, ο χουλιγκανισμός στα αγγλικά γήπεδα μεγαλουργεί, το Εθνικό Μέτωπο διαδηλώνει κατά της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και ένας προπονητής που διώχθηκε σαν αποτυχημένος από την Derby County αναλαμβάνει μια ομάδα δεύτερης εθνικής, ο προπονητής ονομάζεται Brian Clough και η Νότινγχαμ Φόρεστ στα επόμενα χρόνια θα κάνει μια τρελή κούρσα ανεβαίνοντας κατηγορία και φτάνοντας στην κατάκτηση δυο συνεχόμενων κυπέλλων πρωταθλητριών Ευρώπης.

 

Στο πολιτιστικό επίπεδο κυριαρχεί το χιούμορ-οδοστρωτήρας των Monty Python, οι LedZeppelin επιστρέφουν για να δώσουν τη μεγάλη συναυλία τους στο Earls Court, οι Queenκυριαρχούν στα Charts και όλα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Είναι η αρχή μιας κοινωνικής και πολιτιστικής κρίσης η οποία θα κορυφωθεί (χρόνια αργότερα) με τον Πόλεμο στα Φώκλαντ.

Σε αυτό το σκηνικό ο Malcolm McLaren, ένας αποτυχημένος Καταστασιακός που δεν κατάφερε να πάει στο Παρίσι για να συμμετάσχει στα γεγονότα του Μάη του ’68 ανοίγει τη μπουτίκ Let it Rock, μαζί με τη Vivian Westwood. Πουλάνε ρούχα για ροκαμπιλάδες αλλά σύντομα αποφασίζουν οτι η συγκεκριμένη πελατεία φέρνει περισσότερα προβλήματα από κέρδη. Τον Αύγουστο του 1973, συμμετέχουν σε μια έκθεση ρούχων στη Νέα Υόρκη και γνωρίζονται με τους New York Dolls, o McLaren αποφασίζει να τους μανατζάρει και παράλληλα μετονομάζει τη μπουτίκ σε Too fast to live too young to die. Το μανατζάρισμα των New York Dolls είναι μια ακόμα αποτυχία αλλά πλέον  η μπουτίκ έχει στραφεί στον σχεδιασμό προβοκατόρικων ρούχων με σφυροδρέπανα κι αλλάζει όνομα για μια ακόμα φορά, τώρα το μαγαζί ονομάζεται SEX και κυκλοφορεί βινύλ ρούχα με σαφείς αναφορές στον σαδομαζοχισμό.

Το καλοκαίρι του 1975 ο McLaren ψήνει δυο νεαρούς που συχνάζουν στο μαγαζί του, τον Paul Cook και τον Steve Jones, να φτιάξουν συγκρότημα μαζί με τον Glen Matlock που δουλεύει ήδη στην μπουτίκ και γράφει μουσική. Στην αρχή χρησιμοποιούν τον WallyNightingale στη δεύτερη κιθάρα και στα φωνητικά μέχρι που ο Bernie Rhodes (ο μετέπειτα μάντατζερ των Clash) εντοπίζει έναν νεαρό με πορτοκαλί μαλλιά ο οποίος κυκλοφορεί φορώντας μπλούζα των Pink Floyd (στην οποία τα μάτια των μελών του γκρουπ έχουν ξεβαφτεί κι από πάνω έχει γραφτεί ένα μεγάλο hate). Ο μύθος λέει οτι ο συγκεκριμένος νεαρός συνήθιζε να κλέβει ρούχα από τη μπουτίκ κι ο McLaren του υπόσχεται οτι αν προβάρει με το συγκρότημα που φτιάχνει θα έχει όσα ρούχα θέλει δωρεάν. Ο νεαρός ονομάζεται John Lydon και, μετά από πολλές αντιρρήσεις, πείθεται να τραγουδήσει το «I’meighteen» τού Alice Cooper, σύντομα αλλάζει το όνομά του σε Johnny Rotten (λόγω της κατάστασης των δοντιών του) και η δημιουργία των Sex Pistols είναι γεγονός. Η εκτόξευση του γκρουπ στη μουσική σκηνή της Αγγλίας είναι θέμα μηνών, ο McLaren πείθει τον Jones να σταματήσει να μαϊμουδίζει στο παίξιμο του Pete Townshend και τους υπόλοιπους να υιοθετήσουν ένα εξωφρενικά νιχιλιστικό στυλ, ο βασικός συνθέτης του γκρουπ, ο GlenMatlock, απομακρύνεται επειδή το ύφος του δεν ταιριάζει με την εικόνα των υπολοίπων κι ο Sid Vicious παίρνει τη θέση του οριστικοποιώντας το στίγμα της συγκεκριμένης μπάντας. «Το ροκ είναι εξ΄ορισμού η μουσική των νέων, σωστά; Αλλά πολλά παιδιά αισθάνονται εξαπατημένα. Νιώθουν οτι ένα ηλικιακό κοινό άνω των 25 τούς έχει κλέψει τη μουσική τους», λέει ο McLaren.

Το συγκρότημα δίνει επεισοδιακές συναυλίες διακηρύσσοντας τον θάνατο του παρηκμασμένου ροκ και λειτουργεί αφυπνιστικά, δημιουργώντας ένα ολόκληρο κίνημα από οργισμένους πιτσιρικάδες και μουσικούς που βλέπουν μια διέξοδο από την μουσική απεραντολογία που κατακλύζει τη ροκ σκηνή και απαγορεύει τη συμμετοχή στο πάρτι εφόσον δεν διαθέτεις πανάκριβο εξοπλισμό και αξιοζήλευτη εκτελεστική ικανότητα. Η εμφάνιση στο σόου του, εμφανώς μεθυσμένου, Bill Grundy, κάνει γνωστό το συγκρότημα σε όλη τη χώρα και το εξώφυλλο της Daily Mirror που ακολουθεί με πηχυαίο τίτλο «The Filth and the Fury» , περιέχει εκτός των άλλων το ερώτημα «Who are these punks?» Το καινούργιο κίνημα είναι εδώ και έχει όνομα –οι Sex Pistols αποδέχονται με χαρά τον προσβλητικό χαρακτηρισμό «punks» και αξιοποιούν στο μέγιστο την δημοσιότητα που κέρδισαν από τα κουτσομπολίστικα έντυπα. Μέσα στα, μόλις, 3 χρόνια της ύπαρξής τους σαν συγκρότημα καταφέρνουν να αλλάξουν την πορεία της ροκ μουσικής και να αυτοκαταστραφούν μεγαλοπρεπώς.

 

Το punk κίνημα άνθησε μέσα σ΄αυτό το διάστημα, από το 1975 ως το 1978 και παρήκμασε μέχρι τα τέλη του 1979.Φτάνει μόνο η καταγραφή των συγκροτημάτων που σχηματίστηκαν σε αυτή την τετραετία για να φανεί η σημασία της για τη μουσική σκηνή. Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν οι: Clash, Damned, Buzzcocks, Stiff Little Fingers, Stranglers, Jam, Siouxsie and the Banshees, Cure, Joy Division, Fall, Generation X, Crass, Ray Spexαπό την πλευρά της Αγγλίας και Blondie, Talking Heads, Television, Dead Kennedys , Black Flag από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Στη δεκαετία του ’80 το punk εξαπλώθηκε (δυστυχώς, αφού είχε ολοκληρώσει τον κύκλο του) σε όλον τον κόσμο και εξελίχθηκε σε ένα μουσικό είδος χωρίς φαντασία αφήνοντας χώρο μέχρι και στους φασίστες (Oi!) να το αλώσουν. Τα συγκροτήματα που δημιούργησαν το punkμετατράπηκαν σε κάτι διαφορετικό που μόνο χρονικά μπόρεσε να προσδιοριστεί ως newwave ή post punk.

Αυτή ήταν η σύντομη ιστορία ενός κινήματος που προτίμησε «να καεί παρά να ξεθωριάσει».

Αν ήθελε κανείς να συνοψίσει τα χαρακτηριστικά του punk κινήματος θα έπρεπε να συμπεριλάβει, απαραίτητα, τα εξής:

-«Αν μπορώ να το κάνω εγώ, μπορείς να το κάνεις κι εσύ» (ή αλλιώς ο κανόνας των τριών συγχορδιών). Τα punk συγκροτήματα αμφισβητούσαν την αυθεντία του ροκ καλλιτέχνη ωθώντας τους θεατές-ακροατές να κάνουν τη δική τους μουσική αντί να ακούνε άλλους.

-«Δεν έχετε λεφτά να πάτε σε κάναν κουρέα;» Η κλασσική εμφάνιση του ρόκερ ήταν κόκκινο πανί για κάθε punk, κυρίως επειδή αυτή η εμφάνιση ήταν πλέον αποδεκτή από τα μεσοαστικά στρώματα της κοινωνίας έχοντας καταντήσει mainstream μόδα.

-«Δεν είμαστε εδώ για τη μουσική, είμαστε για το χάος». Θεωρώντας οτι η ροκ μουσική έχει εκφυλιστεί πλήρως, μπλεγμένη σε έναν κερδοσκοπικό κυκεώνα εταιρειών οι εκπρόσωποι της punk κουλτούρας υποστήριξαν οτι θα πρέπει άμεσα να γκρεμιστούν τα πάντα προκειμένου να υπάρχει ελπίδα για κάτι καινούργιο.

-«Do it yourself». Λόγω του γεγονότος οτι το punk εξαπλώθηκε μεταξύ των φτωχότερων στρωμάτων της νεολαίας, άμεσα επικράτησε η τάση προσωπικής παρέμβασης στα ρούχα των μελών του κινήματος. Παραμάνες για να συγκρατούνται οι κουρελιασμένες μπλούζες, συνθήματα γραμμένα με μαρκαδόρο και αξιοποίηση φτηνών υλικών για τη δημιουργία μιας εντελώς προσωπικής εμφάνισης, αυτά χαρακτήρισαν τους  punks. Η τάση εξαπλώθηκε και στη μουσική παραγωγή λόγω της απόρριψης των   punk συγκροτημάτων από τη μουσική βιομηχανία. Ανεξάρτητες εταιρείες εμφανίστηκαν, μισοκατεστραμμένοι ενισχυτές μεταποιήθηκαν, ή κλάπηκαν προκειμένου να αποδοθεί η καινούργια μουσική.

-«What you see is what you get». Απόρριψη των πολυδαίδαλων συμβολισμών και της εκτελεστικής δεινότητας ως προϋποθέσεων δημιουργίας μουσικής. Απλά, άμεσα μηνύματα, αντίδραση σε κάθε είδους μυθοποίηση και κατά μέτωπο επίθεση σε οτιδήποτε αποτελεί κατεστημένο.

-Εχθρότητα τόσο απέναντι στην μεγαλοαστική όσο και απέναντι στην μικροαστική τάξη. «Οι πλούσιοι είναι τα παράσιτα της κοινωνίας και ζουν αποκλεισμένοι στους κύκλους τους» αλλά και «οι φτωχοί είναι τεμπέληδες, άχρηστοι, εύκολα κατευθυνόμενοι που ποτέ δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις ζωές τους», σύμφωνα με τον Johnny Rotten.

Επιστρέφοντας λοιπόν στην άποψη η οποία αναφέρθηκε στον πρόλογο αυτού του κειμένου, γίνεται, νομίζω, εμφανής η ιστορική διαδρομή του punk κινήματος. Ενός κινήματος που έκλεψε οτι του χρειαζόταν προκειμένου να εκφραστεί, επιτέθηκε σε οτι θεωρούσε απαρχαιωμένο και μη λειτουργικό και αδιαφόρησε για τις ηθικολογίες. Αν τώρα κάποιος βλέπει punk στις αρχές της δεκαετίας του ’60 βασιζόμενος στο γεγονός οτι η μουσική φόρμα του garage rock μοιάζει με τις φόρμες που χρησιμοποίησαν κάποια punk συγκροτήματα, απλώς δεν έχει καταλάβει τι είναι (ήταν) το punk. Επειδή, το να χαρακτηρίσεις ένα μουσικο-κοινωνικό κίνημα καθαρά και μόνο από κάποιες μουσικές του επιρροές είναι τόσο άτοπο όσο το να υποστηρίξεις οτι ένα τσιγάρο είναι το ίδιο πράγμα μ΄ένα πούρο εφόσον και τα δυο καπνίζονται. Ποιος άλλος εκτός από έναν μη καπνιστή θα μπορούσε να υποστηρίξει κάτι τέτοιο;

 

Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να ξεκαθαρίσω μερικά πράγματα σχετικά με τους διαμορφωτές του punk όπως προκύπτουν από τις δικές τους αφηγήσεις:

-Είναι λανθασμένη η εντύπωση οτι το punk υπήρξε άμεσα συνυφασμένο με την ιδέα της αναρχίας. Μπορεί οι Crass να ήταν μια αναρχική (πρώην χίπικη) κολεκτίβα που βρήκε μέσο έκφρασης στο συγκεκριμένο μουσικό ρεύμα αλλά το punk περιλάμβανε στις τάξεις του μεγάλη γκάμα πολιτικών απόψεων. Από τον ακραίο συντηρητισμό των ρεπουμπλικάνων Ramones, μέχρι τον αριστερισμό και τον αντιρατσισμό των Clash το πολιτικό άνοιγμα του κινήματος υπήρξε τεράστιο, με μια μόνο ισχυρή συνισταμένη: το γκρέμισμα του σάπιου κατεστημένου.

-Ο αναρχισμός χρησιμοποιήθηκε σαν πρόκληση και από τους Sex Pistols, κι όχι σαν συνειδητή ιδεολογική επιλογή. Λέγεται οτι η ρήση «I am an anarchist» στο Anarchy in the UKεπιλέχθηκε από τον Johnny Rotten προκειμένου να κάνει ρίμα με τον στίχο «I am an anti-Christ». Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης κάνουν λόγο για εμπλοκή του Rotten με τον σατανισμό (κάποιοι μάλιστα φτάνουν να ισχυριστούν οτι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες που είδαν τον Johnny σε δυο μέρη ταυτόχρονα, αλλά μάλλον πρόκειται για επιπτώσεις της κατάχρησης παραισθησιογόνων).

-Ο μύθος περί πλήρους έλλειψης μουσικών γνώσεων εκ μέρους των punk συγκροτημάτων, ήταν αυτό ακριβώς: μύθος. Πολλοί από τους πρωτεργάτες της punk συμμετείχαν σε συγκροτήματα αρκετό καιρό πριν επιλέξουν, συνειδητά, την εκφραστική φόρμα του punk. Ο Joe Strummer είχε ήδη μια pub rock επιτυχία με τους 101ers πριν φτιάξει τους Clash, οι  StiffLittle Fingers ονομάζονταν Highway Stars (είναι φανερό τι μουσική έπαιζαν, έτσι;) πριν επιλέξουν την αλλαγή κατεύθυνσης, οι Guildford Stranglersέπαιζαν επίσης  pub rock πριν ξεφορτωθούν το πρώτο μισό του ονόματός τους και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Ακόμα και οι Sex Pistols απέκρυπταν ηθελημένα τις, όποιες, μουσικές τους γνώσεις οι οποίες δεν ήταν αμελητέες. Αυτό είναι εμφανές, τόσο από το στυλ παιξίματος των μελών του συγκροτήματος, όσο και από τις μουσικές τους επιρροές τις οποίες ποτέ δεν έκρυψαν.

-Υπάρχουν διάφορες ιστορίες οι οποίες σχετίζονται με την αρχική απροθυμία των μετέπειτα μελών των punk συγκροτημάτων να εμπλακούν με τη μουσική. Αν και πιστεύω οτι αυτές οι ιστορίες στοχεύουν στην καλλιέργεια κλίματος απόρριψης των κατεστημένων δομών (πολυχρησιμοποιημένο κόλπο του McLaren) μού αρέσει η ιστορία με την πρώτη εμφάνιση των Sex Pistols στο Μάντσεστερ, το 1976: Μια αίθουσα έχει νοικιαστεί για την εμφάνιση του συγκροτήματος αλλά, μισή ώρα πριν την έναρξη της συναυλίας ελάχιστος κόσμος έχει μαζευτεί. Ο McLaren βγαίνει απελπισμένος στο δρόμο και προσπαθεί να φέρει κόσμο από τις γειτονικές παμπ. Σε μια από αυτές συναντάει κάποιον νεαρό ο οποίος πίνει αμέριμνα τη μπύρα του. «Ξέρεις οτι έχει συναυλία απέναντι;» τον ρωτάει ο McLaren. «Ναι, έχουν έρθει κάτι μαλάκες από το Λονδίνο», απαντάει ο νεαρός. «Δεν θέλεις να πας;» επιμένει ο McLaren. «Δε μου περισσεύουν λεφτά για τον κάθε αρχίδη», απαντάει ο νεαρός. «Έλα και θα σου δώσω δωρεάν εισιτήριο», επιμένει ο McLaren. Ο νεαρός πείθεται με τα πολλά να πάει στη συναυλία και από εκείνη τη μέρα αλλάζει η ζωή του. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα φορμάρει το δικό του συγκρότημα και ξεκινάνε εντατικές πρόβες. Ο νεαρός ονομάζεται MarkE. Smith και το συγκρότημαThe Fall.

-Οι σχέσεις Johnny Rotten, Sid Vicious έχουν αναχθεί σε μυθικό επίπεδο επίσης. Στην πραγματικότητα ο Sid (από την εποχή που ακόμα λεγόταν John Ritchie) ήταν ένας θαμώνας της μπουτίκ SEX ο οποίος ακολουθούσε τους Pistols σε όλες τις ζωντανές τους εμφανίσεις έχοντας τη φήμη του speedfreak (φήμη που συντηρούσε φροντίζοντας να κυκλοφορεί με μια χοντρή αλυσίδα την οποία στριφογύριζε όσο χόρευε ή να σπάει τους καθρέφτες στις τουαλέτες των μπαρ γεμίζοντας αίματα). Στη μπουτίκ του McLaren είχε τύχει κάποτε να δει κάποιον καυγά, μεταξύ της Chrissie Hynde και του, τότε, φίλου της (γνωστού μουσικοκριτικού). Όταν ο Sid έγινε μέλος των Pistols εντόπισε τον μουσικοκριτικό σε κάποια ζωντανή εμφάνιση του συγκροτήματος, ανάμεσα στο κοινό, κατέβηκε λοιπόν από τη σκηνή και τον πλάκωσε στο ξύλο χρησιμοποιώντας το μπάσο του σαν ρόπαλο. Το συμβάν μυθοποιήθηκε προκειμένου να δηλώσει τις άσχημες σχέσεις του συγκροτήματος με τα μουσικά έντυπα γενικότερα.

-Ένας τελευταίος μύθος έχει να κάνει με τις στενές σχέσεις μεταξύ αγγλικών και αμερικάνικων συγκροτημάτων στις απαρχές της punk κίνησης. Σχέσεις υπήρχαν αλλά δεν ήταν τόσο στενές και η αλληλοεκτίμηση δεν ήταν δεδομένη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως το διηγείται η Patti Smith: «Την πρώτη φορά που πήγα με το συγκρότημά μου στην Αγγλία ήμασταν ενθουσιασμένοι με το κίνημα του punk, νιώθαμε οτι αποτελούσαμε μέρος του. Παίξαμε στο Electric Ballroom, το μαγαζί που ήταν συνυφασμένο με το punk και κάναμε μια καλή συναυλία. Την επόμενη μέρα έπαιζαν εκεί οι Sex Pistols, πήγαμε να τους δούμε γεμάτοι ενθουσιασμό. Βγαίνει ο Rotten και λέει, ‘χτες έπαιζαν εδώ κάτι χίπηδες που λέγανε συνέχεια ‘Horses, Horses, Horse shit!’ μας έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι!»

Πηγή: themotorcycleboy.blogspot.gr

 

Ας μειώσουμε το πλαστικό που καταναλώμουμε..

Από την 1η Ιανουαρίου 2018 θα εφαρμοστεί περιβαλλοντικό τέλος 4 λεπτών στις πλαστικές σακούλες με σκοπό να περιοριστεί η χρήση τους. Ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί για ένα καλύτερο και βιώσιμο μέλλον, χρησιμοποιώντας τσάντες πολλαπλών χρήσεων για τις αγορές μας.