Το “Rocky” δεν είναι πια μια απλή ταινία. Δεν είναι ένα φιλμ που διέτρεξε την ιστορία του και τελείωσε εκεί. Το Ροκυ, είναι πολλά περισσότερα από σκηνές σε πανί, νούμερα εισπράξεων, ρετρό καταγραφή, καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Το Ροκυ ήταν από καταβολής του μια ιδέα, μια ιδέα ότι σε ετούτο τον κόσμο, μπορεί καμιά φορά να τα καταφέρει κι εκείνος που δεν έχει στον ήλιο μοίρα.
Ήταν 21 Νοεμβρίου του 1976 όταν κάνει πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη η ταινία της οποίας ο Σιλβέστερ Σταλόνε έγραψε το σενάριο μέσα σε τρείς μόλις ημέρες. Λεφτά δεν υπήρχαν φυσικά, κι έτσι χρειάστηκε έπειτα από τη σκηνοθεσία να γίνουν αρκετές περικοπές, ακόμη και σε κάποιες σκηνές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ραντεβού του Ρόκυ με την Άντριαν στο παγοδρόμιο, το οποίο αρχικά ήταν σχεδιασμένο να γίνει ημέρα με το παγοδρόμιο γεμάτο κόσμο. Χρειάζονταν ωστόσο δεκάδες κομπάρσοι κι έτσι η σκηνή γυρίστηκε νύχτα, αφού ο ήρωας της ταινίας κανόνισε για μερικά δολάρια να χρησιμοποιήσει την πίστα για το ραντεβού του με την αγαπημένη του Μάριαν.
Έτσι λοιπόν, με ένα τόσο χαμηλό μπατζετ και πολλές θυσίες από τον σεναριογράφο Σταλόνε, το “Rocky” που σκηνοθέτησε ο Τζον Αβίλντσεν κατάφερε να κατακτήσει τον κόσμο! Δεν εννοώ μόνο εισπρακτικά αλλά και καλλιτεχνικά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως στον διαγωνισμό οσκαρ του 1977 συμμετείχε με 10 υποψηφιότητες και κατάφερε να κερδίσει 3 αγαλματίδια. Μεταξύ αυτών και εκείνο της καλύτερης σκηνοθεσίας και ταινίας. Το γεγονός που ενέπνευσε τον Σιλβέστερ Σταλόνε να γράψει το σενάριο, ήταν ο θρυλικός αγώνας του Μοχάμεντ Αλί με τον Τζακ Γουέπνερ που άντεξε 15 ολόκληρους γύρους, παρότι όλοι γνώριζαν τον πρώτο και κανείς τον δεύτερο. Αξίζει κάπου εδώ να σημειώσω ότι το 1977 το “‘Rocky” συμμετείχε και κέρδισε όσκαρ απέναντι σε ταινίες όπως το “Taxi Driver” με τον Ρόμπερτ Ντε Νιρο.
Για να κλείσω όπως ξεκίνησα θέλω να πω ότι το συγκεκριμένο φιλμ είναι το αγαπημένο μου ever. Δεν είναι το πιο τεχνικά άρτιο, δεν είναι το πιο δουλεμένο, είναι απλά το πιο “ψυχής” φιλμ που είδα ποτέ. Δεν θα ξεχάσω πως με έκανε να αισθανθώ σε κάποιες στιγμές του. Δεν θα ξεχάσω τους χαρακτήρες του, το ξύλο, το τρέξιμο στους δρόμους της ανέχειας στη Φιλαδέλφεια, τα πάνινα παπούτσια, τα μούτρα του Ρόκυ μέσα στο αίμα, τον έρωτα δύο ανθρώπων χαμένων όπως τόσοι άλλοι εκεί έξω, που τελικά καταφέρνουν να φτιάξουν κάτι .όμορφο, τη σχέση του Μικ με τον αθλητή του που είναι σαν να τραβάει και τους δύο από τα σκατά της φτώχειας και των χαμένων ονείρων. Δεν θα τα ξεχάσω όλα αυτά και νομίζω πως κάθε άλλη νέα προβολή, έχει κάτι να μου δώσει. Για να καταλάβεις άλλωστε κάποιες ταινίες θα πρέπει να έχεις ζήσει λιγάκι μέσα σε εκείνες, να έχεις ζήσει κάτι από αυτές. Αλλιώς δεν μπορείς να καταλάβεις και πολλά. Κλείνω.
Για τη μουσική του Μπιλ Κοντι δεν χρειάζεται να γράψουμε παρά μόνο πως είναι στιγμές που σε κάνει να θέλεις να γκρεμίσεις βουνά, κι άλλες που αποτυπώνει άψογα την ψυχολογία των ηρώων και των εικόνων. Αυτά.